Αναλυτικά, η ομιλία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή, στη συζήτηση για την κύρωση του Κρατικού Προϋπολογισμού οικονομικού έτους 2024, έχει ως εξής:
«Κύριε Πρόεδρε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο πρώτος προϋπολογισμός ύστερα από 14 χρόνια που δρομολογείται με τη χώρα μας στην επενδυτική βαθμίδα.
Σηματοδοτεί έτσι μία τομή στον ιστορικό χρόνο, καθώς αυτή η αναβάθμιση υπήρξε εθνικός στόχος, για τον οποίο είχα δεσμευτεί προσωπικά εδώ πριν από ένα χρόνο ότι θα επιτευχθεί εντός του 2023. Κι έτσι έγινε, μέσα από ένα σχέδιο της πολιτείας βασισμένο στην εμπιστοσύνη, στο ποιοτικό αυτό μέγεθος που σωστά λέγεται ότι έρχεται αργά και με τα πόδια, αλλά φεύγει καλπάζοντας όταν οι συμπεριφορές των κρατών είναι ανεύθυνες.
Η εμπιστοσύνη, άλλωστε, είναι αυτή που γεννά εμπιστοσύνη. Εμπιστοσύνη μεταξύ των χωρών, αλλά και εμπιστοσύνη μεταξύ πολιτείας και πολιτών, όπως απέδειξαν και οι τελευταίες εκλογές.
Γιατί αυτή η λέξη κρύβεται πίσω από το 41%, το οποίο με τόση ευκολία επιμένετε να απαξιώνετε, αλλά κρύβεται και πίσω από τους αριθμούς που αποτελούν την ταυτότητα της σημερινής οικονομικής πολιτικής. Ρυθμό ανάπτυξης 2,4%, τον τρίτο υψηλότερο στην Ευρώπη, που του χρόνου θέλουμε να αγγίξει το 3%. Ακόμα, η ανεργία που έπεσε κάτω από το 10%, αυξάνοντας σε 4.250.000 τους εργαζόμενους.
Το δημόσιο χρέος, το οποίο είχε φτάσει στο 206% το 2020, στις εποχές της πανδημίας, υποχώρησε στο 160% του ΑΕΠ, με στόχο να πέσει κάτω από το 150%. Ενώ οι επενδύσεις και οι εξαγωγές, όπως είπε και ο κ. Υπουργός, προχωρούν με γρήγορους ρυθμούς.
Αλλά και ο μέσος μισθός, ο οποίος έχει αυξηθεί πάνω από 15%, με τον κατώτατο μισθό -θέλω να θυμίσω ότι τον παραλάβαμε στα 650 ευρώ- να είναι σήμερα στα 780 ευρώ και θα αυξηθεί κι άλλο.
Η επενδυτική βαθμίδα, λοιπόν, για κάποιους μπορεί να μην λέει τίποτα αλλά στην ουσία τα λέει όλα. Διότι στην εσωτερική ζωή σφραγίζει το τέλος της ξένης εποπτείας και στο εξωτερικό στέλνει το μήνυμα ότι πέρασε οριστικά η εποχή της εθνικής αναξιοπιστίας.
Γι’ αυτό και μιλώντας για τον πρώτο κρατικό προϋπολογισμό της δεύτερης θητείας μας θέλω να αναλάβω πέντε σαφείς δεσμεύσεις.
Η χώρα, να μην ξαναβρεθεί ποτέ σε αντίστοιχη οικονομική περιπέτεια με αυτή που βίωσε την τελευταία δεκαετία. Να μην τεθεί ποτέ ξανά στο διεθνές περιθώριο, μακριά από την Ευρώπη. Με σύνεση και ρεαλισμό, κάθε μέρα, βήμα-βήμα, κάθε μέρα να είναι καλύτερη από την προηγούμενη.
Με μια ενωμένη κοινωνία που θα συγκλίνει με την Ευρώπη σε όλα τα πεδία και ένα ισχυρό κράτος που θα εκσυγχρονίζεται διαρκώς και θα κερδίζει τα στοιχήματα των καιρών.
Η επενδυτική βαθμίδα, τέλος, νομίζω ότι αξίζει να αντιμετωπιστεί από όλους μας ως ένα ορόσημο εθνικής αυτογνωσίας, ένα ορόσημο συνάντησης με την πραγματικότητα. Είναι ένας σταθμός στην πορεία μας για συλλογική ωρίμανση -είναι προϋπόθεση αυτή, εξάλλου, της εξέλιξης κάθε χώρας. Είναι κινητήριος μοχλός ενός υπεύθυνου πατριωτισμού, ο οποίος και θα εκδηλώνεται παντού.
Με λίγα λόγια, η επενδυτική βαθμίδα είναι η ευκαιρία να αναδείξουμε την καλύτερη πλευρά του εαυτού μας, γιατί η συγκυρία αυτή είναι ταυτόχρονα η πρώτη σελίδα μιας καινούργιας διαδρομής, ο πρόλογος της οποίας γράφτηκε την προηγούμενη τετραετία.
Σειρά τώρα -όπως έχω πει πολλές φορές- έχει η αντιμετώπιση χρόνιων παθογενειών με ρίζες δεκαετιών, μέσα από ένα τολμηρό κύμα μεταρρυθμίσεων, και δίπλα ένα σαφές χρονοδιάγραμμα ορατών έργων. Με αποτέλεσμα που θα πείθει ότι αυτοί οι φιλόδοξοι στόχοι, ναι, μπορούν να γίνουν πραγματικότητα.
Εκτός συνόρων, έχουμε αποδείξει ότι μπορούμε να πρωταγωνιστούμε στην Ευρώπη, στις μεγάλες κρίσεις, στο μεταναστευτικό, στην κλιματική κρίση, στην ψηφιακή τεχνολογία.
Αλλά και στο εσωτερικό μέτωπο τα ζητούμενα παραμένουν πολλά. Δεν είμαι εδώ για να ωραιοποιήσω καμία εικόνα. Είμαι εδώ, όμως, για να αποκρούσω και την καταστροφολογία της αντιπολίτευσης.
Πρέπει να θωρακίσουμε την κοινωνία με «αναχώματα» στις έκτακτες δυσκολίες. Πρέπει να αυξήσουμε το διαθέσιμο εισόδημα περιορίζοντας ανισότητες και διευρύνοντας τα δικαιώματα.
Γι’ αυτό και οι αλλαγές στην καθημερινότητά μας είναι αλλαγές που γίνονται προτεραιότητα για την κυβέρνησή μας, παρέχοντας αξιοπρεπή υγεία, σύγχρονη παιδεία -θα επανέλθω σε αυτούς τους δύο πολύ κρίσιμους τομείς-, ισχυρή άμυνα και ασφάλεια, ένα ευέλικτο και ψηφιακό κράτος, αλλά και πιο γρήγορη και αποτελεσματική Δικαιοσύνη.
Θεμέλιο, όμως, για όλα αυτά δεν μπορεί παρά να είναι μια δυναμική, μια εξωστρεφής εθνική οικονομία, με καθαρούς στόχους, τους οποίους περιγράφει ο Προϋπολογισμός.
Προσωπικά, πιστεύω ότι έχουμε όλες τις δυνατότητες για να προχωρήσουμε. Όχι μόνο γιατί το αποδείξαμε ξεπερνώντας μέχρι σήμερα αλλεπάλληλες κρίσεις, είτε αυτές ήταν εξωγενείς -πανδημία, ενεργειακή αναταραχή, εθνικές προκλήσεις-, είτε αφορούσαν περιπέτειες στις οποίες περιλαμβάνονται και δικές μας ευθύνες, όπως η δεκαετής οικονομική δοκιμασία.
Στηρίζω τη θέση μου ότι η Ελλάδα είναι σήμερα πιο δυνατή από ό,τι ήταν εδώ και πολύ καιρό προσθέτοντας στα όσα είπα τρία ακόμα σημαντικά στοιχεία.
