Αλματώδη ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στο χαρτοφυλάκιο της ΔΕΗ προβλέπει ο προγραμματισμός που παρουσίασε χθες ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της επιχείρησης, Γιώργος Στάσσης, στους χρηματιστηριακούς αναλυτές με αφορμή την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων εξαμήνου της επιχείρησης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο κ. Στάσσης, οι “πράσινες” εν λειτουργία μονάδες της ΔΕΗ αυξήθηκαν κατά 228 μεγαβάτ σε σχέση με πέρυσι, με την προσθήκη του φωτοβολταϊκού σταθμού “Ηλιακό Βέλος” 200 μεγαβάτ στην Πτολεμαΐδα και του αιολικού “Μουζάκι” 28 μεγαβάτ στην Καρδίτσα με αποτέλεσμα η συνολική εγκατεστημένη ισχύς να φθάσει στα 604 μεγαβάτ. Άλλα 65 μεγαβάτ έχουν κατασκευαστεί και πρόκειται να τεθούν σε λειτουργία, ενώ νέες μονάδες ισχύος 905 μεγαβάτ βρίσκονται υπό κατασκευή.
Σε ορίζοντα 18 μηνών, η πράσινη ισχύς της ΔΕΗ προβλέπεται να ξεπεράσει τα 2 γιγαβάτ, με τελικό στόχο το 2026 τα 5 γιγαβάτ. Στα εμβληματικά έργα που βρίσκονται ήδη υπό κατασκευή περιλαμβάνονται οι σταθμοί 550 μεγαβάτ στην Πτολεμαΐδα και 210 μεγαβάτ στο Αμύνταιο σε συνεργασία με την RWE. Με τις μονάδες που κατασκευάζονται, προγραμματίζονται και έχουν προχωρήσει σε αδειοδοτήσεις κλπ., έχει εξασφαλιστεί το 100 % του στόχου του επιχειρηματικού σχεδίου για το 2026.
Αυξημένες ήταν στο πρώτο εξάμηνο και οι επενδύσεις στο δίκτυο διανομής που έφθασαν στα 232,1 εκατ. Ευρώ έναντι 146,7 εκατ. κατά το πρώτο εξάμηνο του 2022 με σημαντική (+89%) αύξηση των μονάδων ΑΠΕ που εντάχθηκαν στο δίκτυο και του υπόγειου δικτύου (+582 χλμ. από 181 πέρυσι) για λόγους προστασίας σε περιοχές όπου επικρατούν ακραίες καιρικές συνθήκες.
Ο κ. Στάσσης επιβεβαίωσε εξάλλου ότι η εξαγορά της ENEL Ρουμανία θα ολοκληρωθεί στο τρίτο τρίμηνο του 2023, ενώ επανέλαβε τη δέσμευση για διανομή μερίσματος το 2024 στους μετόχους και το στόχο για επαναλαμβανόμενα λειτουργικά κέρδη ύψους περίπου 1,2 δισ. Ευρώ στο τέλος του έτους.
Για το πρώτο εξάμηνο η ΔΕΗ ανακοίνωσε αύξηση των επαναλαμβανόμενων λειτουργικών κερδών στα 590 εκατ. από 429 εκατ. το α’ εξάμηνο 2022 ενώ τα καθαρά κέρδη προ φόρων ήταν 279,6 εκατ. από 1,9 εκατ. πέρυσι.