Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
Πρόλογος: Καταγγελία για λαθραίες εξαγωγές αγιορείτικου λαδιού, οίνου και σοκολατούχων γλυκισμάτων από παράνομη βιοτεχνία τροφίμων, χωρίς κανέναν τελωνειακό, φορολογικό έλεγχο για την ασφάλεια των τροφίμων
Από το 1965 που είχε αρχίσει η κόντρα της μονής Εσφιγμένου με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, η Ελλαδική Εκκλησία απέφευγε να πάρει θέση. Ακόμη και όταν η κατάσταση ξέφευγε των εκκλησιαστικών κανόνων, η Αθήνα τηρούσε στάση αναμονής. Με την εκλογή τον Οκτώβριο του νέου μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Φιλόθεου, το θέμα της “αποκατάστασης της τάξης” επανέρχεται ως άμεση προτεραιότητα. Την ώρα που ο αναγνωρισμένος από το Φανάρι ηγούμενος κ.Βαρθολομαίος, επανέρχεται με μία ακόμη καταγγελία για λαθρεμπόριο στα “σύνορα του Αγίου Όρους”.
Ο νέος κύκλος αντιπαράθεσης με τη συμμετοχή και της μητρόπολης Θεσσαλονίκης, άνοιξε πριν από ένα μήνα όταν ο νεοεκλεγείς Φιλόθεος επισκέφτηκε το Φανάρι και αναφέρθηκε στο πρόβλημα.
Στις αρχές της εβδομάδας είχε συνάντηση στο γραφείου του με τον κανονικό ηγούμενο της μονής Εσφιγμένου, κ.Βαρθοθολομαίο, κατά την οποία καταδίκασε το φαινόμενο της «κατάληψης αγιορείτικων μοναστηριακών κτιρίων στο Άγιο Όρος από ανθρώπους που δεν έχουν καμία σχέση με την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία» και εξέφρασε την απορία του για τον λόγο μη εκτέλεσης των δικαστικών αποφάσεων. Τόνισε, δε, ιδιαίτερα το γενικότερο πρόβλημα που δημιουργείται σε όλη την Εκκλησία με την ανεξέλεγκτη δράση των καταληψιών και των υποστηρικτών τους, την διασπορά ψευδών ειδήσεων και την παραπλάνηση των πιστών μελών της Εκκλησίας”.
Λίγες μέρες αργότερα, ο ηγούμενος της κανονικής μονής εξέδωσε ανακοίνωση στην οποία κάνει λόγο για παράνομο εμπόριο από και προς το Άγιο Όρος.
Όπως καταγγέλλει, “εξάγονται λαθραίως αγιορείτικο λάδι, οίνος και σοκολατούχα γλυκίσματα από παράνομη βιοτεχνία τροφίμων, χωρίς κανέναν τελωνειακό, φορολογικό έλεγχο για την ασφάλεια των τροφίμων, παρουσιάζοντας και φωτογραφίες από το σημείο όπου μπορούν να περνούν τα προϊόντα χωρίς να ελέγχονται”.
Αν και δεν αναφέρεται σε συγκεκριμένη μονή, είναι φανερό ότι έμμεσα εκφράζει τους φόβους του για ενδεχόμενη εμπλοκή μοναχών “εκτός της μοναστικής κοινότητας”, καθώς πριν από ένα χρόνο είχε προχωρήσει σε μια άλλη καταγγελία για βιοτεχνία γλυκισμάτων στη μονή Εσφιγμένου.
Το λαθρεμπόριο λαδιού, κρασιού και γλυκισμάτων γίνεται από άγνωστους, οι οποίοι προσεγγίζουν τον Άθω από συγκεκριμένα σημεία και εισάγουν και εξάγουν προϊόντα κάτω από την μύτη της Αστυνομίας, η οποία έχει πλέον όλα τα στοιχεία στα χέρια της.
Μάλιστα , όπως αναφέρεται στην καταγγελία ,υπάρχουν και φωτογραφίες στις οποίες φαίνεται καθαρά πως γίνεται το παράνομο λαθρεμπόριο προς και από το Άγιο Όρος.
