Η εκπληκτική πορεία της εθνικής Μαρόκου και η πρόκριση στον ημιτελικό του Μουντιάλ 2022 (14/12, 21:00, με αντίπαλο την Γαλλία), θα μπορούσε κάλλιστα να αποδοθεί, έστω εν μέρει, στην… διασπορά. Και συγκεκριμένα, στην πολιτική αναζήτησης ταλέντων εκτός Μαρόκου, με στόχο την ενίσχυση της εθνικής ομάδας, προκειμένου να βρεθεί στον δρόμο των επιτυχιών.
Η πραγματικότητα, είναι πως 14 από τους 26 Μαροκινούς διεθνείς, οι οποίοι συναποτελούν την αποστολή που εντυπωσιάζει στα γήπεδα του Κατάρ, γεννήθηκαν μακρυά από την αφρικανική χώρα, προσφέροντας επί της ουσίας μία εξαιρετική «μείξη» ποδοσφαιριστών, από αναπτυσσόμενες κοινότητες μεταναστών σε όλην την Ευρώπη.
Με την νίκη 1-0 επί της Πορτογαλίας στον προημιτελικό του περασμένου Σαββάτου, το Μαρόκο έγινε το πρώτο αφρικανικό και αραβικό έθνος, που έφθασε στον ημιτελικό ενός παγκοσμίου κυπέλλου.
Ο καναδικής καταγωγής τερματοφύλακας, Γιουνές Μπουνού, έχει δεχθεί μόνο ένα γκολ (σ.σ. και συγκεκριμένα αυτογκόλ από τον Αγκερ στην νίκη με 2-1 επί του Καναδά), ο γεννημένος στην Μαδρίτη Ασράφ Χακίμι, καλύπτει ιδανικά την δεξιά πτέρυγα, ο γεννημένος στην Ολλανδία, Σόφιαν Αμραμπάτ, είναι ο «καταλύτης» της μεσαίας γραμμής και ο Γαλλικής καταγωγής, Σοφιάν Μπουφάλ, είναι εξαιρετικός στην αριστερή πτέρυγα της ομάδας.
Ο εντοπισμός κατάλληλων παικτών σε χώρες όπως το Βέλγιο, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία, η Ολλανδία και η Ισπανία, είναι πλέον μια δομημένη άσκηση, για τους ιθύνοντες της μαροκινής ομοσπονδίας, σε αντίθεση με το… τυχαίο σύστημα, όταν οι πρώτοι Μαροκινοί που γεννήθηκαν στο εξωτερικό, αγωνίσθηκαν για την εθνική ομάδα στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1998 στην Γαλλία.
Οι Μαροκινοί, αποτελούν έναν από τους μεγαλύτερους πληθυσμούς μεταναστών στην Ευρώπη, που υπολογίζεται σε περίπου πέντε εκατομμύρια άτομα, ενώ παράλληλα, διατηρούν στενούς δεσμούς με την πατρίδα τους. Μια μελέτη από το Συμβούλιο της Μαροκινής Κοινότητας στο Εξωτερικό, κατέληξε στο συμπέρασμα, ότι το 61% των Μαροκινών, οι οποίοι ζουν στην Ευρώπη και είναι ηλικίας μεταξύ 18 και 35 ετών, επισκέπτονται το βασίλειο κάθε χρόνο.
Η Βασιλική Ομοσπονδία Ποδοσφαίρου του Μαρόκου, διαθέτει ανιχνευτές ταλέντων σε ολόκληρη την Ευρώπη και κινούνται άμεσα, όταν υπάρχει ένας φυσιολογικός προβληματισμός του παίκτη για την επιλογή εθνικής ομάδας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, αποτελεί ο καλύτερος Μαροκινός ποδοσφαιριστής της σύγχρονης εποχής. Ο Χακίμ Ζίγιες, γεννημένος στην Ολλανδία, είχε συνομιλίες τόσο με τους Μαροκινούς παράγοντες, όσο και με τον Ολλανδό προπονητή, Ρόναλντ Κούμαν, πριν καταλήξει στην επιλογή του. Οπως επίσης, και ο Αμραμπατ, ο οποίος εκπροσώπησε την Ολλανδία στις «μικρές» εθνικές ομάδες, αλλά αποφάσισε να παίξει με το Μαρόκο, για οικογενειακούς λόγους.
«Οι γονείς μου είναι Μαροκινοί και οι παππούδες μου Μαροκινοί. Κάθε φορά που πηγαίνω εκεί δεν μπορώ να περιγράψω το συναίσθημα μέσα μου με λόγια, είναι το σπίτι μου. Η Ολλανδία είναι επίσης το σπίτι μου, αλλά το Μαρόκο είναι ξεχωριστό», δήλωσε με νόημα ο έμπειρος μέσος.
«Οι παίκτες προσεγγίζονται πολύ νωρίς για να τους προσελκύσουν στην μαροκινή πλευρά. Ποτέ δεν πιέζουμε πράγματα, είναι μια ειλικρινής συζήτηση με τον παίκτη και την οικογένειά του», εξηγεί ο Νουρεντίν Μουκρίμ, προπονητής νέων ποδοσφαιριστών στο Βέλγιο και σκάουτερ για το Μαρόκο, τα τελευταία εννέα χρόνια.
Ωστόσο, υπάρχουν αμφιβολίες σχετικά με αυτήν την πολιτική και το ενδεχόμενο να προκαλεί «αδικία» σε βάρος όσων παικτών έχουν γεννηθεί στο Μαρόκο.
«Πριν από αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο, είχαμε πολλά προβλήματα με τα παιδιά που γεννήθηκαν στην Ευρώπη και τα παιδιά που δεν γεννήθηκαν στο Μαρόκο. Και πολλοί δημοσιογράφοι, ρωτούσαν «γιατί δεν παίζουμε με παιδιά που γεννήθηκαν στο Μαρόκο», επεσήμανε σχετικά, ο δημιουργός αυτής της εθνικής ομάδας, Ουαλίντ Ρεγκραγκί, προσθέτοντας: «Αποδείξαμε ότι κάθε Μαροκινός είναι Μαροκινός. Οταν έρχεται στην εθνική ομάδα, θέλει να πεθάνει, θέλει να πολεμήσει. Ως προπονητής, γεννήθηκα στην Γαλλία, αλλά κανείς δεν μπορεί να έχει όση… καρδιά, έχω για την χώρα μου».