Τι είναι ο πληθωρισμός; Καλή ερώτηση, αφού κανένας Έλληνας κάτω των πενήντα χρονών δεν είχε ζήσει ως τώρα αυτό το οικονομικό φαινόμενο. Ο πληθωρισμός μεγαλούργησε στην Ελλάδα τις μεταπολεμικές δεκαετίες, άρχισε να αποκλιμακώνεται στα τέλη της δεκαετίας του ’80, ελαχιστοποιήθηκε μετά το 1990 και έκτοτε ζήσαμε αγνοώντας την ύπαρξη του. Το ίδιο συνέβαινε σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο και μόνο περιθωριακές χώρες με σαθρές οικονομίες, με αδύναμα νομίσματα και με διαρκείς πολιτικές κρίσεις βίωναν αυτό το ξεχασμένο -για όλους εμάς τους υπόλοιπους- φαινόμενο, που έχει ένα χαρακτηριστικό. Την διαρκή άνοδο των τιμών.
Oι σημερινοί εξηντάρηδες και πάνω…
Οι παλιότεροι των Ελλήνων όμως, οι σημερινοί εξηντάρηδες και πάνω, μεγάλωσαν και έζησαν με πληθωρισμό. Προσωπικά θυμάμαι τις τράπεζες να προσπαθούν να προσελκύσουν χρήμα δίνοντας ετήσιο επιτόκιο κοντά στο 20% για καταθέσεις όψεως και 25% για προθεσμιακές. Σε τρία χρόνια ο καταθέτης διπλασίαζε τα λεφτά του. Ο τράπεζες έδιναν σε επιτόκιο κάτι παραπάνω από τον ετήσιο πληθωρισμό που την δεκαετία του ’70 και το ’80 κινούνταν ανάμεσα στο 15-20%. Αν μια κυβέρνηση εκείνης της εποχής κατάφερνε να τον κρατήσει στο 15-16%, το διατυμπάνιζε ως μεγάλη οικονομική της επιτυχία. Οι δε αυξήσεις μισθών ή οι διεκδικήσεις των συνδικάτων για αυξήσεις κινούνταν στο 10-15% ετησίως.
H είσοδός μας στην ΟΝΕ
Αυτά εξαφανίστηκαν με την είσοδό μας στην ΟΝΕ, εξάλλου ένα από τα βασικά κριτήρια για να μπει μια χώρα στην ζώνη του ευρώ ήταν να έχει πληθωρισμό κάτω του 2% ή 3%, δεν το θυμάμαι με ακρίβεια Ο ανεπτυγμένος κόσμος και η Ελλάδα μαζί του πορεύτηκαν περίπου 40 χρόνια δίχως να ζήσουν βαριά πληθωριστικά φαινόμενα, μιλάμε σχεδόν για δυο γενιές. Αυτοί είναι που σήμερα κοιτάζουν έκπληκτοι τα ράφια των σούπερ μάρκετς και τις τιμές των υπηρεσιών, αδυνατώντας να κατανοήσουν αυτό που για τους παλιούς ήταν καθημερινή οικονομική ρουτίνα. Να βλέπουν κάθε βδομάδα τις τιμές να φεύγουν προς τα πάνω.
Δεν θέλω να μπερδέψω τους αναγνώστες με οικονομικούς ορισμούς για τα διάφορα είδη των πληθωρισμών προσφοράς και ζήτησης ή για τον στασιμοπληθωρισμό. Αυτό που όλοι αξίζει να γνωρίζουν είναι ότι ο πληθωρισμός γενικά είναι ένα παράλληλο οικονομικό και ψυχολογικό φαινόμενο. Όταν ξεκινήσει το πληθωριστικό σπιράλ, οι καθαρά οικονομικοί λόγοι τροφοδοτούν τους ψυχολογικούς και οι ψυχολογικοί υποδαυλίζουν τους οικονομικούς, σ’ ένα σχήμα που μοιάζει με το αρχαίο δίλημμα αν έκανε η κότα το αυγό ή το αυγό την κότα. Εξ’ αιτίας αυτής της αλληλοτροφοδότησης, η μεν εμφάνιση του πληθωριστικού φαινομένου είναι γρήγορη, η δε καταπολέμηση του δύσκολη και χρονοβόρα.
