Οι επιστήμονες διερευνούν την αιτία των διαδοχικών σεισμών στη Σαντορίνη, με την καθηγήτρια Φυσικής Γεωγραφίας του ΕΚΠΑ, Εύη Νομικού, να τονίζει ότι το ζητούμενο είναι να μην υπάρξει μετατόπιση της σεισμικής δραστηριότητας βορειοανατολικά προς το ρήγμα της Αμοργού, το οποίο προκάλεσε τον ισχυρό σεισμό του 1956.
Μιλώντας στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ, η Εύη Νομικού εξήγησε: «Τα επίκεντρα επανατοποθετούνται, επιτρέποντάς μας να εντοπίσουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια τις θέσεις των σεισμών και τα σημεία όπου σπάνε τα πετρώματα στα βάθη της γης. Οι σεισμολόγοι έχουν εγκαταστήσει πολλούς σταθμούς παρακολούθησης όχι μόνο στη Σαντορίνη, αλλά και στην Ίο, την Αμοργό, την Άνυδρο, την Αστυπάλαια και την Ανάφη. Έτσι, μπορούμε να προσδιορίσουμε εκ νέου τη θέση των επικέντρων και τα ρήγματα που ενεργοποιούνται σε αυτή τη σεισμογενή περιοχή, η οποία παρουσιάζει έντονη δραστηριότητα τις τελευταίες δύο εβδομάδες».
«Η ανησυχία μας είναι ότι όλος αυτός ο σεισμογόνος χώρος έχει δίπλα του μεγάλες ενεργές ρηξιγενείς ζώνες, όπως το μεγάλο ρήγμα της Αμοργού (που έδωσε τον μεγάλο σεισμό το 1956). Δεν θέλουμε τα επίκεντρα των σεισμών να πηγαίνουν προς τα βορειοανατολικά (όπου βρίσκεται το ρήγμα αυτό). Επίσης δεν θέλουμε να υπάρχει καμία επιρροή της σεισμικής διέγερσης στο υποθαλάσσιο ηφαίστειο του Κολούμπου, που βρίσκεται βορειανατολικά της Σαντορίνης και γειτονεύει με αυτά τα ρήγματα» συμπλήρωσε.
Ωστόσο, πολλές από τις δονήσεις καταγράφονται δίπλα στο συγκεκριμένο ρήγα με την κ. Νομικού να εξηγεί: «Είναι ένας σεισμογόνος χώρος ο οποίος έχει ενεργοποιηθεί και ήδη από μόνος του πάρα πολλά μικρότερα ρήγματα που θέλουν να βγουν προς την επιφάνεια. Η αιτία, γιατί αυτά τα ρήγματα θέλουν να βγουν στην επιφάνεια είναι κάτι που ακόμα διερευνούμε. Η πιο πιθανή όμως αιτία είναι η διέλευση ρευστών από μεγαλύτερους μαγματικούς θαλάμους από τα έγκατα της γης, τα οποία καθώς ανεβαίνουν μετακινούν τον υποθαλάσσιο πυθμένα».
Σημείωσε, δε, πως «δεν έχουμε ξαναζήσει σμηνοσειρά σε ηφαιστειακό περιβάλλον» και τόνισε πως «αυτή τη στιγμή τα δεδομένα δεν μας δείχνουν κανένα στοιχείο ηφαιστειακής έκρηξης. Τα σενάρια είναι για επιστημονικά συνέδρια όχι για να τα εκθέτουμε στον κόσμο».
Η καθηγήτρια μίλησε και στην ΕΡΤ λέγοντας πως: «Πρέπει να αποφύγουμε να χρησιμοποιούμε λέξεις όπως οι ηφαιστειακές εκρήξεις, γιατί ο κόσμος πάντοτε στο μυαλό του έχει την έκρηξη του ηφαιστείου της Σαντορίνης πριν 3600 χρόνια, με τα πολύ μεγάλα καταστροφικά αποτελέσματα. Είναι ένα φαινόμενο το οποίο το παρακολουθούμε και θα πρέπει να το ερμηνεύουμε όχι σε επιστημονικά συνέδρια που θα το κάνουμε παρακάτω, αλλά στο να το κατανοούν οι κάτοικοι των τριγύρω περιοχών».
Όσον αφορά στα νέα στοιχεία για την ανύψωση της καλντέρας κατά 4 εκατοστά η καθηγήτρια εξήγησε: «Όλη η καλντέρα της Σαντορίνης σαφέστατα έχει ένα τεράστιο μαγματικό θάλαμο. Ο μαγματικός θάλαμος, το ρευστό, κινείται κατά χρονικούς περιόδους, όπως γίνεται σε όλα τα ηφαίστεια σε όλο τον κόσμο. Αυτή την περίοδο, από τον Αύγουστο του 2024 έχουμε παρατηρήσει με μετρήσεις και δορυφορικές απεικονίσεις αυτά τα 4 εκατοστά. Άρα σημαίνει ότι έχουμε μία κίνηση. Δεν σημαίνει όμως ότι είναι κάτι πάρα πολύ ανησυχητικό έτσι ώστε να μπορέσουμε να πούμε ότι έχουμε κένωση της Σαντορίνης. Είναι ένα φαινόμενο το οποίο το παρακολουθούμε από τον Αύγουστο του 2024 και γι αυτό έχουν μπει περισσότεροι γεωδαιτικοί σταθμοί και γίνονται περισσότερες δορυφορικές απεικονίσεις. Ακόμα και σήμερα θα γίνουν βαρυτικές μετρήσεις, δηλαδή θέλουμε να δούμε τη βαρύτητα και τη μάζα, τη μάζα και την πυκνότητα των πετρωμάτων μέσα στην καλντέρα της Σαντορίνης, στα έγκατα της γης. Και αυτό το εκτελεί η Γεωγραφική Υπηρεσία Στρατού».
Η κ. Νομικού σε ερώτηση για το εάν υπάρχει τελικά ένας συσχετισμός μεταξύ του μάγματος και των ρηγμάτων που έχουν ως αποτέλεσμα της δονήσεις απάντησε: «Δεν το αρνηθήκαμε ποτέ. Πάντοτε λέγαμε ότι είναι ένας χώρος όπου έχεις ένα υποθαλάσσιο ηφαίστειο του Κολούμπου. Έχεις μαγματικές διεργασίες πολύ βαθύτερες, άρα πρέπει να εξετάσουμε προσεκτικά τη σχέση ηφαιστειότητας και τεκτονικής. Αυτά τα δύο μεγέθη αλληλοεπηρεάζονται. Δεν το αρνήθηκε κανένας, απλά οι μηχανισμοί γένεσης που μας δίνουν οι σεισμολόγοι δείχνουν ότι αυτοί οι σεισμοί είναι τεκτονικοί. Δηλαδή έχουμε μετακινήσεις του υποθαλάσσιου πυθμένα».