0

Πριν από 43 χρόνια γράφτηκε και ερμηνεύτηκε από τον δημιουργό του, τον Διονύση Σαββόπουλο. Μια μπαλάντα ενηλίκων, ένα παιδικό νανούρισμα που δηλώνει καθημερινά την μεγάλη της αλήθεια: Ότι τα παιδιά τα ξέρουν όλα.

Στο σχολείο των δυο μου παιδιών, σε ένα δημόσιο γυμνάσιο, στην Ανατολική Αττική, στις παρυφές του Υμηττού, τα παιδιά, όλα τους, αποδεικνύουν ότι τα ξέρουν όλα και δίνουν μάθημα ανθρωπιάς και αλληλεγγύης. Στο maxim-um. Και μεταφορικά και κυριολεκτικά, μιας και ο νέος μαθητής, τον οποίον έχουν «υιοθετήσει» όλα μαζί, τον λένε Maxim, στα ελληνικά Μάξιμος.

Ο Maxim είναι από την Ουκρανία, από την Одесса, την Οδησσό, το φημισμένο λιμάνι της εμπόλεμης, πολύπαθης πλέον χώρας, εκεί όπου άνθισε η ελληνική παροικία και συστάθηκε η Φιλική Εταιρεία. Αυτά δεν τα γνωρίζουν τα παιδιά, ίσως ελάχιστα που αγαπούν πολύ την ιστορία και συγκράτησαν αυτή τη σημαντική πληροφορία από το βιβλίο τους ή οι γονείς τους, έχουν ασχοληθεί και τους έχουν μιλήσει.

Ο Maxim έχει έρθει εδώ στην Ελλάδα, στην Αθήνα με τη μητέρα του και το μικρότερο αδερφάκι του που πηγαίνει στην τετάρτη Δημοτικού στο δημόσιο σχολείο της ίδιας γειτονιάς. Τα παιδιά στο γυμνάσιο λοιπόν γνωρίζουν για τον Maxim ότι ο μπαμπάς του έχει μείνει πίσω, στη χώρα του. Συνεννοούνται μαζί του στα αγγλικά, ενώ ο Maxim παρακολουθεί όλα τα μαθήματα και λαμβάνει ταχύρρυθμα ελληνικών. Δεν είναι και δύσκολο διότι ΟΛΑ τα παιδιά του συγκεκριμένου γυμνασίου έχουν βαλθεί να του μάθουν ελληνικά σε χρόνο ρεκόρ. Και κάθε μέρα ο Maxim μιλά όλο και περισσότερα, όλο και καθαρότερα, όλο και καλύτερα ελληνικά! Τον έχουν εντάξει στις «ομάδες viber» που έχουν – ναι τα παιδιά μας με τις καραντίνες έχουν γίνει εξπέρ σε αυτά- και γράφουν στα αγγλικά, μην τυχόν και δεν καταλαβαίνει ο Maxim τι λένε, μην τυχόν και χάσει ένα ραντεβού για απογευματινή βόλτα στην πλατεία!

Σε συνεννόηση με την διευθύντρια του σχολείου, στο τμήμα του, εκτός από τις/τους εκπαιδευτικούς, τον έχουν «αναλάβει» 3 συμμαθητές και του μαθαίνουν τα πάντα, πώς να κινείται στους χώρους του σχολείου, στο κυλικείου, στο γυμναστήριο, στους δρόμους της γειτονιάς, πώς να προετοιμάζεται εκπαιδευτικά για την επόμενη ημέρα. Και ο Maxim το ανταποδίδει! Με πολύ χαμόγελο και συμμετοχή, όσο τουλάχιστον του επιτρέπει το εμπόδιο της γλώσσας.

Οι συμμαθητές του δεν γνωρίζουν ότι η οικογένειά του έχει ενοικιάσει διαμέρισμα στην περιοχή, ούτε ότι δεν έχει ουσιαστικά οικονομικά σοβαρά προβλήματα. Τα παιδιά γνωρίζουν ότι ο Maxim ξεσπιτώθηκε, έφυγε από την υπέροχη πόλη όπου έμενε και μετανάστευσε εδώ, για να γλιτώσει από τα δεινά του πολέμου. Στα μάτια τους άλλωστε είναι πολύ ηρωικό που ο πατέρας έμεινε πίσω και η μητέρα με τα δυο της παιδιά προσπαθεί να σταθεί στα πόδια της στη χώρα μας.

Όλα αυτά δεν είναι ο ορισμός της ανθρωπιάς, της αλληλεγγύης;

Σημειωτέον ότι στο συγκεκριμένο σχολείο και εν γένει σε όλον τον Δήμο φοιτούν μαθητές – παιδιά οικονομικών μεταναστών, από τη Ρουμανία, τη Βουλγαρία, την Πολωνία και φυσικά από την Αλβανία. Ελάχιστοι μεν -αλλά και αυτό έχει τη δική του αξία- φοιτούν και μερικοί μαθητές από το Πακιστάν και την Ινδία. Τα παιδιά αυτά, στη συντριπτική τους πλειονότητα είναι πλήρως ενσωματωμένα και κάνουν όλα μαζί παρέα.

Ο πρόσφυγας από την εμπόλεμη ζώνη όμως, πυροδοτεί στα παιδιά μας, όπως αποδεικνύεται, το απάνθισμα της όμορφης ψυχής τους. Και εδώ ο εθνικός μας Διονύσης Σαββόπουλος για πολλοστή φορά, αποδεικνύει με τη σειρά του ότι μιλά πάντα στο κέντρο της συνείδησής μας. Προς επίρρωσιν:

«Πώς να τα κρύψεις όλα αυτά

Έτσι κι αλλιώς τα ξέρουν όλοι

Και σε κοιτάζουν με μάτια σαν κι αυτά

Όταν γυρνάς μέσα στην πόλη

Ζούμε μέσα σ’ ένα όνειρο που τρίζει

Σαν το ξύλινο ποδάρι της γιαγιάς μας

Μα ο χρόνος ο αληθινός

Σα μικρό παιδί είναι εξόριστος

Μα ο χρόνος ο αληθινός

Είναι ο γιος μας ο μεγάλος κι ο μικρός»

You may also like

ΑΛΛΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ: Απόψεις