0

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press

του Ανδρέα Μαζαράκη

Οι θέσεις Μάξιμου και Πουλιόπουλου: Ο Μάξιμος υπερασπίζεται ως θέση αρχής του κόμματος την υπεράσπιση των δικαιωμάτων των εθνικών μειονοτήτων και βεβαιώνει για την μη αντίθεσή του με τις θέσεις αρχής της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας. Στην συνέχεια όμως εκφράζει την διαμαρτυρία του, επισημαίνοντας: «Είναι αλήθεια, ότι στείλαμε γράμμα στη Βαλκανική Ομοσπονδία, εκφράζοντας τη διαμαρτυρία μας, γιατί η Βαλκανική Ομοσπονδία, προβάλλοντας το σύνθημα της μακεδονικής αυτονομίας, δεν έλαβε υπόψη της τις συνθήκες υλοποίησης αυτού του συνθήματος στην Ελλάδα». Και συνεχίζει τονίζοντας:

«Το ελληνικό Κομμουνιστικό Κόμμα αγωνίστηκε, και συνεχίζει να αγωνίζεται, εναντίον αυτών των ανταλλαγών, καθώς και εναντίον της Συνθήκης της Λοζάνης και επανειλημμένα τάχθηκε ενάντια στα παραπάνω και θα είμαστε απόλυτα ικανοποιημένοι αν και οι Τούρκοι σύντροφοι ενεργούσαν από την πλευρά τους κατά τον ίδιο τρόπο, ενάντια στη συνθήκη της Λοζάνης. Όμως ο αγώνας εναντίον της συνθήκης της Λοζάνης και των ανταλλαγών του πληθυσμού δεν αλλάζει καθόλου το γεγονός, ότι στη Μακεδονία βρίσκονται 700.000 Έλληνες πρόσφυγες. Από την άποψη της υλοποίησης του συστήματος της Αυτόνομης Μακεδονίας –και αυτό το ζήτημα είναι το πιο ουσιαστικό– το ελληνικό Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν αναγκασμένο να εφιστήσει την προσοχή (γι’ αυτό ακριβώς ζήτησε και τις πρακτικές οδηγίες από τη Βαλκανική Ομοσπονδία) στο γεγονός, ότι η εργατική και αγροτική τάξη της Ελλάδας δεν είναι έτοιμες για ένα τέτοιο σύνθημα».

Δεν χρειάζεται να καλέσουμε κρυπτογράφο για να αντιληφθούμε, πέραν των όποιων ιδεολογικών αντιλήψεων ή σκοπιμοτήτων, ότι ο Μάξιμος θέτει ευθέως το ζήτημα ότι το σύνθημα αυτό και η υλοποίησή του προσκρούουν στην ελληνική πραγματικότητα του 1924. Σε αυτή την λογική κινήθηκε, όπως τα στοιχεία καταδεικνύουν και ο Πουλιόπουλος, ανεξάρτητα από το ότι δεν ήταν εισηγητής στην Διεθνή. Στην επιστολή του, από την Θήβα, της 10ης Σεπτεμβρίου 1926, προς την Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΕ, η οπτική του και οι παρατηρήσεις του είναι αρκούντως αποκαλυπτικές:

«Η πολιτική μας εκείνη (και εννοώ εδώ όχι την ορθή πολιτική της υπερασπίσεως του δικαιώματος πλήρους αυτοδιαθέσεως των καταπιεζομένων εθνοτήτων μέχρι και του αποχωρισμού των, εάν και όπου οι ίδιες εκφράσουν μια τέτοια θέληση, αλλά τα συνθήματά “Ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία”, “Ενιαία και ανεξάρτητη Θράκη” ριχνόμενα από το ΚΚΕ και διερμηνεύοντα μέσα στις εκμεταλλευόμενες μάζες της χώρας μας μια κάποια πολιτική μας για το εθνικό) χρεωκόπησε και δεν μπορούσε παρά να χρεωκοπήσει στην Ελλάδα, γιατί ήταν απαύγασμα όχι απλώς εσφαλμένης εκτιμήσεως του πραγματικού συσχετισμού των δυνάμεων μέσα στη χώρα μας, αλλά ενός καθαρού επαναστατικού ρομαντισμού.

