0

Για πρώτη φορά η χώρα οδηγείται σε δυο αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις, με δύο διαφορετικούς εκλογικούς νόμους, που δεν έχουν εφαρμοστεί ποτέ πριν. Ακόμα και οι εκλογολόγοι περιμένουν να δουν πως θα λειτουργήσουν στην πράξη.

Ο κ. Μητσοτάκης, με αυτούς τους δυο εκλογικούς νόμους στο συρτάρι του και με άγνωστες, ακόμα, τις βασικές παραμέτρους τους, αναζητά  την κατάλληλη Κυριακή  για την πρώτη εκλογική  αναμέτρηση. Μιλώντας στο δίκτυο Bloomberg στις 22  Σεπτεμβρίου είχε αναφέρει  δύο περιόδους για τις εκλογές. «Θα έχουμε εκλογές την άνοιξη ή αρχές του καλοκαιριού του 2023».  Λίγες μέρες αργότερα, σε ομιλία του στην Κ.Ο. του  ΕΛΚ στην Κρήτη, τις προσδιόρισε για την «άνοιξη του 2023».

Οι ημερομηνίες

«Κυριακή κοντή γιορτή» λένε,  άρα  σε λιγότερο από έξι μήνες, κατά τα λεγόμενα του, θα πρέπει να προκηρυχθούν οι εκλογές της απλής αναλογικής.

Λογικό είναι λοιπόν, να ξεκινήσει και το «γαϊτανάκι» των ημερομηνιών μεταξύ κομμάτων, υποψηφίων και ΜΜΕ, που αρχίζει με Κυριακές από τα τέλη Μαρτίου και  φτάνει το κατακαλόκαιρο, στις πρώτες Κυριακές του Ιουλίου…

Ασφαλώς και ο πρωθυπουργός,  δεν προτίθεται να  ανακοινώσει ούτε στους συνεργάτες του την ακριβή ημερομηνία, στην οποία πιθανόν να μην έχει καταλήξει οριστικά. Τελευταία, όμως, φαίνεται πως στο τραπέζι του Μεγάρου Μαξίμου, βρίσκεται το σενάριο διεξαγωγής των εκλογών την άνοιξη,  για να μη διαταραχθούν και οι Πανελλαδικές εξετάσεις του Ιουνίου.

Και φαίνεται παράδοξο το γεγονός, πως σε μια εκλογική χρονιά με δύο κάλπες κοντά στις Πανελλαδικές, το  υπουργείο Παιδείας έσπευσε για πρώτη φορά, από τον Σεπτέμβριο, να προβεί σε ανακοίνωση για το χρόνο διεξαγωγής και το πρόγραμμα τους , ενώ το 2021 το πρόγραμμα  ανακοινώθηκε στις 12 Μαΐου και το 2019 πριν την πανδημία, στις 28 Μαρτίου. Υπήρχε άραγε κάποια συνεννόηση της κυρίας Κεραμέως με τον πρωθυπουργό ή απλά βιάστηκε;

Με προσδιορισμένο, πια, το χρόνο των πανελλαδικών εξετάσεων από τις 2 Ιουνίου  και με δεδομένη τη θέση της κυβέρνησης να μη διαταράξει το πρόγραμμα τους, ο Ιούνιος βγαίνει εκτός των σχεδιασμών και των σεναρίων για προσφυγή στις κάλπες.

Έτσι οι εκτιμήσεις για την πρώτη κάλπη, οδηγούν  σχεδόν μαθηματικά στις δύο τελευταίες Κυριακές του Μαρτίου και στις δύο πρώτες του Απριλίου, με πιθανότερη την Κυριακή των Βαΐων, ώστε οι ετεροδημότες να μη χρειαστεί να επαναλάβουν,  μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα το ίδιο ταξίδι για το Πάσχα. Σε μια τέτοια  περίπτωση οι δεύτερες εκλογές με το πλειοψηφικό σύστημα μπορεί να διεξαχθούν τέλη Μαΐου, αν βέβαια προχωρήσει και το σχέδιο για  σύντμηση  των χρονοβόρων διαδικασιών, ώστε και ο χρόνος της υπηρεσιακής κυβέρνησης να μην ξεπεράσει τις 20 -25  μέρες.

