Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία πριν από δύο χρόνια ήταν αυτή η οποία, πέραν των γεωπολιτικών, επηρέασε στον απόλυτο βαθμό τις σχέσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου με τη Μόσχα χωρίζοντας, επί της ουσίας, στα δύο την ορθόδοξη κοινότητα η ενότητα της οποίας δοκιμάζεται με τέτοια ένταση για πρώτη τις τελευταίες δεκαετίες. Η όλη κατάσταση που έχει διαμορφωθεί παραπέμπει σε σχίσμα, με τη ρωσική Εκκλησία να επιχειρεί να αποδυναμώσει το Φανάρι και να ηγηθεί των Σλαβόφωνων οι οποίοι παραδοσιακά ήταν πιο κοντά στη Μόσχα .
Η κόντρα μεταξύ Οικουμενικού Πατριαρχείου και Μόσχας κορυφώθηκε το 2018 όταν το Φανάρι αποφάσισε να αποδώσει την αυτοκεφαλία στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία. Η απόφαση προκάλεσε την διακοπή κάθε σχέσης Μόσχας με την Κωνσταντινούπολη αλλά και με τις Εκκλησίες οι οποίες ταυτίζονταν με τον κ.Βαρθολομαίο, όπως της Ελλάδας, της Κύπρου και της Αλεξάνδρειας. Η κατάσταση ξέφυγε από το εκκλησιαστικό πλαίσιο μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Το Φανάρι αντέδρασε έντονα, με τη Μόσχα να το κατηγορεί ότι ενεργεί ως όργανο των ΗΠΑ.
Την περίοδο εκείνη η ουκρανική κυβέρνηση αναγνώρισε ως μόνο κανονικό μητροπολίτη τον κ.Επιφάνιο της Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, θέτοντας στην ουσία στη γωνία την Ορθόδοξη Εκκλησία (Πατριαρχείο Κιέβου) και την Ορθόδοξη Εκκλησία (Πατριαρχείο Μόσχας). Η Ουκρανία είχε τρείς διαφορετικές δομές με πιο σημαντική αυτή των φιλορώσων. Πολλοί κληρικοί που ήταν αντίθετοι στην αυτοκεφαλία συνελήφθησαν, ενώ μονές και άλλα ιδρύματα δεσμεύτηκαν από το κράτος, αφού η περιουσία δεν ανήκει στην Εκκλησία αλλά στους δήμους.
Μέσα σε αυτή τη διαρκή αναταραχή η Μόσχα ταυτίστηκε με τις θέσεις του Κρεμλίνου και πέρασε στην αντεπίθεση συγκροτώντας συμμαχίες με τα πατριαρχεία Σερβίας, Αντιόχειας και Ιεροσολύμων. Καλές σχέσεις πέτυχε να έχει και με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία. Όμως και οι σχέσεις της με αυτές τις δύο Εκκλησίες δοκιμάζονται σήμερα καθώς η ρωσική Εκκλησία επιχειρεί να αυξήσει την επιρροή της στη Βεσαραβία (περιοχή που υπάγεται στη Ρουμανία) αλλά και την Βουλγαρία όπου έχουν αναλάβει δράση κληρικοί με στόχο την στήριξη της Μόσχας. Οι κληρικοί αυτοί απελάθηκαν και ακόμη οι εντάσεις δεν έχουν σταματήσει.
Από την άλλη πλευρά το Οικουμενικό Πατριαρχείο συγκρότησε τη δική του συμμαχία με πρωταγωνιστές την Εκκλησία της Ελλάδος, της Κύπρου και το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας.
Και με τις τρείς αυτές Εκκλησίες η Μόσχα διέκοψε κάθε κοινωνία. Ενώ, ακολούθησε ιδιαίτερα επιθετική πολιτική σε βάρος του πατριαρχείου Αλεξανδρείας δημιουργώντας τη δική του Εξαρχία σε ξένο έδαφος προκειμένου να αλώσει την Αφρική, μέσω της ιεραποστολής. (Η «εισπήδηση» είναι μία από τις μεγαλύτερες εχθρικές ενέργειες σε βάρος μιας Εκκλησίας).
