Μέχρι και Ε9 ζητούν πολλοί ιδιοκτήτες από τους υποψήφιους ενοικιαστές για τη μίσθωση της κατοικίας τους. Το πρόβλημα της έλλειψης σπιτιών προς ενοικίαση έχει ενταθεί τους τελευταίους μήνες, με αποτέλεσμα όταν νοικιάζεται ένα σπίτι να γίνεται πλειοδοσία… μεταξύ των υποψήφιων ενοικιαστών.
Εκμεταλλευόμενοι την ευκαιρία, οι ιδιοκτήτες εκτός από πολύ υψηλά μισθώματα ζητούν το Ε9, τη σύμβαση εργασίας του ενοικιαστή και άλλα έγγραφα, προκειμένου να πειστούν για την οικονομική του δυνατότητα και φερεγγυότητα.
Την ίδια στιγμή αυξήσεις έως και 25% για την ανανέωση των μισθώσεων ζητούν οι ιδιοκτήτες, καθώς ο Αύγουστος και ο Φεβρουάριος, αποτελούν τους μήνες που πραγματοποιούνται οι περισσότερες μετακομίσεις, ανανεώσεις μισθωτηρίων συμβολαίων αλλά και έναρξη νέων.
Σύμφωνα με την έρευνα της E-Real Estates, Πανελλαδικό Δίκτυο Κτηματομεσιτών, ήδη, από αρχές Ιουνίου και Ιουλίου του τρέχοντος έτους, μέρος των ιδιοκτητών που εκμισθώνουν ακίνητα έχουν προβεί σε επικοινωνία με τους ενοικιαστές για την ανανέωση της τριετούς μισθωτικής σύμβασης, που επίκειται να λήξει εντός των επομένων 2-3 μηνών.
Μέρος των ιδιοκτητών ακινήτων, για να πραγματοποιήσουν την ανανέωση της μισθωτικής σύμβασης στον ίδιο ενοικιαστή, ζητούν αύξηση του ενοικίου ακόμη και 25% σε σχέση με το ενοίκιο το 2019.
Σε περίπτωση που ο ενοικιαστής δεν δεχθεί την αύξηση, είναι αναγκασμένος να αναζητήσει άλλη κατοικία.
«Τζόκερ» το φθηνό μίσθωμα
«Οι ιδιοκτήτες επειδή γνωρίζουν ότι η εύρεση κατοικίας με προσιτό ενοίκιο και παράλληλα η εύρεση κατοικίας που να συνάδει η κατάσταση του ακινήτου με το ζητούμενο μίσθωμα αποτελεί “τζόκερ”, ξέρουν ότι ο ενοικιαστής θα αναγκαστεί να αποδεχθεί την όποια αύξηση, διότι δεν υπάρχουν επιλογές και παράλληλα μια μετακόμιση έχει μεγάλο κόστος», επισημαίνει ο πρόεδρος της E- Real Estates, Θέμης Μπάκας.
«Το μεγαλύτερο μέρος των ιδιοκτητών που ζητούν ραγδαίες αυξήσεις δεν είναι φυσικά πρόσωπα που εκμισθώνουν 1-2 ακίνητα, αλλά ιδιοκτήτες (φυσικά ή/και νομικά πρόσωπα) πολλών διαμερισμάτων και ολόκληρων πολυκατοικιών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η επικοινωνία ιδιοκτήτη με τον ενοικιαστή, όπου όταν ο ενοικιαστής του ανάφερε ότι η αύξηση που ζητάει είναι μεγάλη (25%), ο ιδιοκτήτης του απάντησε, μπες στις ιστοσελίδες των αγγελιών να δεις τη ζητάνε για 50τμ.
Επιπλέον, δεν είναι λίγοι οι ιδιοκτήτες που επικοινωνούν με μεσιτικά γραφεία της περιοχής τους, κάνοντας έρευνα αγοράς, να γνωρίσουν τη σημερινή εικόνα των ζητούμενων μισθωμάτων, ώστε να ενημερώσουν τον ενοικιαστή για τη νέα αύξηση στην ανανέωση της μισθωτικής σύμβασης», αναφέρει.
Στο θέμα αναφέρθηκε προσφάτως και ο πρόεδρος της ΠΟΜΙΔΑ κος Στράτος Παραδιάς, ο οποίος τόνισε ότι σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, η αύξηση στα ενοίκια κατοικιών ήταν μόνον 0,9% και η επίδρασή της στην αύξηση του τιμαρίθμου ήταν μόνον 0,03%. Παρόλα ταύτα, στην ομάδα «Στέγαση» της ΕΛΣΤΑΤ αναφέρεται αύξηση 31,5%, για την οποία ως πρώτος υπαίτιος αναγράφεται η αύξηση των ενοικίων κατοικιών, ενώ στην πραγματικότητα η επιβάρυνση στην ομάδα αυτή προέρχεται από την αύξηση του ηλεκτρισμού (70,4%), του πετρελαίου θέρμανσης (65,1%), του φυσικού αερίου (117,7%) και των στερεών καυσίμων (8,1%), δηλαδή εξωγενείς παράγοντες που δεν έχουν την παραμικρή σχέση με τους ιδιοκτήτες ακινήτων και τα ίδια τα ενοίκια!!!
