0

Η τεράστια διαφορά ανάμεσα στο κόστος αγοράς και τη τελική τιμή διάθεσης των καυσίμων, κυρίως λόγω των φόρων, έχει δημιουργήσει ιδανικές συνθήκες για κυκλώματα που εκμεταλλεύονται τόσο την αδυναμία των καταναλωτών όσο και τα κενά του ελεγκτικού μηχανισμού.

Ένα από τα πιο εκτεταμένα δίκτυα λαθρεμπορίας και εξαπάτησης οδηγών, που αποκαλύφθηκε τα τελευταία χρόνια, αφορά 250 πρατήρια καυσίμων σε όλη τη χώρα. Μέσω συνεργασίας με εταιρείες εγκατάστασης αντλιών, οι πρατηριούχοι χρησιμοποίησαν εξειδικευμένο λογισμικό για να κλέβουν καύσιμα από τα ρεζερβουάρ των οχημάτων χωρίς να το αντιλαμβάνονται οι οδηγοί. Με αυτό το σύστημα, οι καταναλωτές πλήρωναν κανονικά, αλλά έπαιρναν έως και 30% λιγότερο καύσιμο.

Το κύκλωμα δεν περιοριζόταν μόνο στη νοθεία καυσίμων για τους οδηγούς, αλλά εκτεινόταν και στη διακίνηση τεράστιων ποσοτήτων λαθραίου καυσίμου, ενώ οι δύο εταιρείες που παρείχαν το λογισμικό συνεργάζονταν και για την παράνομη διακίνηση, πιθανώς νοθευμένων καυσίμων, στην εγχώρια και διεθνή αγορά.

Για να πετύχουν τον σκοπό τους, το ηγετικό μέλος μαζί με άλλα μέλη της οργάνωσης, διέθετε έναντι αμοιβής στα πρατήρια καυσίμων ένα παράνομο εξειδικευμένο πρόγραμμα, το οποίο επικοινωνούσε με τις αντλίες των πρατηρίων και παρέκαμπτε το νόμιμο σύστημα εισροών – εκροών, ενώ παράλληλα επέτρεπε τη διενέργεια παραδόσεων καυσίμων χωρίς την έκδοση φορολογικών δελτίων εσόδων.

Το εν λόγω «έξυπνο πρόγραμμα» αφενός ήταν εγκατεστημένο στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές των πρατηρίων με ειδικές δικλείδες ασφαλείας ώστε να μην εντοπίζεται από τις ελεγκτικές Αρχές, αφετέρου έδινε τη δυνατότητα στους πρατηριούχους να ορίζουν το ποσοστό καυσίμου που θα παρακρατούσε η κάθε αντλία (συνήθως από 10 έως 30%).

Το πρόγραμμα έδινε τη δυνατότητα εξαγωγής του παράνομου πλεονάσματος χωρίς να εκδίδεται απόδειξη και χωρίς να καταγράφονται στο σύστημα εισροών – εκροών, ενώ ένα διαφορετικό πρόγραμμα αποθήκευε τα στοιχεία των αποδείξεων που δεν εκδίδονταν, ώστε ο πρατηριούχος, σε περίπτωση που χρειαζόταν, να έχει τη δυνατότητα εκ των υστέρων εκτύπωσης.

Η τεχνική υποστήριξη του προγράμματος πραγματοποιούνταν από 8 συλληφθέντα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, οι οποίοι ήταν υπάλληλοι και τεχνικοί της εταιρείας, ενώ μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται και προγραμματιστής – ιδιοκτήτης εταιρείας, που είχε δημιουργήσει το πρόγραμμα εισροών – εκροών και το «έξυπνο πρόγραμμα» παραβίασης του φορολογικού μηχανισμού, ώστε να μην εκδίδονται αποδείξεις.

Η απάτη αυτή ήταν εξαιρετικά κερδοφόρα, με τις εταιρείες που προμήθευαν το λογισμικό να εισπράττουν 100.000 ευρώ μηνιαίως από κάθε πρατηριούχο που συμμετείχε, ενώ η συνολική ζημία για τους καταναλωτές ξεπερνά τα 100 εκατομμύρια ευρώ μέσα σε μόλις έξι μήνες.

Σύμφωνα με την εκπρόσωπο Τύπου της ΕΛ.ΑΣ., Κωνσταντία Δημογλίδου, η αστυνομική έρευνα, που ξεκίνησε τον Νοέμβριο, ήταν ιδιαίτερα απαιτητική, καθώς οι πρατηριούχοι είχαν τη δυνατότητα να ελέγχουν απομακρυσμένα το παράνομο λογισμικό μέσω κινητού τηλεφώνου, καθιστώντας δύσκολο τον εντοπισμό της απάτης από τους ελεγκτικούς μηχανισμούς. Όπως εξήγησε, το λογισμικό ήταν εγκατεστημένο στον κεντρικό υπολογιστή του πρατηρίου, αλλοιώνοντας τις ενδείξεις του συστήματος εισροών-εκροών και επιτρέποντας στους παραβάτες να παραδίδουν λιγότερο καύσιμο από αυτό που πλήρωνε ο καταναλωτής, αποκομίζοντας παράνομα κέρδη.

Από την πλευρά των βενζινοπωλών, η πρόεδρος της Ένωσης Βενζινοπωλών Αττικής, Μαρία Ζάγκα, επισήμανε ότι το πρόβλημα δεν αφορά μόνο τους επιτήδειους πρατηριούχους, αλλά και τις μητρικές εταιρείες που τους προμηθεύουν τις αντλίες και δίνουν τα σήματα χωρίς ουσιαστικούς ελέγχους.

Παρά τις συλλήψεις, μόλις 10 από αυτά τα πρατήρια έχουν σφραγιστεί με τη διαδικασία του αυτοφώρου, ενώ η λίστα των παραβατών παραμένει επτασφράγιστο μυστικό. Η αστυνομία προτρέπει τους πολίτες να είναι ιδιαίτερα προσεκτικοί, επισημαίνοντας πως οι πολύ χαμηλές τιμές καυσίμων μπορεί να είναι ένδειξη απάτης.

You may also like

ΑΛΛΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ: Ειδήσεις