Ευτυχώς για την κυβέρνηση, που είναι και ο Ανδρουλάκης. Με τις παραξενιές του δίνει τροφή, μια βδομάδα τώρα, στη δημόσια συζήτηση και στα καφέ της χώρας, να ασχοληθούν και να προβληματιστούν πως θα κυβερνηθεί η χώρα, την επομένη των εκλογών της 21ης Μαΐου, αντί με τα Τέμπη. Ό,τι ακριβώς επιθυμούσαν τα κυβερνητικά στελέχη.
Αλήθεια ξέρουμε τι μας περιμένει μετά από πενήντα μέρες, τι θα βρούμε μπροστά μας ή ποιον; Το πιθανότερο, να μην βρούμε κανέναν, που να μπορεί να κυβερνήσει και θα οδηγηθούμε σε νέες εκλογές.
Στο τραπέζι μέχρι τώρα έχουμε τρεις προτάσεις:
Του κ. Μητσοτάκη που ζητά αυτοδυναμία, του κ. Τσίπρα που προτείνει κυβέρνηση συνεργασίας, αλλά δεν μας λέει με ποιους θα συνεργαστεί και του κ. Ανδρουλάκη που θα ανοίξει το κουτί του, για να πεταχτεί … πρωθυπουργός «φασουλής».
Το παιχνίδι, όμως, καθίσταται ακόμα πιο περίπλοκο, σχεδόν σταυρόλεξο και μάλιστα δύσκολο.
Ο κ. Τσίπρας μας λέει πως θα συνεργαστεί μόνο αν είναι πρώτο κόμμα – κάτι που μέχρι στιγμής δεν φαίνεται στις δημοσκοπήσεις- και ο Ανδρουλάκης θέλει συνεργασία, μόνο αν διαθέτει υψηλό διψήφιο ποσοστό, αλλά χωρίς τον Βαρουφάκη. Για να προκύψει κυβέρνηση με αυτές τις θέσεις, τα δυο κόμματα ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ θα πρέπει να λάβουν από κοινού 151 έδρες, κάτι που μοιάζει πολύ δύσκολο και επίσης θα πρέπει να καθίσουν μαζί να βρουν από κοινού, τρίτο πρόσωπο ως πρωθυπουργό, κάτι είναι ακόμα δυσκολότερο, αφού το αρνείται κατηγορηματικά ο κ. Τσίπρας.
Ποιος πολίτης μπορεί να εμπιστευτεί δυο αρχηγούς που ο καθένας τους βάζει τέτοιους όρους για συνεργασία, με τους οποίους ο ένας -κυρίως ο Ανδρουλάκης- αποκλείει τον άλλον από τη συνεργασία;
Μπορεί το παιχνίδι να μοιάζει «σικέ», αλλά δεν είναι. Το μπέρδεμα υπάρχει γιατί τα δύο κόμματα αδυνατούν να δώσουν καθαρή λύση στο κυβερνητικό πρόβλημα της χώρας μετά τις εκλογές και συνεχίζουν ένα κρυφτούλι, που καταλήγει για τους ψηφοφόρους σε ένα «ραντεβού στα τυφλά» για τη διακυβέρνηση της χώρας.
Είναι και οι δύο τους θύματα του εκλογικού συστήματος που ψήφισε ο κ. Τσίπρας, καθότι, χωρίς ελκυστικό πρόγραμμα, το μόνο που τους απομένει για να προσελκύσουν ψηφοφόρους είναι η προοπτική συμμετοχής τους σε μια κυβέρνηση.
Ο «ζαλισμένος» Νίκος
Μάλιστα ο Νίκος Ανδρουλάκης, βλέποντας πως τα έχει κάνει «θάλασσα» , και πιεζόμενος τόσο από τα μέσα ενημέρωσης, όσο και από τους πολιτικούς του αντιπάλους, αλλάζει το… τροπάριο σιγά- σιγά. Εμφανίζει τον εαυτό του, ως πιθανό πρωθυπουργό της χώρας, σε μια κυβέρνηση συνεργασίας, άσχετα αν οι πολίτες στις μετρήσεις, έχουν άλλη γνώμη.
«Δεν διορίζω εγώ πρωθυπουργό. Θα συμφωνήσουν και αυτοί. (Σ.Σ. οι πολιτικοί αρχηγοί). Δεν είναι δική μου επιλογή…» μας δήλωσε. Αλλά πως θα προχωρήσει σε μια κυβέρνηση ο κ. Ανδρουλάκης, χωρίς Τσίπρα και Μητσοτάκη, αφού οι δύο δήλωσαν κατηγορηματικά ότι δεν παραιτούνται υπέρ τρίτου;
Ο Νίκος Ανδρουλάκης προσπαθεί να ισορροπήσει πάνω στο ακατανόητο, παραβλέποντας συνειδητά το άρθρο 37 του Συντάγματος που αναφέρει: «Πρωθυπουργός διορίζεται ο αρχηγός του κόμματος το οποίο διαθέτει στη Βουλή την απόλυτη πλειοψηφία των εδρών…»
Παρόλα αυτά κατάφερε, να μονοπωλήσει την πολιτική συζήτηση και να επαναφέρει έστω και με αυτόν τον αλλοπρόσαλλο τρόπο το ΠΑΣΟΚ, στην επιφάνεια.