Η αυξημένη ζήτηση
Η κλασσική μακροοικονομική επιστήμη συνδέει την εμφάνιση του πληθωρισμού με την αυξημένη ζήτηση που δεν μπορεί να ικανοποιηθεί από την προσφορά ή με την μειωμένη προσφορά. Αυτά οδηγούν σε αύξηση της τιμής των προϊόντων. Την συνδέει επίσης με την μεγάλη κυκλοφορία χρήματος. Όλες αυτές προϋποθέσεις συνυπήρξαν σε παγκόσμιο επίπεδο με το τέλος της πανδημίας του Covid. Οι παραγωγικές και εφοδιαστικές αλυσίδες αποδιοργανώθηκαν, ενώ παράλληλα τεράστιες ποσότητες χρήματος διοχετεύτηκαν στις κοινωνίες για να επιβιώσουν από τα lock down. Αυτά τα δυο ήταν βούτυρο στο ψωμί του πληθωρισμού. Δεν υπήρχαν αγαθά, ενώ υπήρχε χρήμα και λαχτάρα για κατανάλωση. Οπότε οι τιμές εκτινάχθηκαν προς τα πάνω.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία
Σ’ αυτό τον τρομερό συνδυασμό προστέθηκαν και τα δραματικά αποτελέσματα του πολέμου στην Ουκρανία. Ο πόλεμος αυτός δημιούργησε πολλαπλά προβλήματα σε δυο ακόμα κρίσιμους οικονομικούς τομείς. Στην ενέργεια και στις πρώτες ύλες των τροφίμων. Η Ρωσία και η Ουκρανία τροφοδοτούσαν την βιομηχανική δύση με ενέργεια και τον τρίτο κόσμο με τρόφιμα και λιπάσματα. Άρα μιλάμε για έναν αφόρητο συνδυασμό αρνητικών παραγόντων, που επέπεσα πάνω στα κεφάλια των χωρών και των νοικοκυριών. Σ’ αυτή την κατάσταση ζούμε σήμερα.
Το πρόβλημα είναι ότι ακόμα κι αν οι συνθήκες παραγωγής προϊόντων ομαλοποιηθούν, ακόμα κι αν ο πόλεμος σταματήσει ή ακόμα κι αν ενεργοποιηθούν όλα τα νομισματικά όπλα που υπάρχουν στην φαρέτρα των κεντρικών τραπεζών και των κυβερνήσεων, ο πληθωρισμός δεν πρόκειται να αποκλιμακωθεί ραγδαία. Είναι η ψυχολογική πλευρά του που έγραφα παραπάνω. Η διαρκής άνοδος των τιμών δημιουργεί στους ανθρώπους την αίσθηση ότι το χρήμα που έχουν στα χέρια τους χάνει με ταχύτητα την αξία του, οπότε προτιμούν να το καταναλώνουν αμέσως παρά να το αποταμιεύουν. Αυτό αυξάνει την κυκλοφορία του χρήματος, δημιουργεί συνθήκες διαρκούς ανόδου της κατανάλωσης, πράγμα που φέρνει νέες αυξήσεις τιμών.
Κάποια παραδείγματα
Για παράδειγμα, αυτός που σκέφτεται να αγοράσει ένα σπίτι θα το κάνει αμέσως διότι πιστεύει ότι σε δυο μήνες το ίδιο σπίτι θα πουλιέται ακριβότερα. Αυτός που έχει ένα ποσό στην τράπεζα θα τρέξει να το μετατρέψει σε αγαθά διότι πιστεύει ότι σε λίγους μήνες το ποσό αυτό θα έχει μειωμένη αξία και θα αγοράσει λιγότερα. Αυτός πάλι που πουλά ένα αγαθό, επειδή πιστεύει ότι σε δυο μήνες θα πουλιέται ακριβότερα απ’ ότι σήμερα, αυξάνει προκαταβολικά την τιμή της πώλησης του ανεξαρτήτως του κόστους απόκτησης του. Αυτό το ψυχολογικό σπιράλ χρειάζεται ικανό χρόνο για να σταματήσει, γι αυτό και οι πληθωριστικοί κύκλοι είναι πολύχρονοι.
Τα ταξικά αποτελέσματα στις κοινωνίες
Ο πληθωρισμός έχει σαφή ταξικά αποτελέσματα στις κοινωνίες. Μειώνει την αγοραστική δύναμη αυτού που έχει σταθερό εισόδημα, δηλαδή του μισθωτού εργαζόμενου και του συνταξιούχου. Αντιστοίχως, αυξάνει τον πλούτο αυτού που παράγει αγαθά και αυτού που έχει ακίνητη περιουσία. Οι προσπάθειες των κυβερνήσεων να υποβοηθήσουν την μεγάλη μάζα των ανθρώπων που μειώνεται η αγοραστική τους δύναμη, υπονομεύει τις μακροοικονομικές προσπάθειες για καταπολέμηση του πληθωριστικού φαινομένου. Δεν γίνεται όμως αλλιώς, διότι η φτωχοποίηση των μαζών οδηγεί σε κοινωνικές αναταραχές και πολιτικές ανατροπές. Οι κυβερνήσεις δημιουργούν χρήμα για να μοιράσουν, τα συνδικάτα πιέζουν (δικαίως) για αυξήσεις μισθών, αλλά αυτά επιβραδύνουν την τελική έκβαση της μάχης κατά του πληθωρισμού. Η ισορροπία όλων αυτών είναι μια πολύ δύσκολη άσκηση.
