Δημοσιεύθηκε στην έντυπη Today Press του Σαββάτου
Οι συγκεντρώσεις που έγιναν την περασμένη βδομάδα για τα Τέμπη, η μεγάλη συμμετοχή του κόσμου σ’ αυτές και η πολιτική αναταραχή που ακολούθησε, έφεραν ξανά στην επιφάνεια την φοβερή αυτή τραγωδία. Την έφεραν όχι ως εκδηλώσεις μνήμης για όσα νέα παιδιά χάθηκαν μέσα στα τσακισμένα βαγόνια, αλλά ως εκδηλώσεις λαϊκής απαίτησης για την απόδοση δικαιοσύνης.
Δυο χρόνια μετά το σοκαριστικό δυστύχημα, μεγάλο μέρος της κοινωνίας επιμένει ότι τίποτα δεν έγινε από την επίσημη πολιτεία, ώστε να εμπεδωθούν δυο βασικά πράγματα. Πρώτον ότι θα αποδοθούν οι ευθύνες σε όσους κρυφά ή φανερά τις κουβαλούν σους ώμους τους και δεύτερον, ότι δεν θα ξανασυμβεί κάτι παρόμοιο.
Οι μεγάλες φυσικές καταστροφές και τα πολύνεκρα δυστυχήματα στην Ελλάδα δεν είναι σπάνιο φαινόμενο. Σεισμοί, πυρκαγιές, πλημμύρες και σιδηροδρομικές ή αεροπορικές τραγωδίες έχουν σημαδέψει τη χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες. Κάθε φορά που μια τέτοια τραγωδία λαμβάνει χώρα, το συλλογικό αίσθημα του λαού συνοψίζεται σε μία φράση: «Δεν υπάρχει πρόληψη, δεν υπάρχει τιμωρία».
Η πεποίθηση αυτή δεν είναι αβάσιμη. Στην Ελλάδα, οι φυσικές καταστροφές και τα δυστυχήματα συχνά αποκαλύπτουν τις χρόνιες αδυναμίες της κρατικής μηχανής: ελλιπή προετοιμασία, απουσία ελέγχων, κακοδιαχείριση και, τελικά, ατιμωρησία. Όταν μια τραγωδία συμβαίνει, οι πρώτες αντιδράσεις είναι πάντα οι ίδιες: δημόσιες καταγγελίες, κατακραυγή, υποσχέσεις για απόδοση ευθυνών και επίκληση της ανάγκης για αλλαγές.
Ωστόσο, λίγους μήνες μετά, η καθημερινότητα επιστρέφει στην κανονικότητα, και οι ευθύνες «διαχέονται» σε τέτοιο βαθμό ώστε κανείς δεν λογοδοτεί πραγματικά. Αρκεί να αναλογιστούμε μερικές από τις πιο τραγικές στιγμές της σύγχρονης ιστορίας της χώρας:
- Οι σεισμοί του 1999 στην Αττική: Ένας καταστροφικός σεισμός που άφησε πίσω του 143 νεκρούς και αποκάλυψε την ανεπάρκεια αντισεισμικών ελέγχων σε δημόσια και ιδιωτικά κτίρια. Υποσχέσεις για πιο αυστηρούς ελέγχους δόθηκαν, αλλά μέχρι σήμερα η αυθαίρετη δόμηση και η πλημμελής συντήρηση κτιρίων παραμένουν προβλήματα. Οι ποινές που επιβλήθηκαν ήταν περιορισμένες, και οι υπεύθυνοι μηχανικοί ή κατασκευαστές που βρέθηκαν να έχουν παραβιάσει προδιαγραφές έλαβαν ποινές που σε πολλές περιπτώσεις δεν εφαρμόστηκαν λόγω παραγραφής.
- Οι φονικές πυρκαγιές στην Ηλεία το 2007 και στο Μάτι το 2018: Δύο από τις μεγαλύτερες τραγωδίες στην ιστορία των δασικών πυρκαγιών στην Ελλάδα. Η ανυπαρξία ολοκληρωμένου σχεδιασμού διαχείρισης κρίσεων, οι ελλείψεις στον μηχανισμό πολιτικής προστασίας και η έλλειψη συντονισμού των αρχών οδήγησαν στον θάνατο δεκάδων πολιτών. Οι έρευνες για απόδοση ευθυνών κατέληξαν σε πολυετείς δικαστικές διαδικασίες με ελάχιστες καταδίκες. Ακόμα και όσοι βρέθηκαν ένοχοι, έλαβαν ποινές με αναστολή ή παρέμειναν ελεύθεροι.