Πρώτον, το είπε και ο Υπουργός Οικονομικών, ναι, η πατρίδα μας σήμερα διαθέτει ακλόνητη πολιτική σταθερότητα, με ισχυρή κυβέρνηση, με άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, ένα σαφές τοπίο των κομματικών δυνάμεων. Διαμορφώνεται, κατά συνέπεια, ένα πολύ ευνοϊκό περιβάλλον για ακόμα περισσότερες επενδύσεις, για πρόσθετη ανάπτυξη.
Δεύτερον, σε πείσμα των όσων είπε ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, τον άκουσα με πολλή προσοχή, η οικονομία μας, κ. Ανδρουλάκη, γίνεται πιο εξωστρεφής. Το 50% του ΑΕΠ συγκροτείται από εξαγωγές. Ήταν το 20% στην αρχή της οικονομικής κρίσης. Είναι κατανεμημένες αυτές οι εξαγωγές ισόρροπα μεταξύ προϊόντων και υπηρεσιών. Αλλάζει το παραγωγικό μοντέλο της χώρας μας, δεν στηρίζεται πια μόνο σε έναν κλάδο, όπως ο τουρισμός. Και αυτό είναι καλό, διότι έτσι διευρύνονται οι πηγές των δημοσίων εσόδων.
Και τρίτον, η χώρα μας έχει στη διάθεση της -εκτός από τους πόρους του Ταμείου Συνοχής, τους οποίους είχαμε υπολογίσει το 2019- και το υπερόπλο των 36 δισ. του Ταμείου Ανάκαμψης, που θυμίζω ότι αυτή η κυβέρνηση έφερε στη χώρα.
Γιατί; Γιατί ακριβώς είναι ένας από τους κρίσιμους πυλώνες που στηρίζουν τον διπλό μας στόχο, ενισχύοντας την ανθεκτικότητα του τόπου, αυξάνοντας με μόνιμα μέτρα -όπως το κάναμε την προηγούμενη τετραετία με μόνιμες μειώσεις φόρων- το εισόδημα όλων.
Έχω πει πολλές φορές ότι ο στόχος είναι η συλλογική πρόοδος να μετατρέπεται σε ατομική ευημερία. Προσέξτε, όμως, αν οι αριθμοί και οι δείκτες του Προϋπολογισμού απασχολούν τους οικονομολόγους, η ουσία του ενδιαφέρει τον κάθε πολίτη, αυτόν που πρέπει να ξέρει ότι η επενδυτική βαθμίδα μάς επιτρέπει να δανειζόμαστε πιο φθηνά
Σε αυτό εδώ το ολίγον περίπλοκο διάγραμμα, το οποίο θα καταθέσω στα πρακτικά γιατί έχει μια ιστορική αξία, φαίνεται από αυτήν την πλευρά η πορεία του ελληνικού ομολόγου. Το spread δηλαδή, αυτό το οποίο χωρίζει το κόστος δανεισμού της Ελληνικής Δημοκρατίας από αυτό της Γερμανίας.
Θα διαπιστώσετε πού ήμασταν -εδώ πάνω- και πού είμαστε σήμερα, πολύ πιο χαμηλά από την Ιταλία, προσεγγίζοντας πια την Ισπανία. Μία εξέλιξη που φαινόταν αδιανόητη, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πριν από κάποια χρόνια. Το καταθέτω στα πρακτικά.
Θέλω να προσυπογράψω κι εγώ με τη σειρά μου αυτό το οποίο είπε ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και αισθάνομαι μία ανάγκη και εγώ, ως Πρωθυπουργός, να ευχαριστήσω από το βήμα της Βουλής τα στελέχη του ΟΔΔΗΧ και τον επικεφαλής τους, θα τον αναφέρω, τον κ. Δημήτρη Τσάκωνα, δημόσιο λειτουργό, για την εξαιρετική δουλειά που έχουν κάνει στη διαχείριση του δημοσίου χρέους. Και για τη δυνατότητα που δίνουν στη χώρα μας να εξοικονομούμε σημαντικούς πόρους οι οποίοι επανακατευθύνονται μετά, μέσω του Κρατικού Προϋπολογισμού, στην ανάπτυξη και στην κοινωνική συνοχή.
Και ναι, οι ρυθμοί ανάπτυξης μεταφράζονται σε καλύτερους μισθούς και σε δουλειές. Αυτή, εξάλλου, είναι και η εξήγηση της γρήγορης αποκλιμάκωσης της ανεργίας. Και όσο πιο γρήγορα πέφτει η ανεργία, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, τόσο πιο μεγάλη είναι η ανάγκη για τις ίδιες τις επιχειρήσεις να πληρώσουν καλύτερους μισθούς για να μπορέσουν να προσελκύουν εργαζόμενους. Αυτή η πολιτική είναι στον πυρήνα της αντίληψής μας για την οικονομία.
Και βέβαια, όσο μικρότερο είναι τελικά το χρέος του κράτους, τόσο μειώνονται και οι επιβαρύνσεις για την εξυπηρέτησή του, απελευθερώνοντας έτσι πόρους για κοινωνική πολιτική.
Όταν λέμε, λοιπόν, ότι το 2024 θα εισρεύσουν στον τόπο περισσότερα από 12 δισεκατομμύρια επενδύσεων, εγχώριων και ξένων, εννοούμε, ναι, ότι θα αυξήσουν και τον δημόσιο πλούτο. Μερίδιο από αυτήν την αύξηση θα έχει τελικά ολόκληρη η οικονομία.
Κι όταν, μετά τα δάνεια του ΔΝΤ, αποπληρώνουμε πρόωρα και 5,3 δισεκατομμύρια δανείων από το πρώτο μνημόνιο, ένα είναι το μήνυμα: η Ελλάδα ανέκτησε και πάλι οριστικά την αξιοπιστία της.
Ναι, έκλεισε ένας κύκλος ο οποίος, για να διορθώσω τον αρχηγό του ΠΑΣΟΚ, δεν άνοιξε, κ. Ανδρουλάκη, το 2009. Η χώρα χρεοκόπησε τον Απρίλιο του 2010 με Πρωθυπουργό τον Γιώργο Παπανδρέου, όταν το 2009 σε αυτή την αίθουσα φέρατε έναν προϋπολογισμό αυξάνοντας τις κοινωνικές δαπάνες κατά 1 δισ. ευρώ και λέγατε ότι «λεφτά υπάρχουν». Αυτό απλά για να αποκαταστήσουμε λίγο την ιστορική αλήθεια.
Αποφεύγω, όπως διαπιστώνετε, τον καθιερωμένο δρόμο συζητήσεων με συνεχή παράθεση ποσοστών και στατιστικών. Επιδίωξή μου, μέχρι στιγμής, ήταν να περιγράψω την ανάταξη της οικονομίας μας και το πέρασμα από την κρίση στην πρόοδο. Και στη συνέχεια να παρουσιάσω αυτήν την μετάβαση από την προηγούμενη τετραετία -μια τετραετία η οποία ήταν ουσιαστικά μια μάχη με πολλαπλές κρίσεις- σε μία τετραετία που, όπως είπε και ο Υπουργός, ο κεντρικός μας στόχος δεν μπορεί να είναι άλλος από τη δυναμική ευρωπαϊκή σύγκλιση.
Μένοντας συνεπής σε αυτήν την επιλογή μου, δεν θα αναφερθώ αναλυτικά προφανώς σε όλα τα κονδύλια του Προϋπολογισμού ανά Υπουργείο. Οι ομιλίες, εξάλλου, των Υπουργών, αλλά και του γενικού εισηγητή μας και των ειδικών αγορητών σε αυτόν τον τομέα πιστεύω ότι υπήρξαν πλήρεις και αναλυτικές.
Θα σταθώ λίγο περισσότερο σε αυτά τα οποία απασχολούν τον πολίτη της διπλανής πόρτας. Αναφέρομαι στον εισαγόμενο πληθωρισμό και στην ακρίβεια. Διότι εμείς δεν ωραιοποιήσαμε ποτέ καταστάσεις και δεν είπαμε ποτέ, δεν ισχυριστήκαμε ποτέ ότι δεν είναι η ακρίβεια το μεγαλύτερο πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική κοινωνία. Έχουμε, όμως, σχέδιο συγκροτημένο, στο οποίο θα ήθελα εν τάχει να αναφερθώ.
