0

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press

του Δημήτρη Καμπουράκη

Σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις που έχουν γίνει από το τέλος του καλοκαιριού ως σήμερα (και είναι υπεραρκετές σε αριθμό για να βγάζουν ασφαλές συμπέρασμα), η ΝΔ έχει μεν σταθεροποιήσει τα συνολικά δημοσκοπικά ποσοστά της στην ζώνη του 26-30%, αλλά συνεχίζει να έχει πρόβλημα σε μια συγκεκριμένη κοινωνικοοικονομική ομάδα. Στην περίφημη μεσαία τάξη. Εκεί βρισκόταν από το 2016 η δύναμη της, αυτή η ομάδα της έδωσε τις ευρύτατες εκλογικές νίκες του 2019 και του 2023, αυτή η ομάδα αρχίζει να διαμαρτύρεται και να αποσπάται από το κυβερνητικό στρατόπεδο τον τελευταίο χρόνο.

Γιατί η μεσαία τάξη; Πρώτον, διότι είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στις αλλαγές του οικονομικού κλίματος και στην επιδείνωση της καταναλωτικής της δύναμης που υποσκάπτει ο συνεχιζόμενος πληθωρισμός. Λέμε ότι όσο πιο ευάλωτος είναι κάποιος τόσο περισσότερο πλήττεται από την διαρκή άνοδο των τιμών, όμως συχνά η μεσαία τάξη αντιδρά χειρότερα κι από την κατώτατη οικονομικά τάξη διότι αυτή δεν είναι αποδέκτης μιας ευρύτατης γκάμας κοινωνικών επιδομάτων που κατευθύνονται μόνο στους πολύ φτωχούς. Η μεσαία τάξη αντιμετωπίζει την ακρίβεια με τα δικά της μόνο μέσα.

Δεύτερον, διότι το κομμάτι της μεσαίας τάξης που δεν είναι μισθωτοί αλλά αυτοαπασχολούμενοι, συναρτά την οικονομική του επιβίωση από ένα παμπάλαιο πλέγμα φοροδιαφυγής, που τώρα σιγά-σιγά σμικρύνεται. Αυτό, σε συνδυασμό με την ακρίβεια δημιουργεί πολιτική δυσαρέσκεια. Φυσικά, η κυβέρνηση δεν μπορεί να αφήσει την φοροδιαφυγή να αλωνίζει, αυτό όμως καταλήγει στην πράξη ένας μηχανισμός μεταφοράς πόρων από τους μεσαίους που τους κατανάλωναν, είτε προς τους φτωχότερους, είτε προς δημόσιες δράσεις που ωφελούν το σύνολο του πληθυσμού. Δίκαιο μεν, εκλογικά προβληματικό δε.

Τρίτον, διότι είναι η μεσαία τάξη που συναλλάσσεται διαρκώς με το κράτος και τους μηχανισμούς του, οπότε η λεγόμενη «μεταρρυθμιστική κόπωση» ενοχλεί κυρίως αυτή.

Τέταρτον, διότι η αναντιστοιχία ανάμεσα στο επίπεδο των μισθών και στις αυξημένες ανάγκες διαβίωσης λόγω πληθωρισμού, ενοχλεί βαθύτατα το μισθωτό κομμάτι της μεσαίας τάξης. Πρόκειται άλλωστε για στρώματα που διαθέτουν την ικανότητα να συγκρίνουν βιωματικά την Ελλάδα με την υπόλοιπη Ευρώπη, κάτι που δεν μπορούν να κάνουν τα πολύ φτωχά κομμάτια της ελληνικής κοινωνίας.

Τέλος, πέραν των καθαρά οικονομικών κριτηρίων, η μεσαία τάξη έχει πολύ πιο ευαίσθητη πολιτική συμπεριφορά από άλλες οικονομικές τάξεις και από άλλα κοινωνικά στρώματα. Είναι κυρίως αυτή που μετακινείται ανάμεσα στους εκάστοτε πόλους του δικομματισμού, δίνοντας την νίκη πότε στην κεντροαριστερά και πότε στην κεντροδεξιά. Λιγότερο φανατική και πολιτικά μπετοναρισμένη τάξη από άλλες (τους πλούσιους ή τους εντελώς φτωχούς), κινείται πολιτικά κατά το συμφέρον της, αλλά δίχως να παραμερίζει και άλλα πολιτικά δεδομένα. Τις συμπεριφορές των κυβερνώντων, την αλαζονεία, την αδυναμία διαχείρισης κρίσεων, την κούραση από την μακροχρόνια άσκηση εξουσίας, τα σκάνδαλα και άλλα παρόμοια. Πρόκειται για την πιο ευαίσθητη και ευμετάβλητη κοινωνικοοικονομική τάξη της χώρας.

Η επαναπροσέγγιση της μεσαίας τάξης

Το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών ήταν ένα μικρό σοκ για την ΝΔ. Ενώ οι βασικοί της αντίπαλοι έπεσαν ή έμειναν στάσιμοι, η δύναμη του κυβερνώντος κόμματος έπεσε αισθητά, σε σημείο να δημιουργεί βάσιμες ανησυχίες για το μέλλον. Το γεγονός ότι στην πολιτική σκηνή υπάρχει μόνο ένα συγκροτημένο κόμμα εξουσίας, δεν εμπόδισε το εκλογικό σώμα να εκφράσει ην δυσαρέσκεια του ακόμα και στην μοναδική εναλλακτική που διαθέτει. Ο Μητσοτάκης χρειάστηκε μερικούς μήνες για να «μυριστεί» την πηγή της δυσαρέσκειας και να προσαρμόσει κατάλληλα την πολιτική του. Η οποία προσαρμογή πρακτικά είναι η επιστροφή στις όχθες της πολιτικής του 2019 που είχε ως βασικό προσανατολισμό την μεσαία τάξη και τον μεσαίο πολιτικό χώρο.

