Στο τρίπτυχο «εκπαίδευση, συμβουλευτική στήριξη και συνεργασία» στον πρωτογενή τομέα, στάθηκε ο υφυπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Σταύρος Κελέτσης, κατά την τοποθέτησή του στο«Delphi Economic Forum 2024» με θέμα: «Η Γεωργία μπροστά στις παγκόσμιες προκλήσεις».
Όπως είπε, η πλειοψηφία των νέων που εισέρχονται στον πρωτογενή τομέα είναι ανεκπαίδευτοι και για αυτό πρέπει να πέσει το βάρος στην εκπαίδευσή τους.
Επίσης, σύμφωνα με τον ίδιο, θα πρέπει «να έχουν συμβουλευτική στήριξη στο πλευρό τους» λαμβάνοντας τις κατάλληλες συμβουλές για την καλλιέργειά τους.
Μιλώντας για τη δημιουργία συνεργατικής κουλτούρας στη χώρα μας, ο κ. Κελέτσης σημείωσε ότι προς αυτή την κατεύθυνση «έγινε προσπάθεια από την κυβέρνηση» λέγοντας ότι «το μέλλον είναι η συνεργασία» καθώς μέσω αυτής δημιουργείται οικονομία κλίμακας και οι συμμετέχοντες έχουν καλύτερη πρόσβαση στις αγορές. Επισήμανε ότι τα προϊόντα που παράγει η χώρα δεν θα πρέπει να είναι μόνο ποιοτικά, αλλά και ανταγωνιστικά.
Μιλώντας για την κλιματική κρίση, ο υφυπουργός τόνισε ότι θα πρέπει να έχουμε πιο ανθεκτικές καλλιέργειες, αλλά και να «δούμε ποιες παραγωγές θέλουμε και να τις προσαρμόσουμε στα νέα δεδομένα».
Τέλος, σε αναφορά του στην ΚΑΠ, ο κ. Κελέτσης εκτίμησε ότι υπάρχουν βήματα προς αυτή την κατεύθυνση, όμως «ίσως έγιναν με γρηγορότερα βήματα από αυτά που μπορούσαν να τρέξουν οι αγρότες» τονίζοντας ότι η ελληνική πλευρά έχει υποβάλει διορθωτικές προτάσεις.
Κάλεσμα σε όλα τα κόμματα να συμφωνήσουν σε μια συνολική αγροτική πολιτική, απηύθυνε ο περιφερειάρχης Θεσσαλίας, Δημήτρης Κουρέτας. Ανέφερε ότι η χώρα μας είναι ελλειμματική σε ό,τι αφορά την παραγωγή μαλακού σιταριού, μιας και καταναλώνει 1 εκατ. τόνους και παράγει 250.000 τόνους ετησίως. «Είναι η ώρα, η Θεσσαλία να καλλιεργηθεί και με μαλακό σιτάρι και να αποκτήσουμε απόθεμα μαλακού σιταριού στη χώρα» δήλωσε.
Για το βαμβάκι υπογράμμισε ότι στη χώρα μας καλλιεργείται το 60% της ευρωπαϊκής παραγωγής. Στη χώρα μας αποφέρει περί τα 200 εκατ. ευρώ από τις εξαγωγές. Όμως το πρόβλημα, όπως σημείωσε, είναι ότι έχει προορισμό την Τουρκία, όπου εκεί γίνεται νήμα και το επανεισάγουμε με κόστος κοντά στο ένα δισ. ευρώ.
«Αν γινόταν εδώ το νήμα, θα βγάζαμε εμείς ένα δισ.» είπε και αναρωτήθηκε «γιατί οι κυβερνήσεις δεν επιδοτούν το ρεύμα στην κλωστοϋφαντουργία όπως κάνουν σε άλλους παραγωγικούς κλάδους;».
«Κλειδί» αποτελούν τα συνεργατικά σχήματα στον πρωτογενή τομέα, ανέφερε κατά την ομιλία του ο γενικός διευθυντής, της τράπεζας Πειραιώς, Αλκιβιάδης Αλεξάνδρου. Σημείωσε ότι αποτελεί προτεραιότητα η δημογραφική ανανέωση των εμπλεκόμενων στον πρωτογενή τομέα, συμπληρώνοντας ότι «όσο τους ενισχύουμε, θα μπορέσουμε να ενισχύουμε και την οικονομία μας».