Θέλω να επαναλάβω ότι ο κεντρικός πυρήνας του σχεδίου μας, με ορίζοντα τετραετίας, είναι η σταθερή και διατηρήσιμη αύξηση των μισθών και η προεκλογική δέσμευση την οποία είχα δώσει, κατώτατος μισθός στα 950 ευρώ και μέσος μισθός στα 1.500 ευρώ, ισχύει στο ακέραιο.
Δεν ωραιοποιούμε, λοιπόν, καταστάσεις. Εξαντλούμε όμως κάθε μέσο το οποίο διαθέτουμε για να στηρίξουμε τους πολίτες, ειδικά τους πιο ευάλωτους. Ο πληθωρισμός τον Νοέμβριο μπορεί να έπεσε στο 3% -ήμασταν σταθερά για πολλούς μήνες κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, για δύο μήνες ανεβήκαμε λίγο πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο-, αλλά αναμφίβολα το κόστος στο ράφι και ειδικά ο πληθωρισμός στα τρόφιμα εξακολουθεί να «ροκανίζει» το εισόδημα.
Πιστεύω ειλικρινά ότι ως προς τον πληθωρισμό έχουμε δει τα χειρότερα. Οι δε πρόσφατες ανακοινώσεις της κεντρικής τράπεζας των Ηνωμένων Πολιτειών, που ουσιαστικά προεξόφλησαν μια γρήγορη αποκλιμάκωση των επιτοκίων, είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσει και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε μια αντίστοιχη πορεία.
Θέλω να θυμίσω ότι τα επιτόκια δεν καθορίζονται πια εθνικά αλλά καθορίζονται ευρωπαϊκά και ότι ο κύριος σκοπός της γρήγορης αύξησης των επιτοκίων ήταν ακριβώς η συγκράτηση του πληθωρισμού.
Αλλά αυτές είναι αποφάσεις οι οποίες παίρνονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Εμείς προφανώς δεσμευόμαστε από αυτές, αλλά διαθέτουμε και τη δική μας εγχώρια φαρέτρα μέτρων τα οποία κινητοποιούμε.
Θέλω να θυμίσω σε όλους όσοι περιγράφουν μια εικόνα καταστροφής και μιας ανάλγητης κυβέρνησης, η οποία τάχα δεν ενδιαφέρεται για το τι συμβαίνει στην ελληνική κοινωνία, ότι μόνο μέσα στον μήνα Δεκέμβριο εκταμιεύονται πάνω από 717 εκατομμύρια στους πιο ευάλωτους συμπολίτες μας: 352 εκατομμύρια σε 2,3 εκατομμύρια συμπολίτες μας δικαιούχους κοινωνικών επιδομάτων, οικογένειες με παιδιά, δικαιούχους του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος, το οποίο αυξάνεται πλέον κατά 8%. ‘Αλλα 107 εκατομμύρια κατευθύνονται σε 740.000 συνταξιούχους με προσωπική διαφορά, που θα λάβουν μέσα στην επόμενη εβδομάδα από 100 έως 200 ευρώ, 1,2 εκατομμύρια φορολογούμενοι θα εισπράξουν προκαταβολές του επιδόματος θέρμανσης. Στους αγρότες θα επιστραφεί μέρος του ειδικού φόρου στο πετρέλαιο.
Κάτοικοι της Θεσσαλίας και του Έβρου θα έχουν διπλό «Market Pass», 140.000 νέοι τελικά θα πάρουν μέσα στην επόμενη εβδομάδα τα 150 ευρώ του «Youth Pass».
Μέχρι το τέλος Μαρτίου θα επιδοτούνται -και συμβαίνει αυτό, όπως γνωρίζετε, για πρώτη φορά- τα φτωχά νοικοκυριά που θερμαίνονται με ρεύμα. Και φυσικά, για όλο το 2024, θα εξακολουθούν να ισχύουν τα κοινωνικά τιμολόγια στην ενέργεια.
Μιλάμε, λοιπόν, για μέτρα τα οποία είναι σχεδιασμένα να ανακουφίζουν, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, αυτούς που χτυπά περισσότερο η ακρίβεια, λειτουργώντας όμως συμπληρωματικά με άλλες παράλληλες δράσεις: το «Καλάθι του Νοικοκυριού», η πρωτοβουλία της μειωμένης τιμής κατά 5%, ήδη την ακολουθούν 100 εταιρείες με σχεδόν 1.300 προϊόντα. Και βέβαια, τους ελέγχους κατά της αισχροκέρδειας. Είχα την ευκαιρία να επισκεφθώ την προηγούμενη εβδομάδα το Υπουργείο Ανάπτυξης και την υπηρεσία η οποία έχει αναλάβει τους ελέγχους της αγοράς, τη ΔΙ.Μ.Ε.Α.
Δεν διστάσαμε, εσείς που μας κατηγορείτε ότι «κλείνουμε το μάτι στο μεγάλο κεφάλαιο», να βάλουμε πρόστιμα εκατομμυρίων σε μεγάλες εταιρείες, διεθνείς εταιρείες, επιχειρηματικούς κολοσσούς, για ζητήματα που έχουν να κάνουν με παραβιάσεις στον ανταγωνισμό.
Και βέβαια, θέλω να θυμίσω ότι τα τελευταία δύο χρόνια έχουμε διαθέσει παραπάνω από 2,5 δισεκατομμύρια στην κοινωνία για στήριξη απέναντι στον εισαγόμενο πληθωρισμό.
Φαντάζομαι ότι για κάποιους από εσάς αυτά τα μέτρα μπορεί να είναι αδιάφορα, μπορεί να είναι λίγα. Σας διαβεβαιώνω, όμως, ότι για εκατομμύρια συμπολίτες μας είναι μια σημαντική ανακούφιση.
Δεν λύνουν δραστικά το πρόβλημα, σίγουρα όμως το περιορίζουν. Όσο για τους ελέγχους, θα ξαναπώ και εδώ από το βήμα της Βουλής, ότι αυτοί θα συνεχιστούν -έχουμε, μάλιστα, στη διάθεση μας τώρα και πολλά περισσότερα ψηφιακά εργαλεία- έως ότου όλοι να αντιληφθούν ότι μια συλλογική δοκιμασία δεν μπορεί να γίνεται ευκαιρία για ανεύθυνη απληστία.
Θα επαναλάβω, ωστόσο, ακόμα μια φορά ότι τα παραπάνω δεν αλλάζουν τη βασική μας θέση: ότι η πιο καίρια απάντηση στον πληθωρισμό δεν μπορεί να είναι άλλη από τη μόνιμη αύξηση μισθών και τη μόνιμη στήριξη του διαθέσιμου εισοδήματος. Όπως κάναμε με μόνιμα μέτρα μείωσης της φορολογίας την προηγούμενη τετραετία και συνεχίζουμε και αυτή την τετραετία.
Οι έκτακτες στηρίξεις αφορούν ειδικές συνθήκες, έχουν από τη φύση τους συγκεκριμένη διάρκεια. Οι μόνιμες, όμως, αυξήσεις στους εργαζόμενους θα ισχύουν και μετά τις πρόσκαιρες δοκιμασίες, ενισχύοντας σταθερά και διαχρονικά το εισόδημα τους.
Και επειδή έγινε μεγάλη συζήτηση για τους μισθούς στην χώρα μας, θέλω να καταθέσω το διάγραμμα αυτό, που είναι η εξέλιξη του δείκτη μισθολογικού κόστους, στο οποίο φαίνεται η σημαντική αύξηση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα τα τελευταία τρία χρόνια. Και θα σας έλεγα ότι είναι η καλύτερη επιβράβευση μιας οικονομικής πολιτικής η οποία στοχεύει στη γρήγορη αποκλιμάκωση της ανεργίας, έτσι ώστε -όπως είπα- η διαπραγματευτική δύναμη να περνάει ολοένα και περισσότερο στον εργαζόμενο και οι επιχειρήσεις -οι οποίες συχνά διαμαρτύρονται και σε εμάς ότι δεν μπορούν να βρουν εργαζόμενους- να αναγκάζονται τελικά να πληρώνουν περισσότερο και να προσφέρουν καλύτερες συνθήκες εργασίας.
