Με τον ΣΥΡΙΖΑ να βυθίζεται δημοσκοπικά, τον κ. Κασσελάκη να ψάχνει για σωσίβιο πατώντας σε δύο βάρκες, μια φιλελεύθερη και μια αριστεροσυριζαική και τον Νίκο Ανδρουλάκη ακόμα να ψάχνει πολιτική ατζέντα για την κοινωνία, η κυβέρνηση Μητσοτάκη μένει χωρίς αντίπαλο, χωρίς κριτική, χωρίς αντιπολιτευτική πίεση.
Και αυτό εκτιμάται ως προβληματικό καθώς, η ανισορροπία στο πολιτικό ισοζύγιο, εύκολα μπορεί να οδηγήσει σε επανάπαυση και χαλαρότητα του κυβερνητικού χώρου. Και είδαμε τις ενδείξεις. Οι πρώτοι μήνες της νέας τετραετίας καμιά σχέση δεν είχαν με τη δυναμική έναρξη της πρώτης, το 2019.
Ίσως γι’ αυτό ο πρωθυπουργός χρειάστηκε να στείλει ισχυρό μήνυμα στους υπουργούς του, να τρέξουν γρήγορα τα νομοθετήματα και κυρίως εκείνα που αφορούν τις μεταρρυθμίσεις. Γιατί είναι εμφανές πια, πως αναγκαίες μεταρρυθμίσεις σε ζωτικούς και ευαίσθητους τομείς για την κοινωνία, μοιάζουν μετέωρες μέσα στην αίσθηση μιας πολιτικής ασφάλειας, που παρέχει η διάλυση της αντιπολίτευσης. Μια ανησυχητική αίσθηση για το μέλλον της κυβέρνησης καθώς, όπως η φύση απεχθάνεται τα κενά, έτσι και η πολιτική.
Ένα βήμα μπρος δύο πίσω
Παρότι, ένα βήμα προς την αποκομματικοποίηση του κράτους γίνεται με το νομοσχέδιο για την αξιοκρατική επιλογή διοικητών σε οργανισμούς του Δημοσίου, εν τούτοις το βαρύθυμο και τεμπέλικο δημόσιο, δεν ξηλώθηκε, ούτε σχέδιο εκσυγχρονισμού του υπάρχει, παρά τις υποσχέσεις και την πίεση της κοινής γνώμης μετά την τραγωδία των Τεμπών.
Η «ασφαλής» διέλευση των οπλισμένων Κροατών χούλιγκαν από την Κακαβιά μέχρι τη Νέα Φιλαδέλφεια, χωρίς κανένα έλεγχο από την Αστυνομία και η δολοφονία ενός έλληνα φιλάθλου, μαζί με τη συσσωρευμένη αγανάκτηση των φιλάθλων, δεν άλλαξε σε τίποτα την οπαδική βία στη χώρα που συνεχίζεται με αμείωτη ένταση, ούτε και τη στρατηγική της ΕΛΑΣ.
Οι πλημμύρες του «Ιανού» δεν δίδαξαν τίποτα, σε περιφερειάρχες, δημοτικούς άρχοντες και εργολάβους. Σχετική δικαστική έρευνα για τα δισεκατομμύρια που σπαταλήθηκαν μετά τον «Ιανό» για την αντιπλημμυρική θωράκιση της Θεσσαλίας, μόλις ξεκίνησε, ενώ η κυβέρνηση αδυνατεί να βρει λύσεις στη διογκούμενη διαφθορά της αυτοδιοίκησης. Για ποιό λόγο ο πρωθυπουργός έπρεπε να σταθεί δίπλα στον Αγοραστό, που τα έργα και οι ημέρες του ερευνώνται από τη Δικαιοσύνη;
Στουρνάρας: Μεγάλος ασθενής το κράτος
Ο διοικητής της Τράπεζας Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, παρά το θετικό μήνυμα της ανάκτησης τη επενδυτικής βαθμίδας, χτύπησε ηχηρό καμπανάκι στην κυβέρνηση.
Την κάλεσε να ρίξει όλο της το βάρος στον μεγάλο ασθενή, δηλαδή στο κράτος, γιατί όπως εξήγησε «ο δρόμος της αρετής είναι γεμάτος απαιτήσεις», αφού ακόμη απέχουμε πέντε βαθμίδες από το «Α+» με το οποίο βαθμολογούνταν η Ελλάδα ως το 2008, πριν τη κρίση χρέους.
Το μεγάλο πρόβλημα αφορά την αποτελεσματικότητά του κράτους και εκεί πρέπει η κυβέρνηση να ρίξει όλες τις δυνάμεις της, είπε και συνέχισε: «Και τι εννοούμε όταν λέμε κράτος; Τα νοσοκομεία και συνολικά την Υγεία. Τα σχολεία και τα Πανεπιστήμια. Τη Δικαιοσύνη, την πολύ αργή απονομή της, που μας θυμίζουν με κάθε ευκαιρία οι οίκοι αξιολόγησης που μας αναβαθμίζουν. Τις υποδομές. Κάθε φορά που συγκρίνουμε τον σιδηρόδρομο και τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς στην Ελλάδα με άλλες χώρες, μας πιάνει θλίψη. Το ίδιο ισχύει με κρίσιμες υποδομές, όπως οι πολλές γερασμένες και χωρίς συντήρηση γέφυρες, οι οποίες δοκιμάστηκαν στην καταστροφική θεομηνία Daniel το Σεπτέμβριο. Επείγει ο επανασχεδιασμός τους».