Βούτυρο στο ψωμί των αντιπολιτεύσεων
Στο καθαρά πολιτικό πεδίο, παντού στον κόσμο ο πληθωρισμός είναι βούτυρο στο ψωμί των αντιπολιτεύσεων. Αυτά που δεν μπορούν να κάνουν πρακτικά οι κυβερνήσεις, μπορούν εύκολα και ανέξοδα να τα υποσχεθούν οι αντιπολιτεύσεις. Εξάλλου, η μειωμένη αγοραστική δύναμη των χαμηλών οικονομικών στρωμάτων δημιουργεί ένα υπόστρωμα τυφλής πολιτικής οργής, που κάθε έξυπνη και καταφερτζού αντιπολίτευση μπορεί να αξιοποιήσει προς όφελος της. Στην σημερινή Ελλάδα αυτό δεν φαίνεται ακόμα να επαληθεύεται, τουλάχιστον δημοσκοπικά, όμως ανάμεσα στο τώρα και στον χρόνο των εκλογών μεσολαβεί ένα χρονικό διάστημα που μοιάζει ικανό να διαταράξει τα σημερινά δεδομένα. Σ’ αυτό ελπίζει ο ΣΥΡΙΖΑ, αυτό προσπαθεί να αποτρέψει με διαρκείς παροχές η κυβέρνηση.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα για την κυβέρνηση είναι πρέπει να διατηρήσει την δημοσιονομική ισορροπία της χώρας, κλείνοντας παράλληλα τρύπες που ανοίγουν διαρκώς από εξωγενείς παράγοντες. Κατάφερε να κλείσει την τρύπα της τιμής του ρεύματος λόγω αερίου, άνοιξε η τρύπα του πετρελαίου κίνησης και θέρμανσης. Δείχνει να τα ελέγχει και αυτά σε ικανοποιητικό βαθμό, άνοιξε η τρύπα των τιμών των τροφίμων και τον προϊόντων στο ράφι. Αυτή την στιγμή είναι σε εξέλιξη η μάχη του καλαθιού του νοικοκυριού. Μετά είναι πολύ πιθανό να εμφανιστεί κάτι άλλο. Για τον κ. Τσίπρα είναι εύκολο να πει ότι θα καταπολεμήσει την αισχροκέρδεια μέσω ελέγχων, δεν του κοστίζει τίποτα. Ο κ. Μητσοτάκης όμως δεν γίνεται να βάλει έναν αστυνομικό μέσα σε κάθε κατάστημα, η διαφορά είναι εμφανής.
Ελλάδα και μαύρο χρήμα
Υπάρχει βέβαια και μια μερίδα αναλυτών και οικονομολόγων που επιμένουν ότι η Ελλάδα είναι ο παράδεισος του μαύρου χρήματος και ότι αυτό δείχνει να διασώζει το επίπεδο διαβίωσης (συχνά και καλοπέρασης) κάποιων μεσαίων στρωμάτων που δείχνουν παράλογη οικονομική αντοχή στην πληθωριστική πλημμυρίδα. Ο παράγων αυτός είναι προφανώς υπαρκτός, αλλά δεν είναι μετρήσιμος. Σε κάθε περίπτωση δεν παύουν να εκπλήσσουν τόσο η αύξηση της κατανάλωσης όσο και οι μαζικές έξοδοι του πληθυσμού σε κάθε αργία, παρά το γεγονός ότι κανονικά δεν θα ‘πρεπε να υπάρχει το χρήμα που θα δικαιολογούσε κάτι τέτοια. Έτσι κι αλλιώς, ισχύει πάντα η ρήση κάποιου αμερικανού Προέδρου που εκλιπαρούσε να του φέρουν έναν μονόχειρα οικονομολόγο, διότι όλοι οι σύμβουλοι του επί των οικονομικών του έλεγαν μια συμβουλή και μετά συμπλήρωναν «on the other hand…».