Δημοσιεύθηκε στην έντυπη Today Press
του Δημήτρη Κυριακόπουλου
Οι τράπεζες σε… πτήσεις κερδοφορίας με «καύσιμο» προμήθειες άνω των 10 δισ. ευρώ
Τρείς ανακεφαλαιοποιήσεις χρειάστηκαν οι τράπεζες για να σταθούν στα πόδια τους, μετά την χρεοκοπία της Ελλάδας το 2010. Όμως η συμβολή των Ελλήνων φορολογούμενων στην …ενδυνάμωση του τραπεζικού συστήματος δεν σταμάτησε εκεί. Όπως προκύπτει από την αποκαλυπτική έρευνα του «TP» πολίτες και επιχειρήσεις τροφοδότησαν – ακούσια εννοείται- τις ελληνικές τράπεζες με άνω των 10 δισ. ευρώ σε προμήθειες την εξαετία 2019-2024, με το κολοσσιαίο αυτό ποσό να αποτελεί καθοριστικό παράγοντα για την επιστροφή, τα τελευταία χρόνια, των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων σε τροχιά ισχυρής κερδοφορίας.
Για να γίνει πλήρως κατανοητό το μέγεθος του συνολικού ποσού προμηθειών, με το οποίο νοικοκυριά και επιχειρήσεις… ενίσχυσαν τα τραπεζικά ταμεία, αξίζει να αναφερθεί ότι ισοδυναμεί με το κόστος κατασκευής και εξοπλισμού 65 νοσοκομείων!
Από τα λόγια στις πράξεις
Οι ελληνικές τράπεζες ανακάλυψαν το… χρυσωρυχείο των φουσκωμένων χρεώσεων για διάφορες τραπεζικές κινήσεις το καλοκαίρι του 2019 και έκτοτε η κυβέρνηση τους ασκούσε πίεση, για να μην ξεπερνούν τα όρια και να διορθώνουν υπερβολές.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης μιλώντας στο συνέδριο του Economist τον Οκτώβριο του 2019 είχε αναφέρει: «Θα συζητήσουμε με τις τράπεζες και πως θα αντιμετωπιστούν κάποιες άδικες χρεώσεις που ανακοινώθηκαν. Για παράδειγμα να πληρώνει κάποιος επιπλέον κόστος για να μάθει απλώς την κίνηση του λογαριασμού του ή να επιβαρύνεται ένας νησιώτης που αναγκαστικά εξυπηρετείται από το ΑΤΜ μιας τράπεζας επειδή στο χωριό του πολύ απλά δεν υπάρχει άλλη. Θα τα συζητήσουμε αυτά καλή την πίστη και πιστεύω ότι θα βρούμε λύσεις αμοιβαία αποδεκτές».
Την απάντηση του την είχαν δώσει υψηλόβαθμα τραπεζικά στελέχη υποστηρίζοντας τότε σε συνομιλία με δημοσιογράφους ότι οι χρεώσεις και οι προμήθειες αυτές επιβάλλονται, «προκειμένου οι τράπεζες να καλύψουν μέρος των πολύ μεγάλων επενδύσεων που πραγματοποιούν στη διαδικασία του ψηφιακού τους μετασχηματισμού που θα ανέλθει και θα ξεπεράσει το ένα δισ. ευρώ στην τριετία μέχρι το 2021. Επίσης διότι τα ΑΤΜ έχουν αυξημένο κόστος συντήρησης και λειτουργίας».
«Προκειμένου το τραπεζικό σύστημα να είναι υγιές και κερδοφόρο και να μπορεί να χρηματοδοτήσει την πραγματική οικονομία θα πρέπει να βρει και νέες πηγές εσόδων», είχαν επισημάνει με νόημα οι ίδιοι τραπεζικοί παράγοντες σε συνέδριο.
Το «μαχαίρι» στις προμήθειες
Στην πορεία και ο ψηφιακός μετασχηματισμός ολοκληρώθηκε και τα ATM περιορίστηκαν σε μεγάλο βαθμό, αλλά οι προμήθειες -ενίοτε προκλητικές- παρέμειναν στα ύψη, πολύ πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, επιβαρύνοντας τα εκατομμύρια πελατών των τραπεζών. Αφού λοιπόν οι επί εξαετία διαβουλεύσεις και αντιπαραθέσεις δεν απέφεραν τα αναμενόμενα αποτελέσματα και καθώς το ελληνικό τραπεζικό σύστημα είναι πλέον εύρωστο, η κυβέρνηση υποχρεώθηκε να παρέμβει αποφασιστικά αυτές τις μέρες, βάζοντας «μαχαίρι» στις τραπεζικές χρεώσεις.
Υπενθυμίζεται, ότι μεταξύ άλλων, ανακοινώθηκαν τα ακόλουθα μέτρα, που υπολογίζεται να ισχύσουν από τα μέσα Ιανουαρίου:
- Μηδενική χρέωση για πληρωμή λογαριασμών και οφειλών προς το δημόσιο, ασφαλιστικά ταμεία, ΟΤΑ, εταιρίες ενέργειας, ύδρευσης, τηλεπικοινωνιών και ασφαλιστικές εταιρίες, μέσω web-banking και mobile-banking. Ενδεικτικά, σήμερα η χρέωση για πληρωμή λογαριασμών ΔΕΚΟ ή ΟΤΑ είναι συνήθως 0,6 ευρώ ανά συναλλαγή.