Περιμένοντας τις μεταρρυθμίσεις
Είναι λίγο πολύ, όσα υποσχέθηκε η κυβέρνηση Μητσοτάκη πριν τις εκλογές ότι θα αλλάξει, ύστερα από τη ανείπωτη τραγωδία των Τεμπών και μετά τις εκλογές, στις λάσπες της πλημμυρισμένης Θεσσαλίας.
Χρειάζεται ασφαλώς χρόνος για να γίνουν οι μεγάλες τομές στο μεγάλο «ασθενή» μας. Αλλά δεν φαίνεται ισχυρή θέληση.
Στην Υγεία, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες του κ. Χρυσοχοΐδη, ο προσωπικός γιατρός έχει μπλοκάρει, τα νοσοκομεία μας βρίσκονται σε «κώμα». Στην περιφέρεια αναζητούν γιατρούς και στα μεγάλα αστικά κέντρα, οι ασθενείς ταλαιπωρούνται με πολύμηνες καθυστερήσεις για ένα χειρουργείο.
Στην Παιδεία η ψηφιοποίηση και η προώθηση των ιδιωτικών Πανεπιστημίων παραμένουν ως ιδέες στα συρτάρια, του κ. Πιερρακάκη, αν και διαβεβαίωσε ότι η παρέμβαση για τα ιδιωτικά ΑΕΙ θα γίνει μέχρι τέλος του έτους. Η αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων έχει μετατραπεί από τους συνδικαλιστές του Δημοσίου, που φρενάρουν κάθε προοδευτική ιδέα στην εκπαίδευση, σε κωμωδία, όπως και η περίφημη αξιολόγηση των εκπαιδευτικών.
Στη Δικαιοσύνη ο κ. Φλωρίδης ήρθε με μεγάλα όνειρα και ελπίδες, πως θα κινήσει γρήγορα και αποτελεσματικά την απονομή της. Προς το παρόν, η Δικαιοσύνη κινείται γρήγορα μόνο για το όφελος των ίδιων των δικαστών, που αποφασίζουν προκλητικά, αναδρομικά και αυξήσεις στις συντάξεις τους, χωρίς να σκέφτονται ποιος θα τα πληρώσει.
Κι αν για τις μεταρρυθμίσεις χρειάζεται χρόνος, για την αντιμετώπιση των προβλημάτων της καθημερινότητας δεν υπάρχει ούτε λεπτό.
Στη δημοσκόπηση της Pulse το 86% των ερωτηθέντων δήλωσαν πως τους απασχολεί η ακρίβεια, κυρίως στα σούπερ μάρκετ. Μια ακρίβεια στην οποία συμβάλουν και όσοι μετέχουν στην αλυσίδα παραγωγής, μεταφοράς, προμήθειας και πώλησης αγαθών. Ακόμα και μεγάλες αλυσίδες σούπερ μάρκετ με έδρα το εξωτερικό πουλούν εδώ, τα ίδια προϊόντα πιο ακριβά από ότι σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, με υψηλότερα εισοδήματα.
Μην φτάσουμε σε αυτό που έλεγε ο γνωστός αμερικανός οικονομολόγος Μίλτον Φρίντμαν: Πολλοί ζητούν από την κυβέρνηση να προστατεύσει τον καταναλωτή. Ένα πιο επείγον πρόβλημα είναι να προστατευθεί ο καταναλωτής από την κυβέρνηση.
Υ.Γ. Μια σωστή κίνηση αποτέλεσαν τα μέτρα μείωσης της φοροδιαφυγής, αλλά και μόνο η προσδοκία είσπραξης 600 εκατομμυρίων ετησίως, όταν η παραοικονομία στην Ελλάδα εκτιμάται ότι φτάνει στο 20,9% του ΑΕΠ, δηλαδή κοντά στα 38 δισεκατομμύρια, μοιάζουν με ασπιρίνη.
Ανοιχτά, πια, τίθεται ζήτημα φορολογικής δικαιοσύνης, καθώς μισθωτοί και συνταξιούχοι εμφανίζονται εισοδηματικά πιο ευκατάστατοι από τους περισσότερους εργοδότες, αφού το 70% των φορολογούμενων, από επιχειρηματική δραστηριότητα, δηλώνουν εισόδημα κάτω από €10.000 ετησίως.
Το πιο σοκαριστικό, είναι πως πολλοί από αυτούς τους εργοδότες, που δεν πληρώνουν φόρους και ΦΠΑ, δικαιούνται και παίρνουν όλα τα επιδόματα που αφορούν τους οικονομικά ευάλωτους, με την κυβέρνηση να βρίσκεται σε θέση παρατηρητή.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press