Αυτό δεν θα μπορούσε να είχε γίνει εάν δεν είχαμε ένα μεγάλο κύμα επενδύσεων και μια γρήγορη αποκλιμάκωση της ανεργίας.
Και βέβαια, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μέσα στον Ιανουάριο, σε λίγες εβδομάδες από τώρα, 660.000 δημόσιοι υπάλληλοι της χώρας θα δουν για πρώτη φορά αυξήσεις ύστερα από 14 χρόνια.
Σπεύσατε ακόμα μία φορά, κ. Φάμελλε, να τις απαξιώσετε αυτές τις αυξήσεις. Έτσι δεν είναι; Ναι, να τις απαξιώσετε. Εσείς πόσες αυξήσεις κάνατε στους δημόσιους υπαλλήλους επί δικών σας ημερών; Καμία.
Εμείς, λοιπόν, εκτός από τις οριζόντιες αυξήσεις, ναι, κάνουμε και στοχευμένες αυξήσεις στους δημοσίους υπαλλήλους οι οποίοι έχουν διευθυντικές θέσεις. Όπως έχω πει πολλές φορές, είναι σημαντικό δημόσιοι υπάλληλοι άξιοι, επιλεγμένοι αξιοκρατικά, να μπορούν να γνωρίζουν ότι θα έχουν μια πρόσθετη οικονομική στήριξη όταν αναλαμβάνουν σημαντικές θέσεις.
Αυξήσεις 3% θα δουν επίσης από την 1η Ιανουαρίου και σχεδόν 2 εκατομμύρια συνταξιούχοι, επιπλέον στο 7,3% το οποίο έλαβαν πέρσι. Στο εξής, μάλιστα, όσοι θέλουν να εργαστούν -και σε μία αγορά εργασίας όπου υπάρχει ανάγκη για πολύ συγκεκριμένες δεξιότητες είμαι σίγουρος ότι πολλοί θα ανταποκριθούν σε αυτή την ευκαιρία-, συνταξιούχοι θα μπορούν να αυξάνουν το εισόδημά τους χωρίς να παρακρατείται το 30% της σύνταξής τους και να φορολογούνται μόνο αυτοτελώς για τον χρόνο της εργασίας τους.
(παρέμβαση εκτός μικροφώνου από το ακροατήριο)
Και αν θέλουν να δουλεύουν εσάς τι σας ενοχλεί; Εδώ είναι το ερώτημα. Το λέτε εσείς που κάνατε πολλές αυξήσεις στους συνταξιούχους. Σας θυμούνται πάρα πολύ καλά οι συνταξιούχοι εσάς στον ΣΥΡΙΖΑ. Μην ανησυχείτε. Έχουν πικρές αναμνήσεις από την πολιτική σας. Αν είναι οι διασπαστικές τάσεις στον χώρο σας που δημιουργούν τέτοιο εκνευρισμό, αλλά δεν σας έχω συνηθίσει έτσι, κ. Φάμελλε.
Λοιπόν, θυμίζω επίσης ότι ξεπαγώνουμε τις τριετίες από 1/1/2024, έναν χρόνο νωρίτερα από’ ό,τι προβλέπαμε και νωρίτερα από ό,τι όριζε ο νόμος. Και βέβαια, ότι ο κατώτατος μισθός θα αυξηθεί πάλι την 1η Απριλίου και τελικά θα έχει αυξηθεί περισσότερο από αυτό το οποίο είχαμε δεσμευτεί.
Σας θυμίζω ότι το 2019 είχαμε δεσμευτεί για αύξηση διπλάσια του ποσοστού αύξησης του ΑΕΠ. Αν κάνετε τον απολογισμό θα διαπιστώσετε ότι στον κατώτατο μισθό -και σωστά τελικά πράξαμε- κάναμε μεγαλύτερη αύξηση. Αυτή την αύξηση την άντεξε τελικά η αγορά. Έτσι έχουμε αναβαθμίσει σημαντικά τη θέση μας στην ευρωπαϊκή κατάταξη των χωρών που έχουν κατώτατο μισθό, γιατί θυμίζω ότι δεν έχουν όλες οι χώρες κατώτατο μισθό.
Σε αυτό το κύμα των πρωτοβουλιών της πολιτείας για την αύξηση του εισοδήματος -επειδή άκουσα κάποια συνάδελφο του ΣΥΡΙΖΑ να μιλάει για τους γιατρούς και για τους μισθούς των γιατρών, καλά κάνετε και το λέτε- επιτρέψτε μου, λοιπόν, σήμερα, σε απάντηση και αυτού του σχολίου, να ανακοινώσω μία ακόμα πρωτοβουλία μας: από τις αρχές του έτους αυξάνεται κατά 20% η αποζημίωση όλων των εφημεριών στο Εθνικό Σύστημα Υγείας.
Οι μισθοί έχουν ήδη αυξηθεί 10% από πέρσι, κ. Φάμελλε. Όταν η οικονομία, βλέπετε, πηγαίνει καλά, αντέχουμε να κάνουμε τέτοιες αυξήσεις.
Γνωρίζετε τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε στο Εθνικό Σύστημα Υγείας και τις προσπάθειες που έχουμε κάνει να προσελκύσουμε γιατρούς, ειδικά σε απομακρυσμένα νησιά. Ενισχύουμε ακόμα περισσότερο τα κίνητρα αυτά έτσι ώστε να μπορούμε να στελεχώνουμε τα κέντρα υγείας μας και τα νοσοκομεία μας σε απομακρυσμένες περιοχές, αλλά και τα έκτακτα επιδόματα τα οποία έχουν ήδη δοθεί σε αναισθησιολόγους και στους εργαζόμενους στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας. Και βέβαια, αυτά είναι ανεξάρτητα από τις αμοιβές όσων έχουν ταυτόχρονα ή θα έχουν θέση Προσωπικού Γιατρού.
Μια απόδειξη ότι για τα ζητήματα της δημόσιας υγείας η κυβέρνηση αυτή κάνει ό,τι μπορεί.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, πρόκειται για αποφάσεις που παραπέμπουν ευθέως στο κοινωνικό πρόσωπο του Προϋπολογισμού του 2024. Ειδικότερα, μάλιστα, όταν μιλάμε για την παιδεία και για την υγεία.
Πού ήταν οι δαπάνες για την υγεία το 2019; Κοντά στα 4 δισεκατομμύρια. Πού θα είναι το 2024; Έξι δισ. ευρώ. Δύο δισ. ευρώ αύξηση.
Οι δαπάνες για την παιδεία ήταν στα 5,5 δισ. και τώρα ανεβαίνουν στα 6,5 δισεκατομμύρια. Την ίδια ώρα που αρκετά δισεκατομμύρια του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ κατευθύνονται για την αναβάθμιση υποδομών υγείας, για τον εκσυγχρονισμό των τμημάτων επειγόντων περιστατικών, των κέντρων υγείας, για την ανάπτυξη του δικτύου τηλεϊατρικής, για τον ψηφιακό φάκελο υγείας.
Μας ασκήθηκε κριτική ότι «δεν έχουμε κάνει αρκετά στα ζητήματα της πρόληψης» για τη δημόσια υγεία. Μα αυτή η κυβέρνηση είναι η πρώτη η οποία προέταξε τα ζητήματα πρόληψης στη δημόσια υγεία και τα έβαλε στο επίκεντρο της πολιτικής μας.
Παραπάνω από 500 εκατομμύρια ευρώ στο πρόγραμμα «Σπύρος Δοξιάδης», συγχρηματοδοτούμενο και από το Ταμείο Ανάκαμψης, ακριβώς για να μπορούμε να προλαμβάνουμε ασθένειες πριν αυτές οδηγήσουν τους συμπολίτες μας στα νοσοκομεία σε προχωρημένο στάδιο της νόσου. Και το πρόγραμμα «Φώφη Γεννηματά» για τη διάγνωση του καρκίνου του μαστού είναι ένα τέτοιο επιτυχημένο παράδειγμα πολιτικών δημόσιας υγείας, πολιτικών που σώζουν ζωές.