Ένα αυτοκίνητο σταματάει στα όρια του Αγίου Όρους και σε αυτό μεταφέρονται και φορτώνονται λαθραία “αγιορείτικο λάδι άγνωστης ποιότητας, οίνος και σοκολατούχα γλυκίσματα από παράνομη βιοτεχνία τροφίμων χωρίς κανέναν τελωνειακό/φορολογικό έλεγχο, έλεγχο για την ασφάλεια των τροφίμων με εργαζόμενους που δουλεύουν “μαύρα”. Από το ίδιο σημείο εισάγονται είδη Super Market”.
Ο κ.Βαρθολομαίος καταγγέλλει ότι με τον ίδιο τρόπο μπορούν να εξαχθούν κλεμμένα κειμήλια και να γίνει αρχαιοκαπηλία, καταγγελίες οι οποίες είχαν γίνει και παλαιότερα χωρίς αποτελέσματα.
Από την αστυνομική διεύθυνση Αγίου Όρους, σύμφωνα με τους μοναχούς, υπήρξε έγγραφη ενημέρωση ότι το όχημα αυτό εντοπίστηκε και στη συνέχεια διέφυγε. Το όχημα, αποφεύγοντας τον έλεγχο και διαφεύγοντας, παρανόμησε. Ενώ, τα στοιχεία του οχήματος, το όνομα του οδηγού και ο τόπος κατοικίας του, είναι γνωστά στην αστυνομία.
Η νέα καταγγελία έρχεται σε συνέχεια μιας άλλης που είχε γίνει πριν από ένα χρόνο, στην οποία υπήρχε σαφής αναφορά ότι “οι καταληψίες παραγγέλνουν τακτικά φορτία σε παλέτες με σοκολάτες και πραλίνες για την λειτουργία της βιοτεχνίας ζαχαροπλαστικής που λειτουργεί εντός κατάληψης, η οποία είναι μία από τις πολλές βιοτεχνικές παραγωγές που διατηρούν”.
Μία κόντρα 58 χρόνων
Όλα ξεκίνησαν το 1965, όταν μοναχοί της Εσφιγμένου έπαψαν να μνημονεύουν τον Πατριάρχη Αθηναγόρα, γιατί είχε συναντηθεί με τον Πάπα Παύλο τον Στ’ το 1965.
Επτά χρόνια αργότερα, το 1972, αποχώρησαν και από την Ιερά Κοινότητα, το ανώτατο διοικητικό όργανο της αθωνικής πολιτείας, όπως επίσης διέκοψαν την επικοινωνία με τις υπόλοιπες αγιορείτικες μονές και τις ορθόδοξες εκκλησίες. Από το 1973 έως και σήμερα, οι παράνομα διαμένοντες στη μονή θεωρούνται σχισματικοί από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και από κάθε τοπική ορθόδοξη εκκλησία και Πατριαρχείο, ενώ έχουν καταδικαστεί τελεσίδικα από την Ελληνική Δικαιοσύνη για πλειάδα αστικών και ποινικών αδικημάτων, μεταξύ των οποίων και για κατάληψη κτιρίων της μονής.
Το 2002 εξελέγη από την Ιερά Κοινότητα νέα αδελφότητα για να επανδρώσει το μοναστήρι, αλλά δεν έχει σταθεί δυνατόν να εγκαταβιώσει σε αυτό, λόγω της συνεχιζόμενης κατάληψης. Για τον λόγο αυτό εγκαταβιεί στις Καρυές.
Το 2013 η μονή απασχόλησε την κοινή γνώμη, όταν η αστυνομία επιχείρησε να εκδιώξει τους καταληψίες μετά από δικαστική απόφαση. Τότε, μοναχοί είχαν ταμπουρωθεί στα κελιά και είχαν “αμυνθεί” με μολότοφ κατά των αστυνομικών, που τελικά υποχώρησαν.