Ανέφερε ότι η υλοποίηση πρακτικών όπως της αναγεννητικής γεωργίας, είναι ζητούμενο για όλο τον πλανήτη και τη χώρα μας.
Η προσαρμογή της γεωργίας σε ένα εντελώς διαφορετικό μοντέλο γεωργίας, είναι μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του πρωτογενούς τομέα, σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Συνεταιριστικής Τράπεζας Καρδίτσας, Πάνο Τουρναβίτη. Σημείωσε ότι για να γίνει βιώσιμο το μέλλον, θα πρέπει όλοι όσοι απασχολούνται στον πρωτογενή τομέα να αλλάξουν νοοτροπία. «Να κάτσουμε σε ένα τραπέζι, αγρότες, επιχειρήσεις, και να συζητάμε πως θα κάνουμε το μέλλον βιώσιμο» είπε, προσθέτοντας ότι «έχει περάσει η εποχή που κάθε αγρότης μόνος του μπορούσε να χαράξει τη στρατηγική του».
Πολλές είναι οι απειλές με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπος ο κλάδος της γεωργίας, ανέφερε ο καθηγητής Αγρονομίας της Αμερικανικής Γεωργικής Σχολής, Αθανάσιος Γκέρτσης, κατά την τοποθέτησή του.
Υποστήριξε ότι για την αντιμετώπιση αυτών, η γεωργία ακριβείας αποτελεί μια στρατηγική διαχείρισης. «Πρέπει να αναπτύξουμε νέες στρατηγικές διαχείρισης για τα νέα δεδομένα που θα έχουν ως γνώμονα όλη την τεχνολογία» ανέφερε.
«Πρέπει να αλλάξουμε κουλτούρα πάνω στη παραγωγή», δήλωσε ο πρόεδρος του Αγροτικού Πτηνοτροφικού Συνεταιρισμού Ιωαννίνων «Πίνδος», Ανδρέας Δημητρίου. Παράλληλα σημείωσε ότι ως χώρα θα πρέπει να «παραγάγουμε προϊόντα υψηλής διατροφικής αξίας, ενώ θα πρέπει να διασφαλίζουμε και την επάρκεια των προϊόντων». Επίσης, σύμφωνα με τον ίδιο, η πολιτεία θα πρέπει να σχεδιάζει μακροπρόθεσμα στρατηγικά «για το σύνολο της αγροτικής παραγωγής και οικονομίας, αλλά και για κάθε κλάδο ξεχωριστά».
Οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης είναι μια από τις προκλήσεις με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπος ο πρωτογενής τομέας, αλλά και κατ’ επέκταση και η μεταποίηση, σημείωσε ο διευθύνων σύμβουλος και διευθυντής της ROUSSAS DAIRY S.A., Αλέξανδρος Μπότος.
Ο κ. Μπότος στάθηκε στον πόλεμο της Ουκρανίας που είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση των τιμών στις ζωοτροφές, καθώς και στα υψηλά επιτόκια που έχουν κάνει «πιο ακριβό το χρήμα». Επισήμανε τέλος, ότι η έλλειψη εργατών είναι ένα μεγάλο ζήτημα, καθώς «χωρίς εργατικά χέρα η πρωτογενής παραγωγή πεθαίνει» όπως είπε.
Όσο πιο κατακερματισμένος είναι ένας κλάδος, τόσο πιο δύσκολο είναι για αυτόν να πετύχει υπεραξία, ανέφερε ο αναπληρωτής διευθυντής της Βιοζωκάτ, Αλέξανδρος Τριανταφύλλου.