- Μείωση 50% έως 80% των χρεώσεων για αποστολή χρημάτων σε άλλη τράπεζα.Συγκεκριμένα καθιερώνεται μέγιστο ύψος χρέωσης 0,5 ευρώ για αποστολή χρημάτων (εξερχόμενο έμβασμα) και 0,5 ευρώ για λήψη χρημάτων (εισερχόμενο έμβασμα), για ποσά έως 5.000€ ανά έμβασμα, για φυσικά πρόσωπα και ελεύθερους επαγγελματίες, μεταξύ τραπεζών.
- Μηδενικές χρεώσεις πλέον για ανάληψη μετρητών σε δημοτικές ενότητες όπου υπάρχει ΑΤΜ μόνο ενός τραπεζικού ιδρύματος, όπου σήμερα οι αντίστοιχες χρεώσεις ανέρχονται από 0-3 ευρώ ανά συναλλαγή. Αντίστοιχα, καθιερώνονται μηδενικές χρεώσεις για ερώτηση υπολοίπου σε κάθε ΑΤΜ άλλης τράπεζας σε όλη τη χώρα, όπου σήμερα το κόστος ανέρχεται σε 0,2 ευρώ.
Πάντως, καταναλωτικές οργανώσεις χαρακτηρίζουν την κυβερνητική παρέμβαση για τις τραπεζικές χρεώσεις ανεπαρκή. Ενδεικτικά η ΕΚΠΟΙΖΩ επισημαίνει σε ανακοίνωσή της: «Η όψιμη αυτή απαγόρευση των χρεώσεων αφορά χαμηλού ύψους επιβαρύνσεις και σε περιορισμένη μάλιστα έκταση. Αφήνει ανέγγιχτη τη πρακτική πλήθους αδικαιολόγητων και καταχρηστικών χρεώσεων όπως και των υπέρογκων χρεώσεων σε μη ηλεκτρονικές διατραπεζικές συναλλαγές. Πολύ περισσότερο δεν αντιμετωπίζει την ανάγκη να προστατευτεί ο καταναλωτής από το απαράδεκτο ύψος, στο οποίο διαμορφώνονται τα επιτόκια της καταναλωτικής πίστης, εξαιτίας και των καταχρηστικών όρων που εμπεριέχουν οι συμβάσεις».
Εξαετία «παχιών αγελάδων»
Τι απέδωσε όμως στα τραπεζικά ιδρύματα η εξαετία των «παχιών αγελάδων» στις προμήθειες; Οι σχετικές αναφορές στα αποτελέσματα εννεαμήνου 2024 (ανακοινώθηκαν τον περασμένο Νοέμβριο) των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, δίνουν το στίγμα:
Eurobank: «Τα καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες ενισχύθηκαν κατά 11,8% (ή 6,1% εξαιρουμένης της Ελληνικής Τράπεζας) έναντι του εννεαμήνου 2023 και ανήλθαν σε €451εκ., κυρίως λόγω των εσόδων από τις εργασίες του Δικτύου και τη Διαχείριση Περιουσίας, αντιστοιχώντας σε 70 μονάδες βάσης επί του συνολικού ενεργητικού».
Πειραιώς: «Υψηλότερα της αγοράς καθαρά έσοδα προμηθειών στο 0,8% ως ποσοστό του ενεργητικού στο εννεάμηνο, τα οποία διαμορφώθηκαν στα €480 εκατ., ενισχυμένα κυρίως από τις προμήθειες χρηματοδοτήσεων, τις εργασίες καρτών, τις μεταφορές κεφαλαίων και τη διαχείριση κεφαλαίων πελατών. Τα καθαρά έσοδα προμηθειών διαμορφώθηκαν σε €156 εκατ. το 3ο τρίμηνο».
Εθνική: «Η αύξηση των εσόδων από προμήθειες διατηρήθηκε κατά το Γ’ τρίμηνο 2024 (+2% σε τριμηνιαία βάση) και διαμορφώθηκε σε +14% ετησίως για το Εννεάμηνο 2024,
αντανακλώντας τις προμήθειες Λιανικής Τραπεζικής (+17% σε ετήσια βάση)».
Alpha Bank: «Ισχυρή επίδοση στα Καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες, τα οποία ανήλθαν σε €108,8 εκατ. αυξημένα κατά 8,6% σε τριμηνιαία βάση, ως αποτέλεσμα της αύξησης των νέων εκταμιεύσεων δανείων προς επιχειρήσεις καθώς και της ενισχυμένης συναλλακτικής δραστηριότητας. Το Εννεάμηνο 2024, τα Καθαρά έσοδα από αμοιβές και προμήθειες αυξήθηκαν κατά 11,3% σε ετήσια βάση».
Η «TP» ανέτρεξε όμως και στα οικονομικά στοιχεία των τεσσάρων συστημικών τραπεζών τα προηγούμενα 5 χρόνια. Η έρευνα αποκάλυψε ότι τα έσοδα από προμήθειες αυξάνονταν συνεχώς από χρόνο σε χρόνο. Το δε, συνολικό άθροισμα του εν λόγω τομέα την εξαετία 2019-2024 (σ.σ. για το δ’ τρίμηνο του 2024 υπολογίζεται ο μέσος όρος των προηγούμενων τριμήνων του έτους) έχει το δυσθεώρητο αποτέλεσμα των πάνω από 10 δισ. ευρώ, ενώ δεν καταγράφονται τα σχετικά έσοδα των μικρότερων τραπεζών. Και αναμφίβολα ένα μεγάλο ποσοστό αυτού του τεράστιου ποσού αφορά άδικες χρεώσεις σε βάρος των καταναλωτών.