Ως «ευρωπαϊκή χώρα επιτυχίας» χαρακτηρίζει την Ελλάδα ο Economist σε άρθρο του κάνοντας αναφορές για «καταιγιστικό κατάλογο επιτευγμάτων και επιτυχιών» της διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη.
«Ο κ. Μητσοτάκης, ένας αψεγάδιαστος τεχνοκράτης, είναι ένα από τα πιο αγαπημένα πρόσωπα των Βρυξελλών. Μετά το πανδαιμόνιο της διακυβέρνησης του προκατόχου του, όταν με το ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία η Ελλάδα έφτασε κοντά στην αποπομπή από το ευρώ, τα τελευταία τέσσερα χρόνια ήταν μια τεράστια ανακούφιση. Ο κ. Μητσοτάκης έχει σταθερά κατευνάσει την ένταση με τη γειτονική του Τουρκία: η εσπευσμένη βοήθεια προς τα θύματα του σεισμού του Φεβρουαρίου εκεί ήταν έξυπνη αλλά είχε και ανθρωπιστικό χαρακτήρα» αναφέρεται στο άρθρο του Economist στο οποίο επισημαίνεται, επίσης, το ενδεχόμενο να μην υπάρξει, παρόλα αυτά, κυβέρνηση στις εκλογές της 21ης Μαΐου καθώς θα εφαρμοστεί η απλή αναλογική.
Ο συντάκτης του άρθρου κάνει λόγο για «επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο οι πολίτες αλληλοεπιδρούν με το κράτος, χάρη σε ένα εντυπωσιακό πρόγραμμα ψηφιοποίησης», στις μειώσεις της φορολογίας των επιχειρήσεων, την αύξηση του κατώτατου μισθού και των συντάξεων ενώ παράλληλα «έχει καταφέρει να μειώσει τον υψηλότατο δείκτη χρέους της Ελλάδας προς το ΑΕΠ, αν και αυτό οφείλεται κυρίως στις επιπτώσεις του πληθωρισμού, ο οποίος αύξησε τα ονομαστικά έσοδα ταχύτερα από τα ονομαστικά έξοδα».
Συνεχίζοντας την καταγραφή του ελληνικού success story ο Economist σημειώνει ότι επί κυβέρνησης Μητσοτάκη «πέρυσι η Ελλάδα αναπτύχθηκε σχεδόν δύο φορές ταχύτερα από τον μέσο όρο της ευρωζώνης και προβλέπεται να υπερτερεί και φέτος». «Μια σταθερή ροή επενδύσεων από το εξωτερικό, μεταξύ άλλων από γνωστές εταιρείες όπως η Microsoft και η Pfizer, δείχνει ότι η Ελλάδα δεν θεωρείται πλέον μια από τις ασθενέστερες χώρες της Ευρώπης. Πριν από ένα χρόνο, μάλιστα, η Ελλάδα παρήγαγε την πρώτη της νεοφυή επιχείρηση «μονόκερο», μια αποκλειστικά ψηφιακή τράπεζα με την ονομασία Viva Wallet» προσθέτει ο συντάκτης του άρθρου.
Στο άρθρο του Economist υπενθυμίζεται, επίσης, η έξοδος της Ελλάδας από τους μηχανισμούς επιτήρησης που είχαν επιβληθεί τα προηγούμενα 12 χρόνια «αφότου η χώρα αναγκάστηκε να παρακαλέσει για μια σειρά από τεράστια πακέτα διάσωσης, τα οποία αποπληρώνονται πρόωρα».
Η Ελλάδα, σημειώνει ο Economist, μπορεί πλέον να δανείζεται από τις αγορές με τον κανονικό τρόπο, πληρώνοντας ένα spread (διαφορά απόδοσης) μικρότερο από δύο μονάδες σε σχέση με το γερμανικό, περίπου το ίδιο με αυτό της Ιταλίας. Το ελληνικό spread κορυφώθηκε το 2015 περίπου στο δεκαπλάσιο του σημερινού επιπέδου. «”Κάναμε πολύ καλή δουλειά σε πολύ δύσκολους καιρούς”, λέει ο κ. Μητσοτάκης – χωρίς μετριοφροσύνη, ίσως, αλλά με ακρίβεια προστίθεται στο άρθρο.
«Γιατί λοιπόν τα μαύρα σύννεφα πλανώνται γύρω από τον Πρωθυπουργό; Η Ελλάδα πηγαίνει στις κάλπες στις 21 Μαΐου και με τα σημερινά νούμερα το κόμμα του, η Νέα Δημοκρατία, εξακολουθεί να κερδίζει τις περισσότερες έδρες, αλλά μόνο δώδεκα περίπου έδρες περισσότερες από τον ΣΥΡΙΖΑ του Αλέξη Τσίπρα. Αυτό θα του στερήσει την πλειοψηφία και δεν έχει προφανείς εταίρους για μια κυβέρνηση συνασπισμού. Ένα σύστημα μπόνους, μοναδικό στην Ελλάδα και το Σαν Μαρίνο εντός της Ευρώπης, έδινε 50 έδρες στο μεγαλύτερο κόμμα, προκειμένου να είναι ευκολότερη η επίτευξη πλειοψηφιών, αλλά το σύστημα αυτό έχει πλέον καταργηθεί» υπενθυμίζεται στο άρθρο του Economist.
Όπως αναφέρεται στο άρθρο δύο είναι τα μεγάλα προβλήματα από τα οποία επλήγη η κυβέρνηση Μητσοτάκη, το θέμα των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων και η σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη.