»Τα πράγματα φωνάζουν δυνατά, ότι οι αντιπρόσωποι του Κόμματός μας στην VII Βαλκανική Συνδιάσκεψη, ένας των οποίων ήταν και ο υποφαινόμενος, δεν έφεραν όπως έπρεπε υπόψη της Συνδιασκέψεως την πραγματική κατάσταση της χώρας μας και του κινήματός μας, ειδικά της ελληνικής Μακεδονίας και Θράκης επί τη βάσει της οποίας να επιμείνουν να καθορισθή η πολιτική του ΚΚΕ πάνω το εθνικό. Ούτε την έλλειψη κινήματος εθνικοεπαναστατικού μαζών στην Ελλάδα ετόνισαν όσο έπρεπε, ούτε την τεράστια μεταβολή που επήλθε με την προσφυγική συσσώρευση, ούτε τον βεβαιότατο κίνδυνο που θα διέτρεχε το ΚΚΕ να μη κατανοηθούν και να παρεξηγηθούν τέτοια συνθήματα από τις μάζες…»

Είναι απολύτως ορθό, ότι το κόμμα εκινδύνευε από κοινωνικο-επαναστατικό κόμμα του προλεταριάτου να παρουσιασθεί ως οργάνωση εθνικοεπαναστατική. Τούτο όμως υπήρξε συνέπεια αυτής της ίδιας της πολιτικής. Η φύση των συνθημάτων “Ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία”, “Ενιαία και ανεξάρτητη Θράκη” ριχνομένων στην Ελλάδα είναι τέτοια που ήταν αδύνατο να μην προκαλέσουν σύγχυση σε όλους και να μη δημιουργήσουν τη βαρύτατη για μας παρεξήγηση, ότι είμαστε συνεργάτες των Βουλγάρων κομιτατζήδων (βερχοβιστών).»

Και τούτο για το λόγο, ότι όπως είναι σήμερα τα πράγματα, ούτε εθνικοεπαναστατικό κίνημα έχουμε στην Ελληνική Μακεδονία, ούτε εθνότης θρακική υπάρχει ώστε να δικαιολογείται αγώνας για την υπεράσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας, ούτε ίχνος καν τέτοιου αγώνος υπάρχει ούτε και υπήρχε, ενώ από το άλλο μέρος η αθρόα συσσώρευση των Ελλήνων προσφύγων στη Μακεδονία και στη Θράκη αποτελεί μια τόσο θεοφάνερη πραγματικότητα που είναι θανάσιμο σφάλμα για ένα πολιτικό κόμμα να την παραβλέψει προκειμένου να καθορίσει τα εθνικά του συνθήματα. “Ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία”, “Ενιαία και ανεξάρτητη Θράκη” ακατάλληλα, έδιναν το φοβερό όπλο στην μπουρζουαζία να χαρακτηρίσει το κόμμα ως “προδοτικό”».

Η επιστολή Πουλιόπουλου στο ΚΚΕ

O Πουλιόπουλος, ώριμα πλέον, και μετά την παρέλευση δύο ετών, αναπτύσσει στην επιστολή του και όσα αυτός και ο Μάξιμος δεν μπορούσαν, για ευνόητους λόγους, να διατυπώσουν στα όργανα της Διεθνούς. Αλλά και η συνέχεια της επιστολής του είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτική και σαφώς ενδεικτική της ωριμότητας της πολιτικής του σκέψης, αλλά και του αγωνιστικού του ήθους, στοιχεία, που την περίοδο εκείνη σφράγιζαν τις προσωπικότητες των δύο σημαντικότερων Ελλήνων κομμουνιστών ηγετών της δεκαετίας 1920-1930. Ας δούμε δύο τρεις ακόμα σημαντικές επισημάνσεις του:

«Από τ’ άλλο μέρος: Η πολιτική μας πάνω στο εθνικό ανέκοψε κατά ένα μεγάλο μέρος το ρεύμα συμπαθείας των μαζών προς το κόμμα που υπήρχε πριν από το Έκτακτο Συνέδριο. Τούτο αληθεύει πρωτίστως για τις προσφυγικές μάζες της Μακεδονίας και Θράκης. Θα χρειασθή μεγάλος αγώνας για να διαλυθούν οι δυσπιστίες που γεννήθηκαν προς το κόμμα. Απομάκρυνε τα πάσχοντα μικροαστικά στρώματα από το κόμμα…»

Τέλος απείλησε για μια περίοδο την τέλεια εξουθένωση του κύρους του Κόμματος μέσα στις ήδη κατακτημένες μάζες. Ας φαντασθεί κάθε σύντροφος την τραγικότητα της θέσεως των κατηγορουμένων συντρόφων στις τρεις πολύκροτες δίκες των “αυτονομιστών”, υποχρεωμένων κάτω από την απειλή της εσχάτης ποινής να υπερασπιστούν μια πολιτική εγκαταλελειμμένη ήδη από το Κόμμα και τη Διεθνή. Αν μέσα στις δίκες εκείνες δεν εξευτελίστηκε το κόμμα και δεν αποδείχτηκε απαρνούμενο τα ίδια του πολιτικά συνθήματα μπροστά στις απειλές της μπουρζουαζίας, τούτο οφείλεται όχι τόσο στη στάση των κατηγορουμένων, όσο στη γελοία οργάνωση και στην ανόητη θέση του κατηγορητηρίου από μέρους της Δικτατορίας».