Παραπάνω από 10.000 συμπολίτες μας, γυναίκες, διαγνώστηκαν με καρκίνο του μαστού χωρίς να το γνωρίζουν. Και η συντριπτική πλειοψηφία από αυτές, ακριβώς επειδή εντόπισαν τον καρκίνο νωρίς, θα μπορέσουν τώρα να τον θεραπεύσουν.
Αυτές είναι πολιτικές που έχουν πραγματικό κοινωνικό αποτύπωμα.
Για να είμαστε όμως ειλικρινείς, τα χρήματα αυτά είναι χρήματα του ελληνικού λαού, πρέπει να υπηρετούν την υγεία του και δεν πρέπει να χάνονται στους δαιδαλώδεις διαδρόμους της υπερσυνταγογράφησης, των περιττών διαγνωστικών εξετάσεων, της παραοικονομίας στον χώρο.
Γι’ αυτό, μαζί με την αύξηση των πόρων, θα υπάρχει και αύξηση των ελέγχων, με μια τολμηρή αναδιάρθρωση στον ΕΟΠΥΥ. Γιατί δεν υπάρχει τίποτα πιο άρρωστο από την αισχροκέρδεια στην υγεία.
Μάλιστα έχω δεσμευτεί στον Υπουργό Υγείας, σε συνεννόηση με το Υπουργείο Οικονομικών, ότι οποιαδήποτε πρόσθετη εξοικονόμηση μπορεί να δρομολογηθεί μέσα από δράσεις του Υπουργείου Υγείας, πέραν αυτών που προβλέπει ήδη ο Προϋπολογισμός, θα παραμείνει στον προϋπολογισμό του Υπουργείου Υγείας για πρόσθετη στήριξη των μισθών των εργαζόμενων στο ΕΣΥ.
Αντίστοιχα με την υγεία, στην παιδεία ο προϋπολογισμός προβλέπει δαπάνες ύψους 6,5 δισ. ευρώ. Με ακόμα 2,5 δισ. εκτιμώμενων ευρωπαϊκών ενισχύσεων που διατίθενται σε δράσεις σε όλες τις βαθμίδες. Ανάμεσα σε αυτές και 60 πρότυπα campus, όπου Επαγγελματικά Λύκεια, Δημόσια ΙΕΚ και σχολές κατάρτισης θα λειτουργήσουν από κοινού, σε σύνδεση με την αγορά εργασίας.
Επίσης, οι νέες συμπράξεις ελληνικών και ξένων πανεπιστημίων, η ολοκλήρωση της διαδραστικής διδασκαλίας σε Γυμνάσια και σε Λύκεια.
Εντός του 2024, για πρώτη φορά μια καινοτόμος εφαρμογή: δωρεάν ψηφιακό φροντιστήριο για όποιον μαθητή το επιθυμεί και προετοιμάζεται για πανελλήνιες εξετάσεις.
Και επειδή δεν μου αρέσει να ωραιοποιώ τα πράγματα, αναφέρθηκαν αρκετοί ομιλητές στα αποτελέσματα του διαγωνισμού της PISA, τα οποία πράγματι θα πρέπει να μας προβληματίσουν, αν λάβουμε υπόψιν μας ότι σε όλες τις χώρες υπήρξε μια μείωση της απόδοσης των παιδιών, σε μεγάλο βαθμό συνδεδεμένη αυτή η μείωση της απόδοσης με την πανδημία.
Αλλά, θα έλεγα ότι τα αποτελέσματα αυτά μας υποχρεώνουν να τρέξουμε ακόμα πιο γρήγορα τις μεγάλες δρομολογημένες μεταρρυθμίσεις στο δημόσιο σχολείο, με πρώτη αδιαπραγμάτευτη προτεραιότητα την αξιολόγηση.
Και βέβαια, να θυμίσω ότι αυτή η κυβέρνηση έχει δρομολογήσει για πρώτη φορά ελληνική PISA, τυχαίες δηλαδή εξετάσεις σε διάφορα σχολεία της χώρας, για να μπορούμε εμείς οι ίδιοι, σε ετήσια βάση, να έχουμε μια καλύτερη κατανόηση της ποιότητας του διδακτικού έργου και του πραγματικού επιπέδου γνώσης των παιδιών μας.
Και βέβαια, νομίζω ότι εντός του 2024 έχει έρθει επιτέλους η ώρα να κάνουμε πράξη μια μεγάλη αλλαγή για την οποία έχω πολλές φορές δεσμευτεί. Μιλώ για την απελευθέρωση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, είναι μια μεγάλη διπλή μεταρρύθμιση.
Από τη μία πλευρά, χτίζοντας πάνω στις σημαντικές αλλαγές που ήδη έχουν γίνει στο δημόσιο πανεπιστήμιο, να απελευθερώσουμε ακόμα περισσότερο τη λειτουργία τους, να τα κάνουμε πιο εξωστρεφή, να τους δίνουμε τη δυνατότητα να κάνουν πιο εύκολα συμπράξεις με πανεπιστημιακά ιδρύματα του εξωτερικού, να απελευθερώσουμε τους Ειδικούς Λογαριασμούς Κονδυλίων Έρευνας (ΕΛΚΕ) από τη μεγάλη γραφειοκρατία που σήμερα κρατά πίσω ερευνητικό και διδακτικό έργο.
Αλλά, έχει έρθει η ώρα να κάνουμε και μία άλλη μεγάλη μεταρρύθμιση: να εισάγουμε επιτέλους και στην Ελλάδα τη λειτουργία μη κρατικών ανώτατων ιδρυμάτων. Το σχετικό νομοσχέδιο θα παρουσιαστεί στο Υπουργικό Συμβούλιο της επόμενης εβδομάδας, θα τεθεί σε δημόσια διαβούλευση αμέσως μετά και θα έχει γίνει νόμος του κράτους εντός του πρώτου μήνα του 2024. Η Ελλάδα θα γίνει περιφερειακός πόλος ανάπτυξης υπηρεσιών εκπαίδευσης.
(παρέμβαση εκτός μικροφώνου από το ακροατήριο)
Δεν γνωρίζω, κα Κωνσταντοπούλου, κανένα νομοσχέδιο το οποίο να ψηφίζεται χωρίς να έρθει στη Βουλή. Μην ανησυχείτε, θα υπάρχει εκτενής ευκαιρία να συζητήσουμε, να ακούσουμε και τους εκπροσώπους, ξέρετε, των δημοσίων πανεπιστημίων. Να αντιληφθείτε και το ενδιαφέρον το οποίο πολλές φορές έχουν δημόσια πανεπιστήμια για συμπράξεις με ακαδημαϊκά ιδρύματα του εξωτερικού.
Για να πάψουμε επιτέλους να έχουμε αυτή τη θλιβερή μοναδικότητα, η οποία εξ όσων γνωρίζω δεν υπάρχει ούτε καν στη Βόρεια Κορέα, να είμαστε η μόνη χώρα η οποία κρατά ερμητικά κλειστό το μονοπώλιο της ανώτατης εκπαίδευσης μόνο στα κρατικά ιδρύματα.
Προσοχή, όμως, αν ο πρώτος πυλώνας της κοινωνικής μας πολιτικής είναι η μάχη με την ακρίβεια, δεύτερος η αύξηση των μισθών και τρίτος η υγεία και η παιδεία, υπάρχει και αυτός ο πυλώνας που θωρακίζει όλους τους άλλους: η εθνική μας άμυνα, με δεσμεύσεις σαφείς. Ένα εξοπλιστικό πρόγραμμα το οποίο συνεχίζεται και το οποίο τίθεται πάντα σε διαβούλευση στην Επιτροπή Εξοπλιστικών, συνυπολογίζοντας βέβαια πάντα τις μακροχρόνιες δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας. Ο φράχτης του Έβρου, που παρά τις αντιδράσεις χτίζεται.
Και βέβαια, η μεγάλη μάχη την οποία δίνουμε και δίνει το οικονομικό επιτελείο και πιστεύω ότι είναι μια μάχη που τελικά θα μπορέσουμε να την κερδίσουμε και θα είναι ωφέλιμη συνολικά για τη χώρα: να εξαιρούνται οι αμυντικές δαπάνες, υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις, από τους υπολογισμούς του ευρωπαϊκού υπερβολικού ελλείμματος.
