0

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press

Τα σύννεφα στη Μέση Ανατολή και οι διαστάσεις που λαμβάνει ο πόλεμος του Ισραήλ με την Χαμάς έχουν δημιουργήσει προβληματισμό για το κατά πόσον είναι ικανά να επηρεάσουν αρνητικά την ελληνοτουρκική προσέγγιση. 

Η έναρξη των συγκρούσεων ήταν η αφορμή για τον Ταγίπ Ερντογάν να κάνει εκ νέου στροφή 180 μοιρών και από την προσπάθεια εξομάλυνσης των σχέσεων της Τουρκίας με την Δύση, στην οποία είχε επιδοθεί μετά την Σύνοδο του ΝΑΤΟ τον Ιούλιο να περάσει στο άλλο άκρο εμφανιζόμενος ως προστάτης των μουσουλμάνων εξαπολύοντας μύδρους κατά του Ισραήλ και των Ηνωμένων Πολιτειών. «Είναι αυτό προμήνυμα ότι θα τορπιλίσει και τον διάλογο Ελλάδας – Τουρκίας επιστρέφοντας στην επιθετική ρητορική κατά της χώρας μας;» είναι ένα ερώτημα που τέθηκε σε κλειστές διπλωματικές συσκέψεις στην Αθήνα. Παρά τις ανησυχίες, όμως, τα κανάλια επικοινωνίας με την Άγκυρα παραμένουν ανοιχτά καθ’ όλο αυτό το διάστημα και σύμφωνα με κυβερνητικά στελέχη που έχουν επιφορτιστεί τις επαφές με την άλλη πλευρά του Αιγαίου η τουρκική κυβέρνηση δεν έχει προσώρας παρεκκλίνει από την διαδικασία που συμφωνήθηκε στις συναντήσεις των δύο ηγετών στο Βίλνιους και τη Νέα Υόρκη.

Διαφορετικές προσεγγίσεις

Προχωρώντας ένα βήμα παραπέρα η υφυπουργός Εξωτερικών, Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, πιστεύει ότι η κρίση στη Μέση Ανατολή μπορεί να λειτουργήσει ευεργετικά για τον ελληνοτουρκικό διάλογο. Σύμφωνα με την ανάλυση της αναδύεται με έντονο τρόπο ένα κοινό συμφέρον και τον δύο: «δε μπορούν να ζουν σε μια περιοχή η οποία εκρήγνυται.  Και η έκρηξη αυτή τη στιγμή στη Μέση Ανατολή αφορά και τους δύο μας. ‘Αρα  και οι δυο μας έχουμε κάθε συμφέρον να μην επεκταθεί αυτή η κρίση». Ακόμα και αν αντιμετωπίζουν τα όσα συμβαίνουν στη Γάζα εντελώς διαφορετικά και η προσέγγιση τους είναι εκ διαμέτρου αντίθετη. Η Ελλάδα πήρε από την αρχή μία ξεκάθαρη θέση καταδικάζοντας την τρομοκρατία της Χαμάς και στηρίζοντας το δικαίωμα του Ισραήλ στην αυτοάμυνα, ενώ ο Ταγίπ Ερντογάν κινείται σε αντίθετη γραμμή, στάση που δίστασε να χαρακτηρίσει «εκτός τόπου» ο κ. Μητσοτάκης μετά την τελευταία Σύνοδο Κορυφής.

Το νέο format

Η πιστή τήρηση του χρονοδιαγράμματος επιβεβαιώνεται και από την διεξαγωγή των συνομιλιών με θέμα τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών την Δευτέρα στην Άγκυρα. Οι συζητήσεις θα γίνουν με το νέο format που συμφωνήθηκε από τους κ. Μητσοτάκη και Ερντογάν και προβλέπει ότι η ευθύνη περνά στα υπουργεία Εξωτερικών με τους αξιωματικούς των υπουργείων Εθνικής Άμυνας να έχουν συμβουλευτικό ρόλο και έτσι, επικεφαλής της ελληνικής αποστολής θα είναι ο πρέσβης Θεοχάρης Λαλάκος.

