Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
του ποιητή, θεατρολόγου, μεταφρασεολόγου και κριτικού Κωνσταντίνου Μπούρα
Έχοντας εργαστεί συστηματικά και επίμονα εδώ και 45 χρόνια μελετώντας, σπουδάζοντας, ερευνώντας και μεταφράζοντας το αρχαίο δράμα, μπορώ νομίζω επιτέλους να διατυπώσω κάποια ερωτηματικά. Η κάθε εποχή προβάλλει τις δικές της εμμονές και δίνει το δικό της νόημα σε μνημεία τού Λόγου και τής Τέχνης. Αυτό είναι και νόμιμο και θεμιτό και αναπόφευκτο. Ούτως ή άλλως, δεν μπορούμε να κάνουμε κι αλλιώς.
Η γλώσσα εξελίσσεται αφομοιώνοντας στο κοσμικό ρεύμα τού Ηράκλειτου όλα τα φερτά υλικά. Η ρυθμολογία διαφοροποιείται χάριν τής επικοινωνίας κι εξ αιτίας τού εμπορίου. Η τεχνολογία ανεβάζει διαρκώς τον πήχη. Η επιστήμη ανοίγει νέους ορίζοντες. Το νοητικό υπερισχύει – συν τω χρόνω – του θυμικού. Εμείς αλλάζουμε. Όμως οι παλαιές δοκιμασμένες τεχνικές των «παραμυθάδων τής Ανατολής» καλά κρατούν. Από μία πλευρά, ο άνθρωπος δεν έχει ξεφύγει ποτέ από τα «σπήλαια». Είναι ακόμη έρμαιο των ορμεφύτων του.
Από την άλλη όμως πλευρά, τα προβλήματα που προέκυψαν από τη σύγκρουση των κατακερματισμένων «εγώ» με το «εμείς» στην αρχετυπική «πόλιν» παραμένουν εν πολλοίς δυσεπίλυτα. Γι’ αυτό θαρρώ γυρίζουμε κι επανερχόμεθα διαρκώς στην αρχαία τραγωδία, στην Κωμωδία και στα υβριδικά δράματα τού Ευριπίδη, τού «τραγικότερου των τραγικών», του σχεδόν συγχρόνου μας, τού προδρόμου κάθε γνωστού αστικού δράματος υψηλών προδιαγραφών και αδιαπραγμάτευτης ποιότητας.
Ο Μένανδρος και η «Νέα Κωμωδία» σε συνδυασμό με τον καινοτόμο δραματουργό Ευριπίδη καθόρισαν και την λατινική δραματουργία και την Αναγέννηση και το Ελισαβετιανό και το Γαλλικό και το Ιταλικό και το Ισπανικό Θέατρο. Ακόμα και η όπερα είναι ως είδος βασισμένη στο περίφημο σύγγραμμα τού Βιτρούβιου «Περί Αρχιτεκτονικής» και στον τρόπο που ερμηνεύοντας τα ράκη των αρχαίων δραμάτων από μονωδούς και μπουλούκια. Θυμηθείτε τους πλανόδιους θεατρίνους στον σαιξπηρικό αριστουργηματικό «Άμλετ». Δεν θα υπήρχε Μολιέρος, Γκολντόνι, Λόπε ντε Βέγκα, Σαίξπηρ κυρίως χωρίς αυτή την αρχαία παρακαταθήκη, δίχως τούτη την απαράγραπτη παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά.
Η «μεταφορά» τού αρχαίου δράματος στα καθ’ ημάς πέρασε από την περίφημη «αναβίωση» στη μετάφραση, μετά στη διασκευή, κατόπιν στην ελεύθερη απόδοση και τώρα στην μετανεωτερική κοπτοραπτική. Κι όλα αυτά είναι και νόμιμα και θεμιτά και αναμενόμενα και αναπόφευκτα. Ο παρατηρητής οφείλει να κρατήσει την δέουσα απόσταση εξασκώντας καθημερινώς την ενσυναίσθηση και το κριτικό του πνεύμα, ομού τε και αδιαιρέτως.
Πόσοι όμως και πόσες κατέχουν σήμερα την αρχαία ελληνική γλώσσα, την αττική διάλεκτο έστω;
Ο Ανδρέας Χ. Ζούλας που μεταφράζει σε ισοσυλλαβία, η Δήμητρα Χ. Χριστοδούλου, που ως έμπειρη φιλόλογος και δοκιμασμένη καταξιωμένη βραβευμένη αναγνωρισμένη διακεκριμένη ποιήτρια μεταφέρει την αρχαία προσωδία στη νεοελληνική μετρική και ίσως – ενδεχομένως – η ταπεινότητά μου σε μια διαρκή εναγώνια προσπάθεια ενός «έργου εν εξελίξει».
Στις επιτροπές λογοτεχνικών και θεατρικών βραβείων που έχω τη χαρά και την τιμή να συμμετέχω υπεραμύνομαι τής Γνώσεως, με την έννοια τής προσπάθειας έστω, της επίγνωσης ότι η άγνοια είναι συγγνωστή και το τέλειο δεν υφίσταται παρά μόνον στην τελεσίδικη γαλήνη τής ανυπαρξίας.
Όμως, το να μεταφράζουν από άλλες (διαφορετικής μορφοσυντακτικής δομής) γλώσσες αντί να σκύβουν στο παραδοθέν διασωθέν «πρωτότυπο» είναι και αντιδεοντολογικό και αντιεπιστημονικό και ανήθικο, όσο κι αν παραμένει «εμπορικό». Είπαμε, και συμφωνούμε απαξάπαντες (τε και απαξάπασαι) πως ο κάθε εις, η κάθε μία, το κάθε έν δικαιούται να ερμηνεύει προβάλλοντας τον ψυχισμό και τις επιθυμίες του. Πλανήτης ελεύθερης βούλησης είμαστε άλλωστε και η ελεύθερη έκφραση είναι η βάση τού δημοκρατικού πολιτεύματος, εφ’ όσον επιτυγχάνεται διάλογος, ο ισομετρημένος και ισοκρατημένος, δικανικός και ουσιαστικός, φιλοσοφικός και θυμοσοφικός «αγώνας λόγων».
Παρά ταύτα, έχουν γίνει μεγάλα βήματα, τίποτα δεν πάει χαμένο, όλα είναι χρήσιμα, είτε ως λίπασμα είτε ως κορφολόγημα.
Ειρρήσθω εν παρόδω ότι διδάσκοντας στο Θεατρικό Εργαστήριο στο πλαίσιο τού Ελεύθερου Πανεπιστημίου τού Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσός, αξιοποιώ (εκτός από τις δικές μου μεταφράσεις, όπως ο ήδη τυπωμένος «Ίων») τις «Τρωάδες» σε απόδοση τής Δήμητρας Χ. Χριστοδούλου, καθώς και την «Ανδρομάχη» σε ισοσύλλαβο μεταφραστικό άθλο από τον Ανδρέα Χ. Ζούλα. Σας τα συστήνω ανεπιφυλάκτως κι εύχομαι να γίνουν φωτεινά παραδείγματα για όσους και όσες προβαίνουν σε απονενοημένα διαβήματα να «αναπλάσουν» τα αρχαία δράματα.