Σε δυο μήνες θα παρθεί η απόφαση, μετά τη σημερινή συζήτηση στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου για «κόκκινα» δάνεια, αναφορικά με το δικαίωμα ή μη, των funds να πλειστηριάζουν ακίνητα τα οποία έχουν αποκτήσει με εξαγορά από τις τράπεζες.
Η δίκη έγινε στην πλήρη Ολομέλεια του Αρείου Πάγου λόγω θέματος μείζονος κοινωνικής σημασίας και αντιφατικών δικαστικών αποφάσεων το προηγούμενο διάστημα. Αντικείμενο της δίκης είναι το εάν οι εταιρείες διαχείρισης κόκκινων δανείων (servicers) έχουν το δικαίωμα να προχωρούν σε δικαστικές πράξεις, δηλαδή σε τιτλοποιήσεις, κατασχέσεις, πλειστηριασμούς ακινήτων, για λογαριασμό των funds που έχουν αγοράσει τα κόκκινα δάνεια των δανειοληπτών από τις τράπεζες. Η προσφυγή έγινε κατά fund με έδρα Δουβλίνου Ιρλανδίας.
Η πρόταση του εισαγγελέα της έδρας είναι ότι οι εταιρείες διαχείρισης μπορούν να εφαρμόζουν διατάξεις και των δυο νόμων (3156/2003 και 4354/2015) και να προβαίνουν σε δικαστικές πράξεις, θεωρούμενοι ως δικαιούχοι διάδικοι, για λογαριασμό των funds.
Ο εισαγγελικός λειτουργός επιχειρηματολόγησε, λέγοντας ότι οι εταιρείες αυτές είναι γνωστής έδρας, υπόκεινται σε όλους τους απαιτούμενους ελέγχους από την ΤτΕ, εν αντιθέσει με τα funds της αλλοδαπής που δε μπορούν να ελεγχθούν εύκολα από τους δανειολήπτες. Η δικαστική απόφαση αναμένεται σε περίπου δύο μήνες.
Ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών Δημήτρης Βερβεσός, ο οποίος παραστάθηκε στον Αρειο Πάγο, δήλωσε στο «ΘΕΜΑ»:
«Το ζήτημα της νομιμοποίησης των εταιρειών διαχείρισης απαιτήσεων από δάνεια και πιστώσεις για την επίσπευση διαδικασιών αναγκαστικής εκτέλεσης εις βάρος της ακίνητης περιουσίας των δανειοληπτών είναι μείζονος νομικής, οικονομικής και κοινωνικής σημασίας.
Εφαρμόζοντας οι τράπεζες τον νόμο 3156/2003 αντί του νεότερου 4354/2015 για την απομείωση του μη εξυπηρετούμενου χαρτοφυλακίου τους επέτυχαν γενναίες φορολογικές ατέλειες, που ανέρχονται περίπου σε 58 δισ. ευρώ, πολλαπλασιάζοντας έτσι τα κέρδη τους και ζημιώνοντας αντιστοίχως το Ελληνικό Δημόσιο.
Η κυβέρνηση, καίτοι είχε τη δυνατότητα και την υποχρέωση να λύσει το θέμα νομοθετικά, το απέφυγε μετακυλίοντας κακώς εξ ολοκλήρου την ευθύνη στη Δικαιοσύνη».