Οι στρατηγικές των δυο κομμάτων

Στο  ερώτημα  του χρόνου διεξαγωγής των εκλογών,  απάντηση δεν πρόκειται να δώσει ο πρωθυπουργός, παρά μόνο όταν το κρίνει αναγκαίο και όταν, πια, θα έχουν αξιολογηθεί  προσεκτικά από το επιτελείο του, οι επιπτώσεις της ακρίβειας και του δύσκολου χειμώνα.

Η άποψή του μέχρι τώρα, είναι πως όχι μόνο αυτές θα είναι αμελητέες -πάντα εκτός νέου απροόπτου- αλλά αντίθετα θα επιβεβαιώσουν  τη διαχειριστική ικανότητα της κυβέρνησης και την κοινωνική προσέγγιση της στην αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης.

Μέχρι τότε η στρατηγική του κ. Μητσοτάκη θα παραμείνει η ίδια και θα αξιοποιεί  τις εντάσεις και τις πολώσεις που δημιουργούν άλλοι, για να συσπειρώνει τους ψηφοφόρους του. Είτε αυτές προέρχονται από την επιθετικότητα της τουρκικής ηγεσίας και τις απειλές της (που τα δικά μας μέσα ενημέρωσης μεταφέρουν με περισσή ευκολία, δημιουργώντας  κλίμα φόβου στην κοινωνία) –  είτε από τον ΣΥΡΙΖΑ και τον αρχηγό του, που ανεβάζει τους τόνους και αποδίδει στην πολιτική της κυβέρνησης,  ακόμα και… το βιασμό της δωδεκάχρονης από τον Κολωνό..

Τι «βλέπει» μόνο ο Τσίπρας

Η πολιτική τακτική του κ. Τσίπρα, έγινε ακόμα πιο σαφής στην ομιλία του στην  Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ. Περιέγραψε μια εικόνα, που δεν βλέπουν όλοι οι πολίτες.  Μίλησε για  «καθεστώς» Μητσοτάκη  που θα μας οδηγήσει  σε «νέες τραγωδίες», τον κατηγόρησε ότι προκαλεί «βλάβες στο σώμα της κοινωνίας που μπορεί γίνουν ανήκεστες» και πως υπάρχει  «παραγωγή της βίας και της σήψης, που βλέπουμε ήδη να πολλαπλασιάζεται ενίοτε και με τον πιο απεχθή τρόπο της κακοποίησης παιδιών…».

Μπροστά σε αυτήν την παράδοξη και χωρίς εμφανή στρατηγική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ,  που κατατρίβεται με μια τεχνητή εικόνα της κοινωνίας που κατασκευάζει το ίδιο το κόμμα και ο αρχηγός του, ο πρωθυπουργός, λένε οι συνεργάτες του, ασχολείται με την πραγματικότητα και τις ανάγκες της κοινωνίας, απέναντι στο κύμα ακρίβειας και την ενεργειακή κρίση που το προκαλεί προβάλλοντας τη σταθερότητα  σ ένα εκρηκτικό περιβάλλον.

Απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ

Απέναντι στον κ. Τσίπρα και τους συντρόφους του, που το μόνο σύνθημα τους είναι «να φύγει ο Μητσοτάκης από το Μέγαρο Μαξίμου»  και να δημιουργήσει «αντιμητσοτακικό μέτωπο» , ο πρωθυπουργός , σύμφωνα με το περιβάλλον του, παραμένει, χωρίς ακρότητες και με κοινωνική ευαισθησία, κυρίαρχος στο κέντρο, καθώς πιστεύει πως «η χώρα πρέπει να κυβερνάται από το Κέντρο» που είναι «πεδίο συγκερασμού των πλειοψηφικών δυνάμεων, γιατί πάντα οι περισσότεροι πολίτες αυτοπροσδιορίζονται κοντά στο Κέντρο».

Με αυτή την πολιτική του, έχει εξωθήσει τον κ. Τσίπρα στα άκρα, εκεί που βρέθηκε να διαδηλώνει υπέρ του Κουφοντίνα, να μην ψηφίζει τις αμυντικές και στρατιωτικές συμφωνίες με ΗΠΑ και Γαλλία, ούτε καν το εξοπλιστικό πρόγραμμα της χώρας και την τμηματική οριοθέτηση της  ΑΟΖ Ελλάδας – Αιγύπτου.

