Επιστήμονες του Ινστιτούτου Ανοσολογίας La Jolla στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ έδωσαν στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα της πρώτης ανάλυσης σχετικά με το κατά πόσο τέσσερις διαφορετικοί τύποι εμβολίων προετοιμάζουν την άμυνα του σώματος κατά του κορωνοϊού.
Η σύγκριση αφορά τόσο τα επίπεδα των αντισωμάτων όσο και της κυτταρικής ανοσίας, δηλαδή Τ-λεμφοκυττάρων (CD4+ και CD8+) και Β-κυττάρων.
Η μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Βιολογίας Cell, είναι η πρώτη που συγκρίνει πώς οι διαφορετικές πλατφόρμες εμβολίων πυροδοτούν μία ανοσιακή απόκριση απέναντι στον ίδιο παθογόνο μικροοργανισμό.
Αυτές οι πλατφόρμες είναι τα δύο βασικά mRNA εμβόλια (Pfizer/BioNTech και Moderna), ένα ανασυνδυασμένο πρωτεϊνικό εμβόλιο (Novavax) και ένα βασισμένο σε ιικό φορέα (Johnson & Johnson).
Τα βασικά ευρήματα είναι τα εξής:
Αντισώματα: Έξι μήνες μετά τον εμβολιασμό, όσοι έκαναν Moderna είχαν τα υψηλότερα επίπεδα εξουδετερωτικών αντισωμάτων και ακολουθούσαν όσοι έκαναν Pfizer και Novavax, ενώ το μονοδοσικό J&J οδηγούσε στα χαμηλότερα επίπεδα.
Β Κύτταρα: Όσοι έκαναν J&J είχαν το υψηλότερο ποσοστό αυτών των κυττάρων μνήμης μετά από έξι μήνες.
Τ λεμφοκύτταρα CD4+: Όλοι οι εμβολιασθέντες είχαν παρόμοιο ποσοστό τέτοιων κυττάρων έναντι του κορονοϊού.
Τ λεμφοκύτταρα CD8+: Το εμβόλιο Novavax οδηγούσε στα χαμηλότερα επίπεδα αυτών των «φονικών» κυττάρων, ενώ υψηλότερα επίπεδα είχαν κατά σειρά όσοι έκαναν Pfizer, Moderna και J&J. Γενικά, πάντως, μόνο το 60% έως 70% των εμβολιασθέντων είχαν τέτοια κύτταρα μετά από έξι μήνες.
Η νέα μελέτη, σύμφωνα με τους ερευνητές, επιβεβαιώνει ότι οι περισσότεροι άνθρωποι κρατούν κάποια ανοσιακή απόκριση απέναντι στον κορωνοϊό μετά από ένα εξάμηνο, άσχετα με το είδος του εμβολίου που έχουν κάνει. Ακόμη κι αν αυτή δεν προστατεύει από την απλή λοίμωξη, βοηθά να μειωθεί ο κίνδυνος βαριάς COVID-19.
«Ακόμη κι αν είναι δύσκολο να διατηρηθεί ένα υψηλό επίπεδο αντισωμάτων σε βάθος χρόνου, η παρουσία μίας σταθερής κυτταρικής ανοσίας δείχνει ότι το ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να επανενεργοποιηθεί πολύ γρήγορα, μέσα σε λίγες ημέρες, αν υπάρξει μία λοίμωξη», δήλωσε ο επικεφαλής ερευνητής, καθηγητής Αλεσάντρο Σέτε.
Οι τρεις δόσεις είναι εξίσου αποτελεσματικές είτε από το ίδιο εμβόλιο, είτε από συνδυασμό διαφορετικών εμβολίων
Οι τρεις δόσεις είτε από το ίδιο εμβόλιο είτε από συνδυασμό διαφορετικών εμβολίων «δουλεύουν» σχεδόν εξίσου καλά όσον αφορά την πρόληψη των λοιμώξεων COVID-19, που προκαλούνται ακόμη και από διαφορετικές παραλλαγές του κορωνοϊού, επιβεβαιώνει στο μεταξύ μια νέα κινεζική επιστημονική μελέτη, η μεγαλύτερη του είδους της μέχρι σήμερα.
Τα ευρήματα δείχνουν ότι το «κλειδί» για τη βελτίωση της προστασίας είναι ο αριθμός των δόσεων παρά το ποιος συνδυασμός εμβολίων θα γίνει. Η μελέτη (συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση) συμπέρανε ότι αρκεί να γίνουν τρεις δόσεις – άσχετα αν και οι τρεις θα είναι από το ίδιο εμβόλιο ή η τρίτη από διαφορετικό – για να αυξηθεί η ανοσία σε όλες τις ηλικιακές ομάδες (και στους άνω των 65 ετών), σε σχέση με τις δύο δόσεις.
Η τρίτη δόση κρίνεται ιδιαίτερα αναγκαία για την προστασία από την Όμικρον. Επίσης στους ασθενείς με ανοσοκαταστολή η τρίτη δόση από mRNA εμβόλιο βελτιώνει την προστασία τους.
Οι ερευνητές του Κινεζικού Πανεπιστημίου του Χονγκ Κονγκ, με επικεφαλής τον επίκουρο καθηγητή Πίτερ Πακ-Χανγκ Τσέουνγκ, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό British Medical Journal (BMJ), αξιολόγησαν 53 έρευνες που αφορούσαν συνολικά περισσότερους από 100 εκατομμύρια ανθρώπους και 24 διαφορετικούς συνδυασμούς εμβολίων COVID-19.
Διαπιστώθηκε ότι οι τρεις δόσεις οποιουδήποτε εμβολίου mRNA είναι οι πιο αποτελεσματικές (96%) έναντι της αποτροπής μη σοβαρής Covid-19 και της αποφυγής νοσηλείας (95%). Η τρίτη δόση εμβολίου mRNA μετά από δύο δόσεις μη mRNA εμβολίων (π.χ. AstraZeneca) παρέχει ικανοποιητική αποτελεσματικότητα 88%.