Είναι αυτοί, και μια σειρά άλλοι λόγοι, ανάμεσα στους οποίους ο φόβος των μόλις εγκατασταθέντων προσφύγων, για μιαν εκ νέου πιθανή μετεγκατάστασή τους κατέχει δεσπόζουσα θέση, που συντελούν στην καθήλωση του κομμουνιστικού κινήματος, γεγονός που απτά αποτυπώνεται στα κατ’ εξακολούθησιν μονοψήφια εκλογικά ποσοστά που θα συνοδεύουν το ΚΚΕ σε όλη την διάρκεια του μεσοπολέμου.

Από τα παραπάνω προκύπτουν τρία προφανή συμπεράσματα:

Πρώτον: Οι θέσεις που τελικά διαμόρφωσε το ΚΚΕ για το Μακεδονικό είναι προϊόν πρώτιστα επιβολής από μέρους της Τρίτης Διεθνούς, της Βαλκανικής Κομμουνιστικής Ομοσπονδίας και του ΚΚ Βουλγαρίας και όχι της ίδιας της ηγεσίας του ΚΚΕ.

Δεύτερον: Οι θέσεις αυτές έβλαψαν όχι μόνο άμεσα αλλά και στρατηγικά το ΚΚΕ και την ελληνική Αριστερά, καθηλώνοντάς τες μέχρι και την δικτατορία Μεταξά σε μονοψήφια ποσοστά και εμποδίζοντας σε κάθε περίπτωση την “ομαλή” ανάπτυξή τους. Το τραγικό στην όλη υπόθεση, είναι ότι οι απαράδεκτες αυτές και επιβεβλημένες από τα έξω απόψεις, εξακολουθούν να διαιωνίζονται ως σήμερα, όπως και επιβεβαιώνει το ασυγχώρητο ολίσθημα των Πρεσπών, από μιαν πλειοψηφική εκλογικά Αριστερά που όχι μόνο δεν έχει καν τα ηρωϊκά-μάχιμα χαρακτηριστικά της προηγούμενης, αλλά λειτουργεί ως πλήρης αναίρεση της θετικής πατριωτικής παράδοσης που διαμόρφωσε το μεγαλειώδες κίνημα του ΕΑΜ στα χρόνια της Εθνικής μας Αντίστασης κατά της τριπλής κατοχής.

Τρίτον: Οι θέσεις αυτές αντανακλούσαν κατά πρώτο λόγο θέσεις που εξέφραζαν την κρατική πολιτική και τα συμφέροντα της τότε Σοβιετικής Ένωσης και όχι τα συμφέροντα των λαών της Βαλκανικής και της Μικράς Ασίας, αλλά και των κομμουνιστικών κομμάτων τους (ακόμα βαριά πέφτει η σκιά για την εγκληματική σιωπή που ακολούθησε την δολοφονία όλης της τότε ηγεσίας του ΚΚ Τουρκίας από τον Μουσταφά Κεμάλ).

Όλοι, πλέον, γνωρίζουν ότι οι θέσεις και πρακτικές αυτές όχι μόνο δυναμίτισαν το τότε παρόν, αλλά και δεν άφησαν ανοικτό τον δρόμο για την διαμόρφωση συνθηκών ειρηνικής συμβίωσης στο μέλλον. Αλλά το 1924 με την Οκτωβριανή Επανάσταση στο απόγειο της δόξας της και την αίγλη της Διεθνούς ακηλίδωτη, ίσως δεν ήταν τόσο εύκολο, ακόμα και για δύο ηγέτες της εμβέλειας του Μάξιμου και του Πουλιόπουλου (που όπως αποδείχθηκε από την όλη τους πορεία έμειναν μέχρι το τέλος της ζωής τους ακλόνητοι στην υπόθεση του κομμουνισμού), να μπουν τα πράγματα στην θέση τους με τον σωστό τρόπο.

Διαβάστε την εφημερίδα Today Press εδώ

You may also like

ΑΛΛΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ: Απόψεις