«Δώρο» στην κυβέρνηση
Η αλλοφροσύνη που κυριαρχεί αυτές τις μέρες στο δημόσιο διάλογο, για την επόμενη μέρα, προκαλεί ανασφάλεια στην κοινή γνώμη που δεν αρέσκεται σε πειραματισμούς και δεν επιθυμεί ούτε πολιτική κρίση μετά τις εκλογές, ούτε ασθενή διακυβέρνηση, επιρρεπή σε πιέσεις εγχώριων ολιγαρχών, που κάνουν ασκήσεις «εισπήδησης» στα χρήματα του Ταμείου Ανάκαμψης.
Το σουρεαλιστικό γήπεδο, στο οποίο παίζουν ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ για την επόμενη μέρα των εκλογών έρχεται σε αντίθετη με την καθαρή λύση, όσο αλαζονική για ορισμένους κι αν φαίνεται, που προτείνεται από τη ΝΔ για αυτοδύναμη κυβέρνηση, με τη συμμετοχή προσώπων από άλλους πολιτικούς χώρους.
Μια θέση που δείχνει να ανεβαίνει ξανά στις προτιμήσεις των ψηφοφόρων. Όμως τα συνεχή γκάλοπ, στα οποία προσφεύγει το Μαξίμου, δείχνουν μόνο μια μικρή ανάκαμψη των ποσοστών της ΝΔ ύστερα από το σοκ των Τεμπών με μια διαφορά στην εκτίμηση ψήφου γύρω στο 5%. Στο Μαξίμου ελπίζουν πως η συσπείρωση του κόμματος θα ενισχυθεί μετά το Πάσχα και ένα μεγάλο μέρος όσων μετακινήθηκαν στη γκρίζα ζώνη των αναποφάσιστων θα επιστρέψουν στη ΝΔ.
Ανάλογες μικρές διαφοροποιήσεις δείχνουν και άλλες δημοσκοπήσεις. Στην MBR η διαφορά στην εκτίμηση ψήφου έφτασε το 3,9% και στην έρευνα της Μetron Αnalysis, στο 5,8%. Στη ΝΔ εκτιμούν πως χρειάζεται χρόνος και πολύ δουλειά για να επιστρέψει, στα ποσοστά προ των Τεμπών
«Μακροβούτι» στο 1965
Η πρόθεση όμως του κ. Μητσοτάκη για πολιτική “πολυχρωμία” στελεχών στην επόμενη κυβέρνηση του, ξεσήκωσε τους κυρίους Τσίπρα και Ανδρουλάκη που την ερμήνευσαν κατά το δοκούν, ως προσπάθεια επικείμενης νέας αποστασίας. Και οι δυο έφτασαν στο 1965 , μισό αιώνα πίσω για να αντλήσουν επιχειρήματα κατά του προέδρου της ΝΔ.
Ο Τσίπρας μάλιστα σχολίασε: «Μπορεί η οικογένεια Μητσοτάκη να έχει μακρά παράδοση σε αποστασίες, αλλά δεν είναι αυτό που αρμόζει στη χώρα».
Αυτή η βουτιά στο παρελθόν και η κατηγορία της οικογενειακής ευθύνης, αποκαλύπτει, όχι απλά αδυναμία επιχειρημάτων, για την “πολύχρωμη” κυβέρνηση Μητσοτάκη, αλλά και φόβο, καθώς και τα δυο κόμματα παρά την πτώση της ΝΔ μετά το δυστύχημα στα Τέμπη, αδυνατούν να εισπράξουν τους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους της που παραμένουν στην “γκρίζα ζώνη”.
Είναι δε εντυπωσιακό πως επί τέσσερα χρόνια ο Αλέξης Τσίπρας χρησιμοποίησε κάθε θεμιτό και αθέμιτο πολιτικό μέσο , στελέχη του έφτασαν μάλιστα σε σημείο “εκτσογλανισμού” της πολιτικής ζωής , όπως είχε πει τότε, ο Ε. Βενιζέλος, για να πλήξει την κυριαρχία Μητσοτάκη. Δεν τα κατάφερε με την πολιτική του, δεν μπόρεσε να βρει το στόχο του.
Τα κατάφερε όμως το δυστύχημα στα Τέμπη. Αλλά ατυχώς για τον κ. Τσίπρα η τραγωδία δεν του προσέδωσε καμιά δυναμική προς την εξουσία, αντίθετα τον καθήλωσε καθώς οι διαχρονικές ευθύνες βαραίνουν κι ας μην το παραδέχεται δημόσια, και τη δική του τετραετία. Οι πολίτες το γνωρίζουν, καθώς στην έρευνα της ΜΕΤΡΟΝ Ανάλυσις το 78% επιρρίπτει ευθύνες σ όλες τις κυβερνήσεις.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press του Σαββάτου