Για το πρώτο ο Economist καταγράφει ότι «μεταξύ αυτών που στοχοποιήθηκαν (αν και ανεπιτυχώς) ήταν ο Νίκος Ανδρουλάκης, ο Αρχηγός του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, του τρίτου μεγαλύτερου κόμματος. Ο κ. Μητσοτάκης έχει παραδεχθεί ότι υπήρξαν καταχρήσεις, αλλά αρνείται ότι γνώριζε οτιδήποτε γι’ αυτές. Ωστόσο, συνέβησαν επί των ημερών του. Πολλοί Έλληνες θεωρούν εξαιρετικά ύποπτο το γεγονός ότι, καθώς το σκάνδαλο ξέσπασε το περασμένο καλοκαίρι, ο ίδιος ο ανιψιός του, ο οποίος διετέλεσε προσωπάρχης του, παραιτήθηκε από την κυβέρνηση».
Για τη σύγκρουση των τρένων στα Τέμπη το άρθρο σημειώνει ότι «η Ελλάδα συγκλονίστηκε όχι μόνο από πένθος αλλά και από οργή, καθώς αποκαλύφθηκαν λεπτομέρειες για τις απίστευτα χαλαρές διαδικασίες και τον απαρχαιωμένο εξοπλισμό που οδήγησαν στην καταστροφή. Αν και εδώ και δεκαετίες οι σιδηρόδρομοι της Ελλάδας ήταν παραμελημένοι, το δυστύχημα φάνηκε σε πολλούς να διαψεύδει τους ισχυρισμούς του κ. Μητσοτάκη περί εκσυγχρονισμού»
Παραθέτοντας, στη συνέχεια, τις αντιδράσεις ενός επιχειρηματία ότι «μας έδωσαν πολλές νέες εφαρμογές, αλλά στο βάθος δεν έχει αλλάξει απολύτως τίποτα. Οι δημόσιες υπηρεσίες σε αυτή τη χώρα εξακολουθούν να είναι όσο απαράδεκτες ήταν πάντα» και ενός υψηλόβαθμου τραπεζίτη για την κυβέρνηση Μητσοτάκη ότι «ασχολήθηκε με την επιφάνεια, όχι με το βαθύ κράτος», ο συντάκτης του άρθρου σημειώνει ότι «ο Έλληνας πρωθυπουργός απορρίπτει την κριτική αυτή, επισημαίνοντας την πρόοδο που έχει σημειωθεί, για παράδειγμα στην Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, την οποία έχει ιδιωτικοποιήσει, ή το γεγονός ότι φέτος για πρώτη φορά οι προσλήψεις στη δημόσια διοίκηση έγιναν με διαγωνισμό. Παραδέχεται, όμως, ότι χρειάζεται μια δεύτερη θητεία για να ολοκληρώσει το έργο του. Το δυστύχημα με το τρένο σηματοδοτεί την υποχρέωσή του να κάνει περισσότερα, λέει».
Όσον αφορά τις εκλογές της 21ης Μαΐου στο άρθρο του Economist αναφέρεται ότι «αυτό που σήμερα είναι σχεδόν βέβαιο είναι πως κανείς δεν θα μπορέσει να σχηματίσει πλειοψηφία μετά τις επόμενες εκλογές και ότι η Πρόεδρος (της Δημοκρατίας) θα διορίσει έναν υπηρεσιακό Πρωθυπουργό (πιθανότατα έναν ανώτερο δικαστή) μέχρι να διεξαχθούν νέες εκλογές, πιθανότατα τον Ιούλιο, οπότε και θα δοθεί η πραγματική μάχη. Σε εκείνο το σημείο, θα επανεισαχθεί μια αναθεωρημένη αλλά λιγότερο γενναιόδωρη εκδοχή του συστήματος του μπόνους εδρών».
Κατά τις εκτιμήσεις του Economist στις δεύτερες εκλογές του Ιουλίου ο Κυριάκος Μητσοτάκης «θα χρειαζόταν ακόμη περίπου το 38% των ψήφων». «Οι περισσότερες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι θα λάβει μόνο 34-35%. Τι θα συμβεί λοιπόν; Θα προσπαθήσει να σχηματίσει συνασπισμό με τον οργισμένο κ. Ανδρουλάκη του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος αυτή τη στιγμή λέει ότι το τίμημα της υποστήριξής του θα ήταν ένας άλλος ηγέτης για να ηγηθεί της Νέας Δημοκρατίας του κ. Μητσοτάκη. Το ΠΑΣΟΚ μπορεί αντ’ αυτού να προσπαθήσει να συμμαχήσει με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά θα χρειαστούν υποστήριξη από ένα “συρφετό” άλλων αριστερών κομμάτων. “Θα ήταν ένα τρελοκομείο”, λέει ο επιχειρηματίας» συμπληρώνεται στο άρθρο που καταλήγει:
«Έτσι, μπορεί να χρειαστούν τρίτες εκλογές φέτος: μια προοπτική που γεμίζει τους πάντες με θλίψη. Όλους, δηλαδή, εκτός από τις αγορές, οι οποίες παραμένουν ήρεμες. Και αυτό είναι μια αξιοσημείωτη απόδειξη της προόδου που σημειώθηκε στο δεύτερο μισό της θητείας του κ. Τσίπρα – και από τον ίδιο τον κ. Μητσοτάκη».