Ο κος Παραδιάς απέδωσε το πρόβλημα της μείωσης της προσφοράς κατοικιών στο γεγονός ότι οι ενοικιαζόμενες κατοικίες και τα διαμερίσματα κατασκευής των δεκαετιών ΄50-΄80 σταδιακά αποσύρονται από την αγορά, όταν αποχωρήσει κάποιος μακροχρόνιος ενοικιαστής τους, λόγω αδυναμίας των ιδιοκτητών τους να τα ανακαινίσουν λειτουργικά, αλλά και ενεργειακά με κόστος πολλών δεκάδων χιλιάδων ευρώ, όπως προβλέπουν οι επερχόμενες υποχρεωτικές ρυθμίσεις για την εξοικονόμηση ενέργειας.
Σχετικά με το ύψος των ενοικίων, προειδοποίησε για μία ακόμη φορά ότι όποιοι ιδιοκτήτες ζητούν υψηλά ενοίκια, διατρέχουν υψηλότατο κίνδυνο να μην εισπράξουν ούτε ένα ενοίκιο και να μην πληρωθεί ούτε ένας λογαριασμός ρεύματος, νερού και κοινοχρήστων από τους «ενοικιαστές» αυτούς, οι οποίοι αποδέχονται τα υψηλά ενοίκια προκειμένου να εγκατασταθούν στις κατοικίες, με το εξ αρχής σχέδιο να μην πληρώσουν απολύτως τίποτε, και οι οποίοι δυσφημούν με τις ενέργειές τους αυτές όλους τους υπόλοιπους ενοικιαστές…
Σε «απόγνωση» οι ενοικιαστές
«Όνειρο Θερινής Νυκτός» αποτελεί η εύρεση προσιτού ενοικίου, σύμφωνα με την ίδια έρευνα. Προσιτή κατοικία, σύμφωνα με τη Eurostat, είναι κάθε κατοικία που δεν αναγκάζει ένα νοικοκυριό να ξοδέψει περισσότερο από 30% του διαθέσιμου μηνιαίου εισοδήματός του σε συνολικά έξοδα κατοικίας (ενοίκιο/δόση δανείου, λογαριασμοί, κοινόχρηστα).
Σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το κόστος στέγασης (που περιλαμβάνει ενοίκιο ή δόση του στεγαστικού δανείου και πάγια έξοδα σπιτιού) την περίοδο Μάιος 2021-Μάιος 2022 αυξήθηκε κατά 36,1%.
Την ίδια στιγμή, ένας στους δύο ενοικιαστές δυσκολεύεται ή αδυνατεί να πληρώσει το ενοίκιό του και το 76,9%, αφού πληρώσει τα έξοδα σπιτιού, τα βγάζει πέρα ίσα ίσα, κάνει περικοπές ή λαμβάνει οικονομική βοήθεια από τρίτους. Αυτό προκύπτει από έρευνα που διεξήχθη για λογαριασμό του Ινστιτούτου για την Έρευνα και την Κοινωνική Αλλαγή Eteron και η οποία αναδεικνύει το άγχος, την ανασφάλεια και την αβεβαιότητα που διακατέχει τους ενοικιαστές στην Ελλάδα. Η ραγδαία αύξηση του κόστους στέγασης στη χώρα μας συγκριτικά με τα εισοδήματα καταγράφεται από το 2018, όπου σύμφωνα με έρευνα της Eurostat, μεταξύ των κρατών μελών της ΕΕ-27 το κόστος στέγασης για τους ενοικιαστές με ενοίκιο σε τιμές αγοράς, το υψηλότερο ήταν στην Ελλάδα, όπου το 83,1% των ενοικιαστών δαπάνησε πάνω από το 40% του εισοδήματός τους για στέγαση, όταν το μέσο όρο δαπάνης στην ΕΕ-27 δεν ξεπερνούσε το 25,1%.
Το 2019, νέα έρευνα της Eurostat καταγράφει ότι το 62,1% των ενοικιαστών στη χώρα μας (πρωταθλήτρια η Ελλάδα στο κόστος στέγασης στην Ε.Ε) δαπανούσαν άνω του 50% του εισοδήματος τους για το κόστος στέγασης. Το αντίστοιχο ποσοστό ενοικιαστών στη Ρουμανία ήταν 29,4%, στην Ισπανία 26,2%, στη Βουλγαρία 24,2%, στην Πορτογαλία 14,5%, στη Γερμανία 10%, στη Γαλλία 8,6% και στην Κύπρο μόλις 4,4%. Σήμερα, μετά την αύξηση των ενοικίων, την εκτίναξη του πληθωρισμού και την ενεργειακή κρίση, το κόστος στέγασης έχει αυξηθεί ραγδαία.
Νέα έρευνα της Eurostat για το έτος 2020, αναφέρει ότι το ποσοστό αύξησης του κόστους στέγασης στην Ελλάδα ήταν 33,3%, όταν το μέσο όρο στην Ε.Ε ήταν 7,8%.
Εν έτη 2022, οι ενοικιαστές στη χώρα μας δαπανούν το 60%-70% ενός μισθού για το κόστος στέγασης και αν πρόκειται για οικογενειακή κατοικία σχεδόν έναν ολόκληρο μισθό.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press του Σαββάτου