0

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press

της Κωνσταντίνας Δ. Καρακώστα

Επίκουρης Καθηγήτριας Νεότερης Ελληνικής Ιστορίας

Όλες αυτές τις ημέρες ακούμε διαρκώς από τους δημοσιολογούντες σε δημοσιογραφικά πάνελ, από τους πολιτικούς και από τους απλούς πολίτες για το «κοινό περί δικαίου αίσθημα» που νιώθουν ότι έχει πληγωθεί με την υπόθεση των Τεμπών και απαιτείται η αποκατάστασή του. Ποιο είναι όμως αυτό το κοινό αίσθημα δικαίου και σε τι ακριβώς παραπέμπει σε ένα κράτος δικαίου που οι εγγυήσεις των θεσμών όχι μόνο διασφαλίζονται, αλλά, κυρίως, αποτελούν προϋπόθεση για τη λειτουργία της δημοκρατίας; Ας μη μας διαφεύγει μάλιστα ότι μόνο σε ένα κράτος δικαίου μπορούν να υπάρχουν πολιτικά δικαιώματα, φιλελεύθερο πολιτικό σύστημα και γενικότερα όλες αυτές οι αξίες που θεωρούμε αυτονόητες στις αντιπροσωπευτικές φιλελεύθερες δημοκρατίες. 

Σε αυτές τις δημοκρατίες, λοιπόν, το κοινό περί δικαίου αίσθημα είναι το αίσθημα δικαιοσύνης; Είναι η δικαιοσύνη της κοινής λογικής; Είναι αυτό που θα θέλαμε να δούμε να αποδίδεται ως τιμωρία; Για παράδειγμα είναι ο πόνος που νιώθουμε όταν βλέπουμε την Αντιγόνη να πασχίζει να θάψει τον νεκρό αδερφό της, τον Πολυνείκη, κόντρα στους νόμους του Κρέοντα και ζητούμε την ανταμοιβή της για τη σπουδαία πράξη της και την αποκατάσταση της έννομης τάξης; Είναι κάτι τέτοιο ή είναι κάτι πιο απαιτητικό και πολυσύνθετο; Η πραγματικότητα λέει ότι το αίσθημα αυτό είναι μια επίκληση στην άποψη της κοινής γνώμης για το πώς θα έπρεπε ιδανικά να γίνει ο χειρισμός ενός ζητήματος κοινωνικού περιεχομένου. Μάλιστα αυτή η κοινή γνώμη πάντοτε σφυγμομετρείται δημοσκοπικά και συζητιέται δημοσιογραφικά και πολιτικά από άτομα που δεν υπηρετούν τις περισσότερες φορές τη νομική επιστήμη. Σκοπός τους είναι να ασκήσουν πίεση στα νομοθετικά και δικαστικά όργανα και να προκαλέσουν δικαστικές κρίσεις και πλάνες. 

Δεν αντιδικεί κανείς ότι ο νομοθέτης οφείλει να βρίσκεται σε επαφή με την κοινωνία και να την αφουγκράζεται. Η νομοθετική πολιτική άλλωστε χαράσσεται για τις ανάγκες τις κοινωνίας. Αυτό ωστόσο, δε σημαίνει ότι θα σύρεται από την κοινή γνώμη και θα πείθεται από αυτήν. Στην συνομιλία με την κοινή γνώμη ο νομοθέτης δεν μπορεί να παραβεί το Σύνταγμα και ό,τι βρίσκεται εκεί θεμελιωμένο. Εκεί, στο Σύνταγμα, αποτυπώνονται όλες οι διαδικασίες που έχουν γίνει στον μακρύ ιστορικό χρόνο για την προστασία των ατόμων από τις πολιτικές και κοινωνικές σκοπιμότητες. Εκεί, στο Σύνταγμα, βρίσκονται οι εγγυήσεις από τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης που κατά συγκυρία εμφανίζονται. 

Μήπως λοιπόν η επίκληση στο «κοινό περί δικαίου αίσθημα» θέτει στον πυρήνα της τη σχέση δικαίου και ηθικής; Όλοι μας, μπορούμε να επικαλεστούμε κάποια στιγμή την ηθική. Οφείλουμε όμως να είμαστε προσεκτικοί στην ηθική των αντιδράσεων της κοινής γνώμης, των υπεραπλουστεύσεων, της ισοπέδωσης, του λαϊκισμού και του τυφλού πάθους για εκδίκηση. Εκεί πρέπει να επεμβαίνει το κράτος δικαίου, για να αποκαταστήσει την αδικία και να αποδώσει το αίσθημα δικαιοσύνης. 

Είναι υπόθεση της πολιτείας να μην αφήσει τους πολίτες της στο έλεος της εκδίκησης του κάθε ιδιώτη ανάλογα με το πώς κρίνει το δίκαιο ή όχι. Οι όροι της κοινωνικής συμβίωσης πρέπει να χαλιναγωγούνται πέρα και έξω από συντεχνιακές σκοπιμότητες, πολιτικές ιδεολογικές, κομματικές συγκρούσεις, ανθρώπινες αδυναμίες και πάθη.

You may also like

ΑΛΛΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ: Απόψεις