Γιατί είναι πράγματι άδικο μια χώρα η οποία σταθερά έχει αμυντικές δαπάνες πάνω από το όριο του 2%, που ορίζεται ως το κατώφλι από τη Βορειοατλαντική Συμμαχία, από το ΝΑΤΟ, να τιμωρείται ακριβώς επειδή αναγκάζεται να επενδύσει στην άμυνά της λόγω των ιδιαίτερων γεωπολιτικών συνθηκών που χρειάζεται να αντιμετωπίσει.
Δώσαμε μεγάλη μάχη σε ευρωπαϊκό επίπεδο να μπορέσουμε να πετύχουμε αυτή την εξαίρεση και πιστεύω ότι είμαστε κοντά στο να το καταφέρουμε.
Και να χαιρετίσω, κ. Φάμελλε, τη θρυλούμενη, δεν ξέρω αν θα επιβεβαιωθεί, επιστροφή του ΣΥΡΙΖΑ στην πραγματικότητα, ψηφίζοντας τα σχετικά κονδύλια του Προϋπολογισμού για την άμυνα. Είναι έτσι; Θα τα ψηφίσετε; Ή μας το κρατάτε έκπληξη;
Να ακούσω και τη θέση της Νέας Αριστεράς. Βέβαια, μας εξηγήσατε τώρα, είναι παρών και ο κ. Τσίπρας, γιατί αλλάξατε θέση και γιατί δεν τα ψηφίζατε επί ημερών του κ. Τσίπρα, αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα. Εγώ πάντως χαιρετίζω την προσχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Χαιρετίζω την προσχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό το διαχρονικά αρραγές μέτωπο το οποίο αφορούσε τουλάχιστον τη στήριξη των αμυντικών δαπανών από τα περισσότερα κόμματα της Βουλής.
Θα ήθελα επίσης να απαντήσω σε τρεις αιτιάσεις που λέγονται και ξαναλέγονται. Αλλά νομίζω ότι αξίζει τον κόπο, σε συνέχεια και όσων είπε ο Υπουργός, να συμπληρώσω κι εγώ κάποιες σκέψεις για να διευκρινίσω και να αποδομήσω κάποιους συνειδητούς μύθους που διακινούνται μακριά από την αλήθεια.
Σας είπα, ο πρώτος μύθος: «αυξάνονται οι φόροι». Και πώς αυξάνονται οι φόροι και τα έσοδα; Δεν αυξάνονται οι φόροι και τα έσοδα επειδή αυξάνουμε τους φορολογικούς συντελεστές. Αυξάνονται τα έσοδα επειδή η οικονομία πηγαίνει πολύ καλά. Επειδή μπορέσαμε και δημιουργήσαμε αναπτυξιακή δυναμική.
Και τα έσοδα αυτά είναι ακριβώς αυτά τα οποία επιστρέφουν στους πολίτες. Επιστρέφουν στην υγεία. Επιστρέφουν στην παιδεία. Επιστρέφουν στην κοινωνική πολιτική. Αυτή είναι η επιτυχία της πολιτικής της Νέας Δημοκρατίας την οποία ποτέ δεν καταλάβατε, γιατί ήσασταν εμμονικοί με τους φόρους και τσακίζατε τη μεσαία τάξη. Ναι, μπορείς να μειώνεις φόρους και να αυξάνεις έσοδα. Μπορεί να γίνει. Το αποδείξαμε στην πράξη.
Ένας δεύτερος μύθος αφορά τις τράπεζες. Μετά την αποχώρηση, ακούμε, τις πωλήσεις, που έκανε το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας από τις τράπεζες, «το Δημόσιο χάνει».
Τώρα, να ακούγεται αυτή η κριτική από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι τουλάχιστον ευτράπελο, όταν χρεώνεστε την τρίτη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, η οποία στοίχισε πολλά δισεκατομμύρια στους Έλληνες φορολογούμενους.
Αλλά μιας και θέλουμε να μιλάμε με συγκεκριμένα στοιχεία, το Δημόσιο έχει καταβάλει για τα τέσσερα συστημικά ιδρύματα 30,9 δισεκατομμύρια.
Έχει ήδη συγκεντρώσει, κρατώντας ακόμα κάποια ποσοστά στο Ταμείο Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας σε κάποιες τράπεζες, 33,4 δισεκατομμύρια. Δηλαδή, 2,5 δισ περισσότερα.
Και βέβαια, ο μεγάλος μύθος ότι «οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης πηγαίνουν μόνο στις μεγάλες επιχειρήσεις». Όταν γίνεται ένα μεγάλο έργο υποδομής, παραδείγματος χάρη, χρηματοδοτεί το Ταμείο Ανάκαμψης την ολοκλήρωση του δρόμου Ε65 ή ένα τμήμα του Βόρειου Οδικού ‘Αξονα της Κρήτης, προφανώς το έργο αυτό θα το κατασκευάσουν κάποιες μεγάλες κατασκευαστικές εταιρείες.
Ποιος ωφελείται, όμως, από το έργο αυτό; Οι μεγάλοι ωφελούνται ή οι κάτοικοι της περιοχής, όσοι είναι αποδέκτες ποιοτικών υπηρεσιών και ποιοτικών υποδομών από το Δημόσιο;
Όταν εξοπλίζουμε με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης 36.000 σχολεία με διαδραστικούς πίνακες, οι μεγάλοι είναι οι ωφελημένοι από αυτές τις πολιτικές; Όταν με πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης ξαναφτιάχνουμε τα τμήματα επειγόντων περιστατικών σε σχεδόν 100 νοσοκομεία, πάλι οι μεγάλοι είναι οι ωφελημένοι από αυτές τις πολιτικές του Ταμείου Ανάκαμψης;
Μάλιστα αν μιλήσουμε και για τα δάνεια, γιατί άκουσα αυτή την κριτική, ότι «τα δάνεια πάνε στους μεγάλους»: τα μισά από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης, τα φθηνά δάνεια, όπου εμείς μπορέσαμε, διεκδικήσαμε και αποσπάσαμε 5 δισεκατομμύρια πρόσθετα στο αρχικό χαρτοφυλάκιο, πηγαίνουν κατεξοχήν σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις.
Αυτή είναι η αλήθεια όσον αφορά την πορεία του Ταμείου Ανάκαμψης και καλό είναι να μην αμφισβητείτε τη σημαντική αναπτυξιακή του συνδρομή στους ρυθμούς ανάπτυξης των επόμενων ετών.
Και βέβαια, δικό μας χρέος, και ειδικά χρέος του Αναπληρωτή Υπουργού Οικονομικών, είναι να σιγουρευτούμε ότι όλα τα ορόσημα- γιατί όπως γνωρίζετε οι αιρεσιμότητες του Ταμείου Ανάκαμψης είναι εξαιρετικά αυστηρές- θα τηρηθούν, έτσι ώστε να εξακολουθούμε να είμαστε στην πρώτη γραμμή της απορρόφησης αυτού του πολύ σημαντικού ευρωπαϊκού εργαλείου πρόσθετης χρηματοδότησης.
Διότι όταν θα έρθει, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η συζήτηση, και θα έρθει κάποια στιγμή η συζήτηση στην Ευρώπη, για το «τι κάνουμε ως Ευρωπαϊκή Ένωση για να στηρίξουμε την αναπτυξιακή δυναμική και να βελτιώσουμε την ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεών μας, -δηλαδή αν υπάρχει τρόπος αυτό το εργαλείο του Ταμείου Ανάκαμψης να μετατραπεί από ένα προσωρινό σε ένα μόνιμο μέτρο-, αυτό το οποίο θα κοιτάξουν όλες οι χώρες του βορρά, αυτές δηλαδή που πληρώνουν περισσότερα από όσα εισπράττουν, είναι αν οι πόροι που διέθεσαν στους αποδέκτες του Ταμείου Ανάκαμψης αξιοποιήθηκαν με σωστό τρόπο.