Στη Θεσσαλονίκη

Η κρίσιμη ημερομηνία είναι η 7η Δεκεμβρίου, οπότε και θα διεξαχθεί στη Θεσσαλονίκη το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας – Τουρκίας. Η κοινή συνεδρίαση των υπουργικών συμβουλίων των δύο χωρών υπό την προεδρία του Έλληνα πρωθυπουργού και του Τούρκου προέδρου αναμένεται να επισφραγίσει τη νέα σελίδα που φιλοδοξούν να ανοίξουν στις σχέσεις τους Αθήνα και Άγκυρα. Μετά από τέσσερα δύσκολα χρόνια λόγω της τουρκικής προκλητικότητας και της επιθετικής συμπεριφοράς, τους τελευταίους μήνες υπάρχει αλλαγή τόνων από την πλευρά της Άγκυρας και ο κ. Μητσοτάκης δηλώνει ότι προσβλέπει «στη διερεύνηση των δυνατοτήτων για μια ουσιαστική επαναπροσέγγιση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας». Ο πρωθυπουργός εκτιμά, μάλιστα, ότι «η αλλαγή προσέγγισης θα έχει διάρκεια». Όπως τονίζουν κυβερνητικές πηγές στην ΤΡ «είναι ένα θετικό γεγονός και μόνο ότι θα καθίσουν οι δυο κυβερνήσεις μαζί και θα συζητήσουν θέματα κοινού ενδιαφέροντος και κοινές προκλήσεις». Έμπειροι διπλωμάτες, από την πλευρά τους αναγνωρίζουν ότι ο ελληνοτουρκικός διάλογος είναι «μια μακρά και επίπονη διαδικασία, η οποία δε φτάνει σε αποτελέσματα μέσα σε μια μέρα» ωστόσο όσο αυτή η διαδικασία συνεχίζεται απομακρύνονται οι εντάσεις και οι κίνδυνοι που αυτές κρύβουν.

Οι υπουργοί Εξωτερικών Γιώργος Γεραπετρίτης και Χακάν Φιντάν βρίσκονται σε ανοιχτή γραμμή για την προετοιμασία της ατζέντας και σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες υπάρχουν μία σειρά από θέματα στα οποία οι δύο πλευρές καταλήγουν σε συμφωνίες που θα υπογραφούν στο Ανώτατο Συμβούλιο επιβεβαιώνοντας την διάθεση για συνεργασία. Στην κορυφή της ατζέντας βρίσκεται το μεταναστευτικό, θέμα που καίει για διαφορετικούς λόγους και τις δύο χώρες. Στο πρόσφατο ταξίδι του υπουργού Μεταναστευτικής Πολιτικής, Δημήτρη Καιρίδη, στην Άγκυρα συζητήθηκαν οι λεπτομέρειες της συμφωνίας, ενώ ρόλο στις διεργασίες έχουν Βρυξέλλες και Βερολίνο, καθώς το τελικό κείμενο θα εντάσσεται στο πλαίσιο αναθεώρησης της Ευρω-Τουρκικής Συμφωνίας για το Μεταναστευτικό. Όπως έχει γράψει η ΤΡ στα σημεία που έχουν κλειδώσει περιλαμβάνεται η μόνιμη εγκατάσταση Έλληνα αξιωματικού του Λιμενικού στη Σμύρνη και αντίστοιχα Τούρκου αξιωματικού στη Μυτιλήνη για τον καλύτερο έλεγχο των ροών και από τις δύο πλευρές, η δέσμευση των δύο χωρών για αποφυγή εμπρηστικών δηλώσεων εκατέρωθεν και η ευκολότερη μετακίνηση Τούρκων πολιτών σε επτά νησιά του Αν. Αιγαίου. Επίσης, η Τουρκία με την στήριξη της Αθήνας θα υποστηριχθεί οικονομικά από την Ευρωπαϊκή Ένωση για την φιλοξενία των Σύρων προσφύγων που έχει στο έδαφος της, θέμα που καίει την Άγκυρα.

Σύμφωνα με πηγές με γνώση των συζητήσεων στα σκαριά βρίσκονται και συμφωνίες συνεργασίας στην Πολιτική Προστασία, το Εμπόριο, τον Τουρισμό και την Εκπαίδευση.

Ουδείς στην ελληνική πλευρά, όμως, δεν παραγνωρίζει τα αγκάθια που υπάρχουν στις σχέσεις των δύο χωρών. «Δεν είμαστε αφελείς, ξέρουμε τις δυσκολίες. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορούμε να συζητάμε ακόμα και αν διαφωνούμε», σημειώνουν κυβερνητικές πηγές. Το βασικό ζητούμενο σε πρώτη φάση είναι η πλεύση των σχέσεων σε ήρεμα νερά και στη συνέχεια μέσα από τον διάλογο να αναζητηθούν λύσεις για τα ζητήματα που ταλανίζουν τις σχέσεις αυτές για δεκαετίες. Στόχος της Αθήνας είναι η κατάληξη στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών. Παρά την αρχική πρόθεση να γρήγορα ο διάλογος για το συγκεκριμένο θέμα, πλέον οι προσδοκίες έχουν χαμηλώσει και αναγνωρίζεται ότι θα είναι μία μακρά διαδικασία, παρά την δήλωση του κ. Γεραπετρίτη ότι υπάρχει αμοιβαία πρόθεση να συζητηθούν με γενναιότητα τα θέματα. Οι όροι της Αθήνας στη συζήτηση αυτή έχουν τεθεί από την αρχή στο τραπέζι, όπως σημειώνουν διπλωματικές πηγές και προβλέπουν την αυστηρή τήρηση του Διεθνούς Δικαίου και καμία συζήτηση για θέματα που αφορούν την εθνική κυριαρχία.

You may also like

ΑΛΛΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ: Απόψεις