Το περίεργο στην όλη υπόθεση είναι η στάση του Ελληνόφωνου Πατριαρχείου Ιεροσολύμων το οποίο παρά τις αντιδράσεις του Οικουμενικού Πατριαρχείου προσπάθησε να συγκαλέσει σύνοδο για να γεφυρωθεί το χάσμα, αν και δεν έχει καμία αρμοδιότητα. Διάλογο πρότεινε και ο Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας Αναστάσιος, προκαλώντας, επίσης, την οργή του Φαναρίου. Υπέρ του διαλόγου έχουν ταχθεί και μητροπολίτες της Ελλαδικής Εκκλησίας, οι οποίοι… χαρακτηρίζονται για τις σκληρές τους θέσεις σε θέματα όπως ο γάμος ομόφυλων ζευγαριών και τα εμβόλια. Είναι χαρακτηριστικό ότι μετά από την ψήφιση από την ελληνική Βουλή του νόμου για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών το πατριαρχείο Μόσχας κατηγόρησε τον κ.Ιερώνυμο ότι δεν κατάφερε να «συσπειρώσει τους πιστούς». Είναι δε τέτοιο το μίσος κατά του Φαναρίου που ακόμη και στην μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί δεν υπήρξε καμία αντίδραση. Το αντίθετο. Όπως είχαν υποστηρίξει Ρώσοι αξιωματούχοι με την απόφαση αυτή θα μπορούν οι τουρίστες να επισκέπτονται τον ναό χωρίς να πληρώνουν εισιτήριο!
Με τη συμπλήρωση δύο χρόνων από τη ρωσική εισβολή και 10 από την προσάρτηση της Κριμαίας ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.Βαρθολομαίος, για μια ακόμη φορά, επιτέθηκε στη Μόσχα με θέσεις που άπτονται της πολιτικής. Τέλεσε μνημόσυνο στη μνήμη των νεκρών Ουκρανών χαρακτηρίζοντας την εισβολή «επίθεση κατά της αξιοπρέπειας και της κυριαρχίας ενός λαού που αγωνίστηκε εδώ και πολύ καιρό για την αυτοδιάθεσή του και υποφέρει από καιρό κάτω από τον ζυγό της τυραννίας. Παραβιάζει τις θεμελιώδεις αρχές της δικαιοσύνης και της ειρήνης που βρίσκονται στο κέντρο της πίστης μας».
Ο κ.Βαρθολομαίος εξήρε, επίσης, και τη γενναιότητα των Ουκρανών πριν και μετά της εισβολής: «Στην Πλατεία Ανεξαρτησίας στο Κίεβο και σε ολόκληρη την Ουκρανία, απλοί άνδρες και γυναίκες ξεσηκώθηκαν αψηφώντας τη διαφθορά, την κατάχρηση εξουσίας και την καταπίεση. Στάθηκαν μαζί σε μια ειρηνική διαμαρτυρία, ενωμένοι από ένα κοινό όραμα για ελευθερία, δικαιοσύνη και ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Παρά το γεγονός ότι αντιμετώπισαν αφάνταστες κακουχίες και βία από τις αρχές που υποτίθεται ότι τους προστάτευαν, αρνήθηκαν να υποχωρήσουν, επιδεικνύοντας τη δύναμη της ενότητας και τη δύναμη του ανθρώπινου πνεύματος. Ο ένας στο πλευρό του άλλου, με κοινό στόχο, οι πολίτες μπόρεσαν να κάνουν μια απτή αλλαγή για τη βελτίωση της χώρας τους».
Ανέφερε δε ότι «η εισβολή των ρωσικών δυνάμεων στην Ουκρανία είναι ένα ισχυρό παράδειγμα του είδους της αδικίας και της υποταγής, το οποίο η Εκκλησία πρέπει να κατακρίνει. Δεν μπορεί να δικαιολογηθεί ή να δικαιωθεί. Είναι μια επίθεση κατά της αξιοπρέπειας και της κυριαρχίας ενός λαού που αγωνίστηκε εδώ και πολύ καιρό για την αυτοδιάθεσή του και υποφέρει από καιρό κάτω από τον ζυγό της τυραννίας».
