Ακόμα θυμάμαι τις οργισμένες αντιδράσεις που είχαν ξεσπάσει όταν το μακρινό 2009-10 η κυβέρνηση είχε αποφασίσει να εφαρμόσει την ηλεκτρονική συνταγογράφηση, μήπως και καταφέρει να περιορίσει τις θηριώδεις σπατάλες για φαρμακευτική περίθαλψη. «Αφήνουν τον λαό χωρίς φάρμακα» φώναζαν τότε οι συντεχνίες των γιατρών, των φαρμακοποιών αλλά και τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Κι όμως η συνταγογράφηση εφαρμόστηκε, δουλεύει μια χαρά αλλά με εξοικονόμηση περίπου 5 δις τον χρόνο σε σύγκριση με την προηγούμε η δεκαετία.
Ακόμα θυμάμαι τις φωνές, τις βρισιές και τα ουρλιαχτά μπροστά στις κάμερες των εμπόρων στις λαϊκές αγορές, όταν τους υποχρέωσαν να βάλουν ταμειακές μηχανές στους πάγκους. «Θέλουν να κλείσουν τις λαϊκές, προς όφελος των μεγάλων σούπερ μάρκετ» ούρλιαζαν, εξηγώντας παράλληλα ότι η ταμειακή μηχανή θα μούλιαζαν από τις βροχές, θα λασπωνόταν από τα χώματα των προϊόντων, θα έσβηναν από τους καύσωνες. Για πηγαίνετε τώρα σε μια λαϊκή, μια χαρά δουλεύει το μέτρο και οι έμποροί φορολογούνται κανονικά, όπως κάθε άλλος Έλληνας επιχειρηματίας.
Ακόμα θυμάμαι τις διαδηλώσεις, τις διαμαρτυρίες και τις κλάψες των καταστηματαρχών της Ερμού (ναι, ναι, τόσο παλιά θυμάμαι) όταν ο δήμαρχος αποφάσισε να την κάνει πεζόδρομο. Τα ίδια είχαν γίνει και στο Χαλάνδρι και στο Μαρούσι. Δίχως αυτοκίνητα να περνάνε και να παρκάρουν το εμπόριο πέθαινε, έλεγαν τότε και κυνηγούσαν τους δημάρχους που αποτολμούσαν να επισκεφθούν το εργοτάξιο. Σήμερα η Ερμού είναι ένας από τους ακριβότερους εμπορικούς δρόμους της Ευρώπης, το Χαλάνδρι και το Μαρούσι είναι ανθούσες αγορές και χώροι εστίασης.
Η φαγωμάρα για τα γενόσημα
Ακόμα θυμάμαι τους καυγάδες στην Βουλή και στα τηλεοπτικά πάνελ, όταν ο τότε υπουργός υγείας αποφάσισε να συνταγογραφούνται κατά προτεραιότητα τα γενόσημα φάρμακα, επειδή η τιμή τους είναι υποπολλαπλάσια της τιμής των πρωτότυπων. Όλη η υφήλιος το έκανε αυτό, αλλά μόνο στην Ελλάδα ξεσηκώθηκε τότε η αριστερή αντιπολίτευση για να καταγγείλει ότι «δίνουν στον λαό τζούφια φάρμακα». Οι πολυεθνικές φαρμακοβιομηχανίες σιγοντάριζαν στον «αγώνα». Για δείτε σήμερα αν υπάρχει έστω και ένας Έλληνας που θεωρεί τα γενόσημα φάρμακα «καταστροφικά για την λαϊκή υγεία».
Τα… γραφικά
Γιατί φέρνω στην μνήμη μου όλα αυτά τα παλιά και εν πολλοίς γραφικά πια γεγονότα; Διότι παρατηρώ τις αντιδράσεις που έχουν ξεσπάσει για την παρότρυνση της κυβέρνησης να κάνουμε όλοι οικονομία στην κατανάλωση ενέργειας και νομίζω ότι ζω μια ολική επαναφορά στο συλλογικό παρελθόν μας. Οι νοικοκυρές φωνάζουν ότι είναι αδύνατο να κάνουν 15% οικονομία στο ρεύμα, οι δήμαρχοι κραυγάζουν ότι δεν μπορούν να κάνουν κάτι παραπάνω απ’ αυτά που ήδη έχουν κάνει, η αντιπολίτευση καταδικάζει συλλήβδην τις κυβερνητικές παροτρύνσεις ως αντιλαϊκές και πάει λέγοντας. Τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια Παντελή μου.
Σε δύο χρόνια από σήμερα, μπροστά στην αδήριτη ανάγκη για εξοικονόμηση ρεύματος και ενέργειας, τα οργισμένα και ιδεολογικοποιημένα που ακούγονται σήμερα θα φαίνονται αστεία. Όπως αστείες μοιάζουν σήμερα οι βίαιες αντιδράσεις και η μαζική ανυπακοή που είχαν σημειωθεί την δεκαετία του ’80 στην Αθήνα, όταν καθιερώθηκαν για πρώτη φορά τα μονά-ζυγά για την είσοδο στο κέντρο και ο δακτύλιος. Τότε είχαν γίνει μεγάλες διαδηλώσεις, διότι τα μέτρα (που ήταν κυρίως για το νέφος) «χτυπούσαν τον φτωχό που είχε ένα αμάξι και ευνοούσαν τον πλούσιο που είχε δύο». Τέτοια ακούγονταν τότε.