Μιλώντας για τα προβλήματα με τα οποία βρίσκεται αντιμέτωπος ο πρωτογενής τομέας, στη κορυφή της λίστας έβαλε την κλιματική κρίση. Ακολουθεί η γεωπολιτική κρίση (σ.σ. πόλεμος στη Ουκρανία, στη Μέση Ανατολή) ενώ όπως τόνσε «δεν θα πρέπει να ξεχνάμε τα παθολογικά νοσήματα» όπως η πανώλη στους χοίρους κ.ά..
«Είμαστε πίσω σε ένα προϊόν που νομίζουμε ότι το έχουμε ‘εκτοξεύσει’ και ότι πάμε καλά» είπε κατά την τοποθέτησή του ο ιδρυτής των Olive Oil Seminars, Βασίλης Φραντζολάς. Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσίασε, μόλις το 3,5% του ελληνικού ελαιολάδου που εξάγεται είναι τυποποιημένο, όταν το ίδιο ποσοστό στην Τυνησία φτάνει το 12,5% και στη Τουρκία το 4,5%. «Εάν δεν εξάγουμε τυποποιημένο προϊόν, δεν γίνεται τίποτα» είπε και πρόσθεσε ότι «δεν υπάρχει παιδεία και εκπαίδευση στον τομέα», υπογραμμίζοντας ότι στη χώρα δεν λειτουργεί ούτε μια σχολή για τη ελιά και το ελαιόλαδο.
Ο πρωτογενής τομέας είναι και περιβαλλοντικός τομέας σημείωσε ο πρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού «Ένωση Αγρινίου», Θωμάς Κουτσουπιάς. Αυτός ήταν και ο λόγος που όπως είπε ξεκίνησε πριν από 12 χρόνια ο συνεταιρισμός να ασχολείται με τα φωτοβολταϊκά. Μέχρι στιγμής ο συνεταιρισμός έχει περί τα 550 αγροτικά φωτοβολταϊκά και όπως δήλωσε «με το νόμο του 2018, ασχολούμαστε με τις ενεργειακές κοινότητες».
Οι επενδύσεις που υλοποιήθηκαν ή είναι σε φάση υλοποίησης, είναι κοντά στα 600 εκατ. ευρώ και αφορούν στα φωτοβολταϊκά, αιολικά πάρκα αλλά και στο βιοαέριο. Κάτι που, όπως σημείωσε, δίνει στον αγρότη «μεγαλύτερη δύναμη για να μπορεί να κάνει με μεγαλύτερη ασφάλεια τις αγροτικές του δραστηριότητες».
Η έλλειψη αγροτικού δυναμικού είναι ένα από τα κύρια προβλήματα με οποία βρίσκονται αντιμέτωπες οι επιχειρήσεις στον πρωτογενή τομέα, είπε η σύμβουλος του ΔΣ της INTERCOMM FOODS SA, Ιωάννα-Αλεξάνδρα Σαΐτη. Χαρακτήρισε «πρωτόγνωρη» την κατάσταση στη Θεσσαλία μετά από τις πλημμύρες προσθέτοντας ότι η εταιρία προχωρά σε επενδύσεις θωράκισης σε αντίστοιχα μελλοντικά συμβάντα, αλλά και επενδύσεις στην παραγωγική της διαδικασία.
«Πιστεύουμε στον ελληνικό αγροτικό τομέα» είπε.
Τέλος, ο γενικός διευθυντής της Roullier – Timac Agro, Μπρούνο Καχρίλας, χαρακτήρισε την κλιματική κρίση ως την κυριότερη πρόκληση με την οποία βρίσκεται αντιμέτωπος ο πρωτογενής τομέας.
Είπε ότι υπάρχει ανάγκη ηλικιακής ανανέωσης του ανθρώπινου στη χώρα μας ενώ χρειάζονται νέες τεχνολογίες αλλά και περαιτέρω συνεργασίες. Μέσω αυτών, όπως είπε, οι αγρότες θα επωφεληθούν από την οικονομία κλίματος που θα δημιουργηθεί.
Καταλήγοντας, υπογράμμισε ότι ως χώρα θα πρέπει να εστιάσουμε στη διαφοροποίηση των προϊόντων μας και θα πρέπει να προσέξουμε «να έχουν συνέπεια στην ποιότητα και την ποσότητα».