‘Αρα, η υποχρέωση την οποία έχουμε να αξιοποιήσουμε αυτά τα χρήματα σωστά και γρήγορα ξεπερνά την εθνική διάσταση. Και μας δίνει τη δυνατότητα αύριο να μπορέσουμε να διαπραγματευτούμε ένα νέο Ταμείο Ανάκαμψης, με πολύ πιο μόνιμα χαρακτηριστικά.
Και βέβαια, θα ήθελα να τονίσω ότι σε αυτές τις συζητήσεις έχει πραγματικά αξία να μιλάμε με έναν λόγο υπεύθυνο και με πραγματικά στοιχεία.
Για άλλη μια φορά δεν μπορώ να αφήσω ασχολίαστες τις ομιλίες των πολιτικών αρχηγών. Ουσιαστικά δεν βρήκαν τίποτα καλό σε όσα έχουν συμβεί στη χώρα τα τελευταία χρόνια. Και δεν μπορώ να μην σχολιάσω ότι ακριβώς αυτή, κ. Φάμελλε, κ. Ανδρουλάκη, κ. Κουτσούμπα, ήταν και η ρητορική που εκπορευόταν από την αντιπολίτευση πριν από τις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου.
Εμείς δεν ισχυριστήκαμε ποτέ ότι όλα τα πράγματα στη χώρα είναι τέλεια. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία όμως ότι η Ελλάδα του 2023 βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση από την Ελλάδα του 2019 και ότι οι μεγάλες προκλήσεις μας είναι να χτίσουμε πάνω σε αυτή την πρόοδο και να κάνουμε πράγματι ένα μεγάλο άλμα σε δύσκολες συγκυρίες.
Εξελίσσονται, αυτή τη στιγμή που μιλάμε, δύο πόλεμοι στην ευρύτερη γειτονιά μας. Θέλω να αναφέρω ότι αυτά τα νούμερα της ανάπτυξης, τα οποία με μεγάλη ευκολία απαξιώσατε λες και δεν είναι σημαντικά, ξέρετε πόσες μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες που σήμερα βρίσκονται στα όρια της ύφεσης θα ήταν εξαιρετικά ικανοποιημένες αν είχαν τη μισή ανάπτυξη από αυτή την οποία έχουμε εμείς;
Οι αυξήσεις των επιτοκίων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας -όπως σας εξήγησα- είχαν ακριβώς τον λόγο να συγκρατήσουν την ανάπτυξη ώστε να μειωθεί ο πληθωρισμός.
Και εμείς καταφέρνουμε, ναι, σε αυτές τις συνθήκες να κρατάμε ρυθμούς ανάπτυξης πολύ υψηλότερους από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Αλλά δεν έχει μόνο αξία να κοιτάμε προς τα πού πηγαίνουμε. Πρέπει να θυμηθούμε, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, από πού ξεκινήσαμε. Δεν είναι ώρα τώρα, την έχουμε κάνει πολλές φορές τη συζήτηση για τις αιτίες της κρίσης, αλλά πρέπει να μην ξεχνάμε ποτέ πως η χώρα απώλεσε το 1/4 του ΑΕΠ της τα χρόνια της κρίσης. Καμία χώρα του ΟΟΣΑ, από το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά, δεν βρέθηκε αντιμέτωπη με μια τέτοια πρωτοφανή οικονομική καταστροφή.
Από εκεί ξεκινάμε. Γι’ αυτό και είναι υποχρέωσή μας όχι απλά να κινηθούμε, να βαδίσουμε με γρήγορα βήματα, αλλά να τρέξουμε, να χτίσουμε πάνω στα επιτεύγματα της προηγούμενης τετραετίας, που έφεραν μια συνολική ανάταξη από τις συνέπειες αυτών των προβλημάτων.
Οι αιτίες όμως των προβλημάτων, πολλές από τις αιτίες που μας οδήγησαν σε αυτή τη χρεοκοπία, δυστυχώς εξακολουθούν να ζουν και να βασιλεύουν.
Δεν αντιμετωπίζω αυτόν τον Προϋπολογισμό ανεξάρτητα από τη μάχη των μεγάλων δομικών μεταρρυθμίσεων που πρέπει να δώσουμε. Όπως τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, με τα 11 μέτρα τα οποία ψηφίστηκαν πριν από μια εβδομάδα. Την ταχύτητα στην απονομή της δικαιοσύνης, με σημαντικές παρεμβάσεις, που ήδη ο Υπουργός Δικαιοσύνης έχει παρουσιάσει, στον Ποινικό Κώδικα, στον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Τη διαρκή αναβάθμιση των υπηρεσιών του κράτους. Μόλις πρόσφατα, προσθέσαμε και στο αγαπημένο των Ελλήνων πολιτών gov.gr τη δυνατότητα τεχνητής νοημοσύνης, έτσι ώστε να μπορούμε να επικοινωνούμε πολύ πιο άνετα με το κράτος και να παίρνουμε τις πληροφορίες σε μια γλώσσα η οποία είναι πιο εύκολη και πιο κατανοητή.
Όλες αυτές είναι πλευρές αυτού του πολυδιάστατου εκσυγχρονισμού, που συγκροτούν το συνολικό σχέδιο δράσης της κυβέρνησης. Αποτελούν όμως και προϋποθέσεις για την εκτέλεση του Προϋπολογισμού το 2024.
Όπως είπα, ένα μέρος της αύξησης των δαπανών που θέλουμε να κάνουμε στην υγεία, θα προκύψει από το χτύπημα κατά της παραοικονομίας στην υγεία. Ενώ ο στόχος του διπλασιασμού των ξένων επενδύσεων αλλά και της περαιτέρω αύξησης των εξαγωγών δεν θα επιτευχθεί χωρίς ασφάλεια Δικαίου, που εγγυώνται μόνο οι γρήγορες δικαστικές αποφάσεις. Οι μεταρρυθμίσεις, λοιπόν, του σήμερα συνδέονται με την οικοδόμηση ενός καλύτερου αύριο.
Κύριε Πρόεδρε, αγαπητοί συνάδελφοι, είπα στην αρχή ότι, ναι, ο Προϋπολογισμός αυτός είναι αναπτυξιακός, προβλέπει αύξηση 2,9% στο ΑΕΠ. Τον χαρακτήρισα επίσης κοινωνικά δίκαιο, γιατί πράγματι ενισχύει τα εισοδήματα με πρόσθετα 1,6 δισεκατομμύρια, καταργεί κι άλλους φόρους, μετά από τους 50 που ήδη είχαν καταργηθεί την πρώτη τετραετία. Περιορίζει κι άλλο την ανεργία. Προτάσσει την υγεία και την παιδεία.
Είναι, όμως, και ένας Προϋπολογισμός ενός αξιόπιστου ευρωπαϊκού κράτους. Έχει στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος 2,1%. Και θα το ξαναπώ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ο στόχος αυτός είναι αδιαπραγμάτευτος. Μπορέσαμε και πετύχαμε την επενδυτική βαθμίδα ακριβώς επειδή τις προβλέψεις του οικονομικού επιτελείου όχι απλά τις πετύχαμε, τις ξεπεράσαμε στην πράξη. Και του προηγούμενου οικονομικού επιτελείου και του σημερινού οικονομικού επιτελείου.
Κι αν θέλουμε να μιλήσουμε για τη διαχρονική μείωση του δημοσίου χρέους και να σκεφτούμε και από τώρα τι θα γίνει μετά το 2032, οφείλουμε να παραμείνουμε απολύτως επικεντρωμένοι στον στόχο της επίτευξης αυτών των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Θα σας ζητούσα -και αυτό ισχύει για όλες τις χειμαρρώδεις τοποθετήσεις σας και τον πλεονασμό των μέτρων που ανακοινώνετε- θα σας παρακαλούσα, λοιπόν, αν θέλετε πραγματικά να είστε σοβαροί και υπεύθυνοι, για κάθε παρέμβαση την οποία ανακοινώνετε να μας λέτε κοστολογημένα πόσο στοιχίζει και τι θα κόψετε από τον Κρατικό Προϋπολογισμό προκειμένου να πετύχουμε τον στόχο αυτόν.
