Η φορολογική διοίκηση προχωρά σε μαζικές ακυρώσεις φόρων και προστίμων, επιχειρώντας ένα σημαντικό βήμα για την αποκατάσταση λαθών και την ανακούφιση των φορολογουμένων.
H πρωτοβουλία αυτή βασίζεται σε διάταξη που αρχικά αφορούσε περιπτώσεις πρόδηλης έλλειψης φορολογικής υποχρέωσης ή αριθμητικών και υπολογιστικών λαθών, σύμφωνα με το dnews.
Ωστόσο, η διάταξη επεκτάθηκε και καλύπτει πλέον υποθέσεις που επηρεάζονται από αναδρομικές αλλαγές στο φορολογικό πλαίσιο.
Σύμφωνα με την απόφαση του Διοικητή της ΑΑΔΕ, Γιώργου Πιτσιλή, η δυνατότητα ακύρωσης ή τροποποίησης αφορά πράξεις που έχουν εκδοθεί από την 1η Δεκεμβρίου 2014 και έπειτα. Οι σχετικές διαδικασίες μπορούν να πραγματοποιούνται είτε αυτεπαγγέλτως από τη φορολογική διοίκηση είτε κατόπιν αιτήματος των φορολογουμένων.
Βασική προϋπόθεση για την ακύρωση είναι η διαπίστωση πρόδηλης έλλειψης φορολογικής υποχρέωσης ή σφαλμάτων που προκύπτουν από αριθμητικούς ή υπολογιστικούς λάθους.
Η διαδικασία αυτή επιβάλλει στη φορολογική διοίκηση να εκδώσει τις σχετικές πράξεις ακύρωσης, τροποποίησης ή απόρριψης για υποθέσεις που παραμένουν ανοιχτές μέχρι τις 20 Δεκεμβρίου 2024, το αργότερο έως τις 20 Μαρτίου 2025.
Οι περιπτώσεις που μπορούν να υπαχθούν σε αυτήν τη ρύθμιση περιλαμβάνουν αναδρομικές αλλαγές στο φορολογικό πλαίσιο, όταν αυτές δεν μπορούσαν να ληφθούν υπόψη κατά την έκδοση της αρχικής απόφασης.
Παράλληλα, περιλαμβάνονται σφάλματα που οφείλονται σε αριθμητικούς ή υπολογιστικούς λανθασμένους υπολογισμούς, καθώς και έλλειψη φορολογικής υποχρέωσης που προκύπτει από έγγραφα ή στοιχεία διαθέσιμα είτε από τον φορολογούμενο είτε από τη διοίκηση.
Οι φορολογούμενοι που επιθυμούν να υποβάλουν αίτηση για ακύρωση ή τροποποίηση μπορούν να το κάνουν εντός τριών ετών από την κοινοποίηση της πράξης προσδιορισμού φόρου ή επιβολής προστίμου. Σε περίπτωση άμεσου προσδιορισμού φόρου, η αίτηση μπορεί να κατατεθεί εντός τριών ετών από την υποβολή της δήλωσης.
Οι αιτήσεις και τα συνοδευτικά έγγραφα πρέπει να υποβάλλονται με ψηφιακή απεικόνιση μέσω της εφαρμογής «Τα Αιτήματά μου» της ΑΑΔΕ. Όταν αυτό δεν είναι εφικτό, η υποβολή μπορεί να γίνει μέσω ταχυδρομείου, ταχυμεταφοράς ή με αυτοπρόσωπη παρουσία στην αρμόδια υπηρεσία.
Η αίτηση του φορολογούμενου πρέπει να περιλαμβάνει τους λόγους ακύρωσης ή τροποποίησης και να συνοδεύεται από τα κατάλληλα δικαιολογητικά έγγραφα, που αποδεικνύουν είτε την πρόδηλη έλλειψη φορολογικής υποχρέωσης είτε το αριθμητικό ή υπολογιστικό λάθος.
Με τη νέα αυτή δυνατότητα, η φορολογική διοίκηση στοχεύει στη διευκόλυνση των φορολογουμένων, διορθώνοντας λάθη που οφείλονται σε παραλείψεις ή σε αναδρομικές αλλαγές στο φορολογικό πλαίσιο, ενισχύοντας παράλληλα τη διαφάνεια και την αξιοπιστία των διαδικασιών της.