«Πολιτική και ταξική πλεκτάνη»
Η σημερινή διπλή προσπάθεια της κυβέρνησης αφενός να ενισχύσει όσο μπορεί τα νοικοκυριά αλλά παράλληλα να πείσει άπαντες για την ανάγκη ενεργειακής οικονομίας, πέφτει πάνω σ’ ένα τείχος αρνήσεων, ιδεοληψιών και σαχλών καταγγελιών. Αυτό που τα παλιότερα νοικοκυριά είχαν ως αρχή χρηστής διαχείρισης, την καταπολέμηση της σπατάλης, σήμερα καταγγέλλεται ως πολιτική και ταξική πλεκτάνη. Ειδικά όταν γίνεται προσπάθεια να πεισθεί ο κόσμος ότι για την πολλαπλή ενεργειακή κρίση φταίει ο Μητσοτάκης και μόνο, λες και είμαστε μια περίκλειστη χώρα που δεν ξέρουμε τι συμβαίνει εκτός συνόρων, τότε είναι αναμενόμενο να ακούγονται τα πιο τρελά πράγματα.
Η… εξέγερση Πελετίδη
Από την εξέγερση του Πελετίδη στην Πάτρα που όπως λέει δεν σκοπεύει να ρίξει τον λαό στο σκοτάδι όπως θέλει η κυβέρνηση, μέχρι την απαίτηση κομμάτων και συνδικάτων να μην μιλάμε για ενεργειακή οικονομία αλλά να επιδοτηθεί από την κυβέρνηση οριζόντια οποιαδήποτε σπατάλη γίνεται ανά την επικράτεια. Αφήνω στην άκρη την απερίγραπτη αντίληψη ότι με διαδηλώσεις και απεργίες θα πέσουν τα ενοίκια ή οι τιμές στα σούπερ μάρκετς, διότι δεν αντέχει σε καμιά σοβαρή κριτική. Όμως εδώ κινδυνεύουμε να ποινικοποιηθεί ακόμα και η παρότρυνση της κυβέρνησης να κλείνουν τα φώτα στα υπουργεία όταν φεύγουν οι υπάλληλοι ή δημιουργηθεί κίνημα ανυπακοής για τα κλιματιστικά στο δημόσιο. «Με τους 27 και τους 19 βαθμούς, μας αφήνουν έρμαιο στους καύσωνες και στους χιονιάδες» διάβασα σε μια ανακοίνωση εργαζομένων του δημοσίου. Τι να πουν και οι εργάτες στην γη και στις οικοδομές.
Πάντα το «κάτι παραπάνω»
Ούτε οι λαοί, ούτε τα άτομα δεν εκτιμούν αυτό που έχουν. Θέλουν πάντα παραπάνω, αυτά που απολαμβάνουν τους φαίνονται πάντα λίγα και μίζερα. Κάνουν συγκρίσεις, αλλά πάντα με κείνους που είναι σε καλύτερη μοίρα απ’ αυτούς, ποτέ μ’ αυτός που στέκονται από κάτω τους. Ενδέχεται αυτή να είναι η φυσική τάση των ατόμων και των ανθρώπινων συνόλων, στην Ελλάδα πάντως το παρακάνουμε. Αντί να εκτιμούμε το γεγονός ότι μέσα σ’ αυτή την παγκόσμια θύελλα περνάμε ως χώρα μια εξαιρετική οικονομική άνθηση που μας δίνει πλεονάσματα για να απαλύνουμε τις επιπτώσεις της κρίσης, εμείς οικτίρουμε τον εαυτό μας και καταδικάζουμε τους κυβερνήτες μας. Όλες οι παροτρύνσεις τους είναι «ύποπτες», όλες οι παροχές τους είναι «ψίχουλα». Δεν προτείνω κανέναν δοξαστικό για την κυβέρνηση, την δουλειά της κάνει, αλλά και αυτή η σαρωτική κριτική είναι εν τέλει άδικη. Ειδικά έχοντας ζήσει την δεκαετία 2010-20.
Καλά θα κάνουμε να προσαρμοστούμε
Δεν θέλω να πανικοβάλω κανέναν, αλλά διεθνείς οργανισμοί με κύρος και γνώση προβλέπουν ότι ο χειρότερος χειμώνας δεν θα είναι φέτος αλλά τα του χρόνου και του παραχρόνου. Και μπορεί η επιστράτευση δαρβίνειων αξιωμάτων να μην είναι δόκιμη –ο Πέτσας το κατάλαβε- όμως καλά θα κάνουμε να προσαρμοστούμε όλοι και κατά τις δυνατότητες μας στα νέα άσχημα δεδομένα. Η οργή από μόνη της δεν λύνει προβλήματα, μπορεί να πλήττει κυβερνήσεις και να ευνοεί αντιπολιτεύσεις, όμως ούτε τις ποσότητες αερίου αυξάνει, ούτε τις τιμές του ρίχνει. Δίπλα λοιπόν στην καταδίκη Μητσοτάκη (επειδή δεν μας δίνει όσα θα θέλαμε) ή στην πίστη για τον Τσίπρα (που θα μας τα δώσει όλα αμέσως), καλό θα είναι να σβήνουμε και κανένα φως βγαίνοντας από το δωμάτιο και να κατεβάσουμε δυο βαθμούς την θερμοκρασία του καλοριφέρ. Αλλιώς σωτηρία δεν υπάρχει.