Κύριε Ανδρουλάκη, να δώσω ένα παράδειγμα. Μας είπατε ΕΚΑΣ. Νέο ΕΚΑΣ; Για 300.000 συνταξιούχους. Πόσο το κοστολογείτε; 650 εκατομμύρια. Λοιπόν, τόσο το κοστολογούμε κι εμείς.
Ελάτε τώρα, πείτε μας, παρακαλώ πολύ, αυτά τα 650 εκατομμύρια για να πετύχουμε τον στόχο του 2,1% από πού θα τα βρείτε, ποιους θα φορολογήσετε ή ποιες δαπάνες θα κόψετε. Γι΄ αυτό, βλέπετε, η δουλειά των κυβερνώντων είναι πάντα πιο δύσκολη από τη δουλειά της εύκολης αντιπολίτευσης.
(παρέμβαση εκτός μικροφώνου από το ακροατήριο)
Τα δύο διυλιστήρια, αυτά που φορολογήσαμε με 600 εκατομμύρια ευρώ εννοείτε; Για να μπορέσουμε να στηρίξουμε τους πολίτες το 2022. Σε αυτά αναφέρεστε έτσι; Ναι.
Ο Προϋπολογισμός μας, λοιπόν, είναι απολύτως ευθυγραμμισμένος με το πρόγραμμα σταθερότητας, όπως αυτό επιβεβαιώθηκε το Νοέμβριο. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία τελικά είναι και ο τελικός κριτής της ποιότητας των δημόσιων οικονομικών όλων των κρατών-μελών, επικύρωσε αυτό το πρόγραμμα σταθερότητας και τον Προϋπολογισμό.
Ήταν ένα από τα εφτά πιο έγκυρα κείμενα, μεταξύ όλων των χωρών-μελών. Πολύ πιο ισχυρές οικονομίες βρέθηκαν υπό αυστηρή κριτική από την Ευρωπαϊκή Ένωση, ακριβώς επειδή δεν πέτυχαν την απαιτούμενη δημοσιονομική συμμόρφωση. Συγκροτεί ένα σχέδιο ρεαλιστικό, στηριγμένο πια σε μια τετραετή εμπειρία, που μας οπλίζει με διδάγματα, αλλά μας οπλίζει κυρίως με αυτοπεποίθηση.
Ο στόχος είναι το 2024 η ελληνική οικονομία να βρεθεί ακόμα πιο ψηλά, συγκλίνοντας ακόμα περισσότερο με την Ευρώπη σε όλους τους βασικούς δείκτες. Κάποτε παλέψαμε για να μείνουμε Ευρώπη, πετύχαμε να είμαστε Ευρώπη. Θέλουμε, εκεί που μπορούμε, να είμαστε πρωταγωνιστές στην Ευρώπη. Μπορούμε να το πετύχουμε και θα το πετύχουμε.
Αυτή την κατεύθυνση έχει ο Προϋπολογισμός του Κράτους για το έτος 2024. Το ξαναλέω, ο Προϋπολογισμός του Κράτους, όχι ενός κόμματος.
Γι΄ αυτό και θα αναμένω την οριστική στάση των κομμάτων, αν μπορούμε δηλαδή να συμφωνήσουμε έστω σε κάποιες βασικές παραδοχές, στην ανάγκη να δώσουμε αυτές τις αυξήσεις που αντέχει ο Προϋπολογισμός στους δημόσιους υπαλλήλους, στην προτεραιοποίηση των δαπανών για την παιδεία και την υγεία.
Και αν θα μπορέσουμε επιτέλους να συναντηθούμε σε αυτόν τον εθνικό στόχο της μεγαλύτερης ανάπτυξης με μικρότερη ανεργία και με τακτοποιημένα δημόσια οικονομικά, γιατί -επαναλαμβάνω- αυτή ήταν η μεγάλη επιτυχία της οικονομικής μας πολιτικής.
Δεν γίνεται να αναγνωρίζεται παντού, από το εξωτερικό, από όλους τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης, από όλους τους σοβαρούς αναλυτές, ότι η Ελλάδα έχει πετύχει ένα μεγάλο επίτευγμα αυτά τα τελευταία τέσσερα χρόνια σε σχέση με το πού βρισκόταν η οικονομία της και μόνο εδώ, στο Εθνικό Κοινοβούλιο, να μην αναγνωρίζεται τίποτα από αυτή τη θετική προσπάθεια και να παρουσιάζονται όλα μαύρα και άραχνα.
Από πλευράς μας πάντως, εμείς θα υπερψηφίσουμε το διπλό μήνυμα του Προϋπολογισμού, που θέλει μια οικονομία που δεν λειτουργεί ποτέ ανεξάρτητα από την κοινωνία, με πολλές νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται από περισσότερες επενδύσεις, όχι μόνο ξένες αλλά και εγχώριες.
Σήμερα η παραγωγική Ελλάδα συνολικά, μεγάλες επιχειρήσεις, μικρές, μεσαίες επιχειρήσεις, βρίσκονται σε μια πολύ έντονη επενδυτική δραστηριότητα. Θέλουν να στοιχηματίσουν και να επενδύσουν στο μέλλον των εταιρειών τους γιατί βλέπουν ένα μέλλον -παρά τις δυσκολίες- πιο αισιόδοξο. Αντιλαμβάνονται τη σημασία της πολιτικής σταθερότητας. Μπορούν να προβλέψουν την πολιτική τους διότι ξέρουν ότι το φορολογικό σύστημα δεν θα αλλάζει κάθε τρεις και λίγο.
Αυτό είναι που κινητοποιεί τελικά την ιδιωτική οικονομία να αναλαμβάνει ρίσκο και να επενδύει. Και αυτό οδηγεί τελικά και στα πρόσθετα έσοδα τα οποία επιστρέφουν στους πολίτες μέσα από στοχευμένες κοινωνικές πολιτικές και χρηματοδοτούν ένα σύγχρονο κράτος, που θα υπερβαίνει τις παθογένειές του που το κρατούν πίσω, για να βρεθεί στο πλευρό του κάθε πολίτη.
Εξάλλου, αυτό το κείμενο το οποίο έχουμε μπροστά μας, προβάλλει μια άλλη Ελλάδα που αφήνει πίσω τις κρίσεις για τις οποίες, ναι, ευθυνόμαστε και εμείς. Διαθέτει πια τη δύναμη να ξεπερνάει και τις κρίσεις που προκαλούν άλλοι.
Σε μια τέτοια χώρα πραγματικά πιστεύω ότι μας αξίζει ένας πιο επεξεργασμένος δημόσιος διάλογος γύρω από τις σημαντικές επιλογές τις οποίες πρέπει να κάνουμε. Πολύ περισσότερο όταν σε λίγο μπαίνουμε, κ. Πρόεδρε, και στο έτος κατά το οποίο συμπληρώνονται 50 χρόνια από την Αποκατάσταση της Δημοκρατίας. Και 50 χρόνια, βέβαια, από την ίδρυση της μεγάλης μας παράταξης, της Νέας Δημοκρατίας.
Είναι μια επέτειος που μας ζητά να κάνουμε καθημερινά καλύτερο το πολίτευμά μας, πιο αποτελεσματικό, πιο ουσιαστικό τον κοινοβουλευτισμό, φέρνοντας στο προσκήνιο την κοινωνία, που συχνά μας έχει αποδείξει ότι βρίσκεται πολύ πιο μπροστά από διάφορες κομματικές σκοπιμότητες.
Μια τέτοια συνθήκη εκτιμώ, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, πως ισχύει και τώρα, με τους πολίτες να νιώθουν τα προβλήματα αλλά να αντλούν αισιοδοξία και πίστη από τις προσπάθειες της πολιτείας.
Κι αν η έγκριση κάθε Προϋπολογισμού θεωρείται παραδοσιακά και ψήφος εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση, στην περίπτωσή μας πιστεύω ότι είναι μια ψήφος εμπιστοσύνης στο μέλλον.
Ας ακούσουμε, λοιπόν, την κοινωνία, ας συμβαδίσουμε μαζί της και ας ψηφίσουμε, όλες και όλοι μαζί, για αυτό το μέλλον που μας αξίζει.
Σας ευχαριστώ και εύχομαι σε όλες και σε όλους καλές γιορτές και καλά Χριστούγεννα».