Η Εκκλησία της Ελλάδος διαχώρισε και επίσημα τη θέση της από τις κινητοποιήσεις των τελευταίων ημερών κατά των ηλεκτρονικών ταυτοτήτων. Κατά τη συνεδρίαση της ΔΙΣ οι ιεράρχες έπειτα από διάλογο κατέληξαν οτι “όσες απόψεις ή επιφυλάξεις αναπαράγονται από παραθρησκευτικές αντιλήψεις γύρω από τις αστυνομικές ταυτότητες των πολιτών δεν είναι αμιγώς ορθόδοξης προέλευσης”.Τα μέλη της Συνόδου εξετάζοντας τα όσα συμβαίνουν σε όλη τη χώρα επισήμαναν οτι “δεν είναι θεολογικώς ισχυρές οι θεωρίες ότι προσβάλλεται το δόγμα της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού από τη μορφή και το περιεχόμενο της νέας αστυνομικής ταυτότητας, όπως αυτή ρυθμίζεται από τις ισχύουσες Υπουργικές Αποφάσεις”.
Αναλυτικότερα, όπως ανακοινώθηκε, η Σύνοδος “αντιλαμβάνεται την ανησυχία κάποιων χριστιανών, γι’ αυτό ζητά από όλους να έχουν εμπιστοσύνη στην Εκκλησία και τους υπεύθυνους ποιμένες της, οι οποίοι γρηγορούν για όλα τα ζητήματα που αφορούν στη ζωή των πιστών”.
Διαχωρίζει ,ωστόσο, τη θέση της για τις “όσες απόψεις ή επιφυλάξεις αναπαράγονται από παραθρησκευτικές αντιλήψεις γύρω από τις αστυνομικές ταυτότητες των πολιτών δεν είναι αμιγώς ορθόδοξης προέλευσης. Δεν είναι θεολογικώς ισχυρές οι θεωρίες ότι προσβάλλεται το δόγμα της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Χριστού από τη μορφή και το περιεχόμενο της νέας αστυνομικής ταυτότητας, όπως αυτή ρυθμίζεται από τις ισχύουσες Υπουργικές Αποφάσεις (2018, 2019, 2023). Επίσης παραθρησκευτική αφετηρία έχει η χρήση φράσεων περί «ηλεκτρονικού φακελώματος» που επιβάλλει η «Νέα Τάξη Πραγμάτων» και η «παγκοσμιοποίηση», καθώς δεν στοχεύει στην προστασία των ατομικών ελευθεριών των πολιτών, αλλά υπονοεί ότι η Ελληνική Δημοκρατία, οι υπηρεσίες της και η εκάστοτε εκλεγμένη Κυβέρνηση είναι «όργανα του Αντιχρίστου».
Τα μέλη της ΔΙΣ κάνουν ειδική αναφορά στο Συμβούλιο της Επικρατείας το οποίο το 2019 “απέρριψε τις νομικές διαφωνίες σχετικά με την προστασία της προσωπικότητας, της θρησκευτικής συνειδήσεως και των προσωπικών δεδομένων του πολίτη, αφ’ ετέρου ακύρωσε μερικώς την Υπουργική Απόφαση του 2018 ως προς μία διάταξή της, που προέβλεπε άμεση χρήση της ταυτότητας από τους πολίτες ως κάρτας υπηρεσιών ψηφιακής διακυβερνήσεως, καθώς αυτή η λειτουργία της δεν προβλεπόταν νομοθετικώς. Έκτοτε η Πολιτεία συμμορφώθηκε και εξέδωσε δύο διορθωτικές Υπουργικές Αποφάσεις .
Η επίσημη Εκκλησία ξεκαθαρίζει, επίσης, οτι σε “κάθε περίπτωση η κρίση για τη νομιμότητα της αστυνομικής ταυτότητας ανήκει στη δικαιοδοσία της δικαστικής εξουσίας της χώρας, που ήδη αποφάνθηκε, και αφορά ένα διοικητικής φύσεως ζήτημα των σχέσεων Κράτους και πολίτη”.