‘‘Η κόντρα μεταξύ Οικουμενικού Πατριαρχείου και Μόσχας κορυφώθηκε το 2018 όταν το Φανάρι αποφάσισε να αποδώσει την αυτοκεφαλία στην Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία
Το Πατριαρχείο, η Μόσχα και η Εκκλησία των Σκοπίων
Την περίοδο όπου το ουκρανικό κυριαρχούσε στην Ορθόδοξη Εκκλησία οι πολιτικές ηγεσίες Σκοπίων και Κοσσόβου κατέθεσαν αίτημα στο φανάρι για αναγνώριση. Τον Μάιο του 2022 το Οικουμενικό Πατριαρχείο αναγνώρισε την Εκκλησία των Σκοπίων η οποία υπάγονταν στη Σερβική Εκκλησία αλλά από το 1967 θεωρούνταν σχισματική. Η Μόσχα αντέδρασε και με αιχμή του δόρατος το Βελιγράδι επιχείρησε να παρακάμψει το Φανάρι. Το Πατριαρχείο Σερβίας σε μια κίνηση αντιπερισπασμού παραχώρησε την αυτοκεφαλία στα Σκόπια, αν και γνώριζε ότι αυτό το δικαίωμα το έχει μόνο το Φανάρι.
Σήμερα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, παρά τις πιέσεις που δέχεται, αρνείται να παραχωρήσει την αυτοκεφαλία καθώς έχει θέσει τρείς όρους για να γίνει αυτό. Όρος απαράβατος είναι η Εκκλησία των Σκοπίων να αναγνωρίσει την αυτοκεφαλία της Ουκρανίας κάτι που, προς το παρόν, έχει απορριφθεί.
Επίσης το Φανάρι σε συνεργασία με την Ελλαδική Εκκλησία έχει θέσει ως όρο στο όνομα της νέας Εκκλησίας να μην περιλαμβάνεται ο όρος Μακεδονία ή παράγωγά του. Το όνομα που πρότεινε είναι «Αρχιεπισκοπή Αχρίδος». Κάτι τέτοιο όμως το απορρίπτουν οι Σκοπιανοί αλλά και το Πατριαρχείο Βουλγαρίας το οποίο θεωρεί ότι ο τίτλος της «Αρχιεπισκοπής Αρχίδος» της ανήκει.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο, επιπλέον έχει ξεκαθαρίσει ότι η νέα Εκκλησία θα αφορά μόνο περιοχές εντός της χώρας. Για τα Σκόπια όλα είναι ανοιχτά με το Φανάρι όμως να κινείται χωρίς να προκαλεί.
Το θέμα επαναφέρει σε κάθε ευκαιρία η σχισματική «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία», εκπρόσωποι της οποίας εκτιμούν ότι σύντομα θα έχουν την αυτοκεφαλία τους και την αποκοπή τους από το Βελιγράδι.
Σε δηλώσεις τους στελέχη της Εκκλησίας της γειτονικής χώρας τονίζουν ότι «η λύση τέτοιων περίπλοκων διαδικασιών θέλει χρόνο. Φυσικά, αυτή η κοινή κατάσταση με την πανδημία επηρέασε και αυτή την διαδικασία, όπως και πολλά άλλα πράγματα στον κόσμο». Τα ίδια στελέχη εκτιμούν ότι σύντομα θα έρθει ο ευπρόσδεκτος καιρός…».
‘Έτσι όπως έχει διαμορφωθεί η κατάσταση η Εκκλησία των Σκοπίων είναι σε αναμονή, διατηρώντας διαύλους επικοινωνίας και με το Πατριαρχείο Σερβίας και με το Φανάρι . Την πλήρη στήριξή του στο Βελιγράδι έχει εκφράσει και η Μόσχα η οποία σε καμία περίπτωση δε θέλει το Οικουμενικό Πατριαρχείο να αυξήσει την επιρροή του στα Βαλκάνια τα οποία θεωρούν προνομιακό τους χώρο. Το Φανάρι έχει εστιάσει στα Σκόπια, ενώ έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο να αναγνωρίσει την αυτοκεφαλία του Κοσσόβου, αλλά και του Μαυροβουνίου αφήνοντας περιθώρια διαλόγου με τη σερβική Εκκλησία αν και αυτή θεωρείται ο πιο πιστός σύμμαχος της Μόσχας.