Το τελευταίο διάστημα, λοιπόν, έχει προβεί σ’ ένα μπαράζ εξαγγελιών που στην συντριπτική τους πλειοψηφία αφορούν την μεσαία τάξη της χώρας. Πρώτα απ’ όλα επέστρεψε την δημοφιλέστατη συνταγή της μείωσης της φορολογίας. Όπως ο ίδιος είπε στον φετινό προϋπολογισμό μειώνονται δώδεκα φόροι, κάτι που προφανώς απευθύνεται λιγότερο στους ανθρώπους που κινούνται στο όριο της φτώχειας, άρα έχουν σχεδόν αφορολόγητο εισόδημα. Η μείωση άμεσων φόρων ευνοεί πρωτίστως εισοδήματα που ξεπερνούν το κατώτατο αφορολόγητο όριο, καθώς και εισοδήματα που προέρχονται από την μικρή επιχειρηματικότητα. Η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος αφορά μικρές ατομικές επιχειρήσεις που προσφέρουν ένα ανεκτό οικογενειακό εισόδημα στους κατόχους τους.

Η διεύρυνση προς τα πάνω των κριτηρίων κάθε λογής ενισχύσεων και αδειοδοτήσεων επίσης, δείχνει ξεκάθαρο άνοιγμα προς στρώματα που μπορεί να διαθέτουν ένα μικρό οικονομικό απόθεμα και με την υποβοήθηση του κράτους μπορούν να το αξιοποιήσουν για την βελτίωση της υποδομής τους. Όλα τα προγράμματα που αφορούν την στέγη και τα νέα ζευγάρια, προς την μεσαία τάξη κατευθύνονται.

Δεν είναι εξάλλου διόλου τυχαίο το γεγονός, ότι δίπλα στην διαφήμιση της αύξησης του κατώτατου μισθού ο Μητσοτάκης επιμένει να θυμίζει την άνοδο του μέσου μισθού στην χώρα που προσεγγίζει πια τα 1500 ευρώ μηνιαίως. Αν ο «κατώτατος» αφορά τους χαμηλούς, ο «μέσος» αφορά ευθέως την μεσαία τάξη.

Η αναπροσαρμογή προς τα κάτω κατά 50%, τέλος, των περίφημων τεκμηρίων διαβίωσης για τους επαγγελματίες, είναι προφανέστατο άνοιγμα προς επαγγελματικές ομάδες μεσαίου εισοδήματος που προφανώς ήταν ύποπτες για φοροδιαφυγή, αλλά εκτιμήθηκε ότι φορολογήθηκαν υπερβολικά.

Κανένας δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι τα μέτρα αυτά θα αποδώσουν και ότι η ΝΔ θα ξαναβρεί την αίγλη της απέναντι σε κείνους που την στήριξαν επί πενταετία και τώρα δείχνουν να αποστασιοποιούνται από τις τάξεις της. Το βέβαιο είναι ότι ακόμα και η αλλαγή ρητορικής εκ μέρους του πρωθυπουργού και των υπουργών που για μεγάλο διάστημα όχι μόνο δεν αναφέρονταν κολακευτικά αλλά κατακεραύνωναν τους «μεσαίους» για την φοροδιαφυγή τους, δείχνει μια στροφή των κυβερνητικών προτεραιοτήτων. Αν μη τι άλλο δείχνουν να τους θυμούνται και να τους υπολογίζουν.

Βεβαίως, το μεγάλο ατού του Μητσοτάκη συνεχίζει να είναι η κυβερνησιμότητα του. Η μεσαία τάξη είναι πολύ πιο συνειδητοποιημένη απέναντι στο ζήτημα της πολιτικής σταθερότητας, διότι είναι αυτή που πλήττεται από ξαφνικές αλλαγές και από άλματα στο κενό. Σε αντίθεση με τα πολύ φτωχά στρώματα που (κακώς) πιστεύουν ότι δεν έχουν τίποτα να χάσουν η με τους πολύ πλούσιους που θεωρούν ότι ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται, τα μεσαία στρώματα τρέμουν τις περιόδους πολιτικής αστάθειας και πιθανής ακυβερνησίας. Όσο λοιπόν η αντιπολίτευση θα κατατρύχεται με τα εσωτερικά της (ΣΥΡΙΖΑ) ή θα ψάχνει τον βηματισμό της (ΠΑΣΟΚ), τόσο η ΝΔ του Μητσοτάκη θα έχει πλεονέκτημα. Υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα βάζει τους «μεσαίους» απέναντι, αλλά τουλάχιστον λεκτικά θα δείχνει ότι ενδιαφέρεται για τα συμφέροντα τους και κάνει ότι μπορεί για να τους εξασφαλίσει μερίδιο από την ανάπτυξη του τόπου.

You may also like

ΑΛΛΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ: Απόψεις