Τα μυστικά της αυτοδυναμίας

Στη ΝΔ, όμως, δεν εφησυχάζουν, καθώς η επίτευξη της αυτοδυναμίας καθίσταται ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα. Ο εκλογικός νόμος που η ίδια ψήφισε, βάζει πολλά εμπόδια στο δρόμο της αυτοδυναμίας, πολύ περισσότερο που σε αυτές τις εκλογές, δεν έχει τόση σημασία η διαφορά των δύο κομμάτων,  όσο το  ποσοστό που θα λάβει το πρώτο κόμμα και στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις.

Αν στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση,  η ΝΔ βρεθεί  κοντά στο 34-35 %  και ο ΣΥΡΙΖΑ γύρω από το  30%,  τότε το πρώτο κόμμα θα αποκτήσει δυναμική αυτοδυναμίας, θα συσπειρώσει ακόμα περισσότερο τους οπαδούς του και θα εισπράξει ψήφους και από εκείνους τους κεντρογενείς πολίτες που επιθυμούν τη σταθερότητα και όχι  τις περιπέτειες.

Αντίθετα αν το ποσοστό της ΝΔ είναι  κοντά στο 30% και ο ΣΥΡΙΖΑ στο 26-27 , τότε η εμφανής αδυναμία επίτευξης αυτοδυναμίας της  – που  θα κριθεί σε ποσοστά  πάνω από το  37% –   θα αποσυσπειρώσει τον  κόσμο της και θα δώσει ώθηση στα κόμματα της αντιπολίτευσης. Το δεύτερο σημείο για την επίτευξη αυτοδυναμίας, ως γνωστόν, αφορά το ποσοστό των κομμάτων που θα μείνουν εκτός Βουλής. Το ποσοστό αυτό κυμάνθηκε  την τελευταία δεκαετία μεταξύ  6-9%. Στις εκλογές του 2019 έφτασε το 8,15%.

Τα εκτός Βουλής κόμματα

Αν όμως λόγω της πόλωσης, ένα κόμμα –πχ. το ΜέΡα25 του κ. Βαρουφάκη, που δείχνει σημάδια αδυναμίας και «αιμορραγεί» από τη φυγή βουλευτών του – δεν περάσει το 3%, τότε  το ποσοστό των εκτός βουλής κομματικών σχηματισμών μπορεί να ξεπεράσει το 10% . Και όσο αυξάνεται αυτό το ποσοστό, τόσο μειώνεται το όριο για την αυτοδυναμία. Με ένα ποσοστό 10% το όριο για την  αυτοδυναμία θα πέσει κάτω του 37%.

Στην ουσία η είσοδος ενός κόμματος στη Βουλή ή μη είσοδου του, προσθέτει ή αφαιρεί, αντίστοιχα,  4-5 έδρες στο πρώτο κόμμα.

 Εκλογικά συστήματα και διαφορές

Με την απλή αναλογική για να λάβει ένα κόμμα 151 έδρες απαιτείται ποσοστό κοντά στο 46 % και με το ποσοστό των εκτός βουλής κομμάτων στο 8%. Με την ενισχυμένη αναλογική και το ίδιο ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων, απαιτείται ποσοστό 38% . Ο εκλογικός νόμος αναφέρει πως το πρώτο κόμμα που θα λάβει 25% θα πάρει 20 έδρες μπόνους  και για κάθε 0,5 της μονάδας πάνω από το 25%, θα λαμβάνει και από μια έδρα ακόμη.

Τελικά, όποιο μήνα και αν  διεξαχθούν  οι πρώτες εκλογές,  έχουν, σαφώς,  κρισιμότερη σημασία από τις δεύτερες, αφού τα ποσοστά που θα λάβουν τα κόμματα και κυρίως το πρώτο, θα προσδιορίσουν, λίγο πολύ, και τη μορφή της κυβέρνησης που θα έχουμε μετά τη δεύτερη εκλογή. Αυτοδύναμη ή συνεργασίας και με ποιους.

 

You may also like

ΑΛΛΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ: Απόψεις