- Οι πλημμύρες στη Μάνδρα το 2017: Μια καταστροφή που κόστισε τη ζωή σε 24 ανθρώπους και ανέδειξε την τραγική απουσία αντιπλημμυρικών έργων. Οι υπεύθυνοι για την έλλειψη πρόληψης και οι κρατικοί αξιωματούχοι που είχαν τις αρμοδιότητες άσκησαν εφέσεις και τελικά ελάχιστοι τιμωρήθηκαν με πραγματική φυλάκιση.
- Η τραγωδία των Τεμπών το 2023: Ένα σιδηροδρομικό δυστύχημα που κόστισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους και ανέδειξε τη διαχρονική αδιαφορία για την ασφάλεια των σιδηροδρομικών μεταφορών. Παρά τις καταγγελίες εργαζομένων για τις ελλείψεις σε υποδομές και προσωπικό, κανένα ουσιαστικό μέτρο δεν είχε ληφθεί προτού συμβεί το μοιραίο. Οι δικαστικές διαδικασίες είναι ακόμα σε εξέλιξη, με τους πολίτες να αμφιβάλλουν εάν θα υπάρξει ουσιαστική τιμωρία.
Το πολιτικό σύστημα συχνά αποφεύγει να αναλάβει ευθύνες. Αντί να υπάρξει ουσιαστική λογοδοσία, οι πολιτικοί καταφεύγουν σε επικοινωνιακές τακτικές, αποδίδοντας τις ευθύνες σε διοικητικούς υπαλλήλους ή χαμηλόβαθμους αξιωματούχους. Οι πολίτες βλέπουν επανειλημμένα το ίδιο έργο να επαναλαμβάνεται: παραιτήσεις που δεν συνοδεύονται από πραγματικές συνέπειες, λόγια που δεν μεταφράζονται σε πράξεις και μια διαρκή αναζήτηση αποδιοπομπαίων τράγων.
Ταυτόχρονα, η κοινωνία συχνά μετατρέπεται σε αυτοδίδακτο δικαστήριο. Μέσα από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κάθε πολίτης αισθάνεται εισαγγελέας, εκδίδοντας καταδικαστικές αποφάσεις πριν ακόμη ολοκληρωθεί η έρευνα. Αυτή η τάση, όσο φυσιολογική κι αν φαίνεται μέσα στον θυμό, δεν επιτρέπει την αντικειμενική απόδοση ευθυνών και ενισχύει την πόλωση.
Η ελληνική κοινωνία βρίσκεται εγκλωβισμένη σε έναν φαύλο κύκλο αδιαφορίας, οργής και λήθης. Η δημόσια συζήτηση διαρκεί όσο διαρκεί η επικαιρότητα ενός τραγικού γεγονότος, αλλά στη συνέχεια όλα ξεχνιούνται και οι ίδιες παθογένειες επαναλαμβάνονται. Η απουσία αποτελεσματικού σχεδιασμού, η έλλειψη προσωπικής ευθύνης και η ανικανότητα επιβολής κυρώσεων δημιουργούν μια κουλτούρα ατιμωρησίας που διαιωνίζεται.
Όσο μια τραγωδία είναι στην επικαιρότητα, όλοι κατακεραυνώνουν τους υπεύθυνους για την ατολμία τους να «σπάσουν αυγά», να εφαρμόσουν αξιοκρατικές διαδικασίες στην λειτουργία του κράτους, να διαλύσουν συντεχνιακά συμφέροντα, κομματικές εξαρτήσεις και ρουσφετολογικές πρακτικές. Αλλά μόλις καταλαγιάσει το πράγμα, κανένας δεν επιτρέπει αλλαγές στην «δική» του περιοχή και αντιδρά λυσσαλέα σε κάθε σε οποιαδήποτε μεταρρύθμιση τον ξεβολεύει, έστω και κατ’ ελάχιστον.
Υπενθυμίζω ότι την φοβερή φράση «αυτή είναι η Ελλάδα», την είχε πει ο ίδιος ο τότε πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, για μια άλλη παλιότερη όμοια τραγωδία, το ναυάγιο του Σάμινα.
Η λύση σε αυτό το χρόνιο πρόβλημα δεν είναι απλή. Απαιτεί πολιτική βούληση, διαφάνεια, αυστηρότερους ελέγχους και έναν δικαστικό μηχανισμό που να λειτουργεί ταχύτερα και αποτελεσματικότερα. Παράλληλα, η κοινωνία πρέπει να απαιτήσει ουσιαστικές αλλαγές, χωρίς να παρασύρεται από επιφανειακές αντιδράσεις και προσωρινές εκρήξεις οργής. Μέχρι τότε, όμως, το δημόσιο αίσθημα θα συνεχίσει να συνοψίζεται σε μια φράση που ακούγεται όλο και πιο συχνά: «Στην Ελλάδα, κανείς δεν τιμωρείται και τίποτα δεν αλλάζει».