0

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press

 του Δημήτρη Καμπουράκη

Τον χορό της ενδοΠΑΣΟΚικής φασαρίας και εσωστρέφειας, άνοιξε την περασμένη βδομάδα ο ίδιος ο Νίκος Ανδρουλάκης. Άνευ ουσιώδους λόγου, παραμονές των ανακοινώσεων Μητσοτάκη για τον επόμενο Πρόεδρο Δημοκρατίας, ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ άρχισε να μιλά για τις κυβερνητικές συνεργασίες. «Δεν θα συνεργαστούμε ποτέ με την ΝΔ» είπε. Άνευ λόγου και αιτίας. Και άνοιξε τον ασκό του ΠΑΣΟΚικού Αιόλου. Διότι όλα τα κορυφαία στελέχη του έσπευσαν να πουν την άποψη τους επ’ αυτού. Αποτέλεσμα; Το ΠΑΣΟΚ πέρασε μια πολύ δύσκολη βδομάδα.

Γενικώς η συζήτηση γύρω από την εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας ανέδειξε μια ενδιαφέρουσα αλλά προβληματική πτυχή του ΠΑΣΟΚ. Την δυσκολία του να παρουσιάσει μια ενιαία και ξεκάθαρη πολιτική γραμμή. Τόσο η δήλωση του αρχηγού όσο και οι απόψεις των κορυφαίων στελεχών του κόμματος, περισσότερο μπέρδεψαν παρά ξεκαθάρισαν το τοπίο των πολιτικών συνεργασιών.

Από τη μία πλευρά, ο Νίκος Ανδρουλάκης προσπαθεί να ισορροπήσει σε ένα σκοινί όπου το ΠΑΣΟΚ εμφανίζεται ως ανεξάρτητη πολιτική δύναμη, απαλλαγμένη από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος. Ο πρόεδρος του κόμματος έχει επανειλημμένα δηλώσει ότι το ΠΑΣΟΚ δεν είναι ούτε “δεκανίκι της Νέας Δημοκρατίας” ούτε “δορυφόρος του ΣΥΡΙΖΑ”.

Σε πρόσφατη συνέντευξή του, τόνισε πως το ΠΑΣΟΚ στοχεύει να είναι ένας αυτόνομος πόλος πολιτικής σταθερότητας και πρότεινε την ανάγκη για “προγραμματική συνεννόηση”, αποφεύγοντας ωστόσο να κατονομάσει συγκεκριμένες συνεργασίες.

Από την άλλη, όμως, δηλώσεις όπως εκείνες του Παύλου Γερουλάνου και του Μιχάλη Κατρίνη, που φάνηκαν να αφήνουν ανοιχτό το ενδεχόμενο συνεργασιών με τον ΣΥΡΙΖΑ, τον Βαρουφάκη ή την Κωνσταντοπούλου, προκάλεσαν μέγιστη σύγχυση. Ο Παύλος Γερουλάνος δήλωσε χαρακτηριστικά:

“Πρέπει να είμαστε ανοικτοί σε διάλογο με όλες τις δημοκρατικές δυνάμεις, γιατί η χώρα χρειάζεται σταθερότητα”.

Ο Μιχάλης Κατρίνης, από την πλευρά του, σημείωσε ότι “οι συνεργασίες δεν είναι ταμπού, αλλά πρέπει να βασίζονται σε αξιακές αρχές και όχι σε πολιτικό οπορτουνισμό”.

Η Άννα Διαμαντοπούλου, έκανε μια πιο ισορροπημένη τοποθέτηση, αλλά ξεκαθάρισε ότι «λαϊκά μέτωπα δεν υπάρχουν». Κι αυτό ήταν αρκετό για να ρίξει νερό στον μύλο της εσωστρέφειας, έστω κι αν μίλησε για την ανάγκη πολιτικής υπευθυνότητας και εθνικής συνεννόησης:

“Σε κρίσιμες στιγμές, τα κόμματα οφείλουν να βάζουν το εθνικό συμφέρον πάνω από τις κομματικές σκοπιμότητες” είπε.

Η επικοινωνιακή αυτή θύελλα έχει αφήσει τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ σε κατάσταση πλήρους αμηχανίας, η οποία επιτείνεται κι από μια μικρή πλην εμφανή δημοσκοπική πτώση. Οι διαφορετικές απόψεις, ενώ σε υγιείς συνθήκες θα μπορούσαν να εκληφθούν ως πλούτος ιδεών, εδώ φάνηκαν σαν ασυντόνιστα σόλο σε μια ορχήστρα χωρίς μαέστρο. Το ερώτημα που προκύπτει είναι διπλό. Γιατί το ΠΑΣΟΚ δεν καταφέρνει να παρουσιάσει μια συνεκτική γραμμή και τι σημαίνει αυτό για το μέλλον του κόμματος;

Το βάρος της ιστορίας και η ανάγκη επαναπροσδιορισμού

Για να κατανοήσουμε τη σημερινή κατάσταση, πρέπει να κοιτάξουμε πίσω. Το ΠΑΣΟΚ, ως κόμμα με βαριά ιστορία, φέρει ακόμη το βάρος των περασμένων δεκαετιών. Από την κυριαρχία του στη μεταπολιτευτική Ελλάδα μέχρι την κατάρρευση των ποσοστών του την εποχή των μνημονίων, το ΠΑΣΟΚ έχει περάσει από φωτεινές και σκοτεινές περιόδους. Οι εσωτερικές διαιρέσεις, οι διαφορετικές ιδεολογικές τάσεις και οι προσωπικές φιλοδοξίες δεν είναι κάτι νέο στο κόμμα. Αυτό που κάνει τη σημερινή κατάσταση ξεχωριστή είναι η αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να καθορίσει τη θέση του στο σύγχρονο πολιτικό τοπίο.

Οι δηλώσεις των στελεχών του δεν είναι μόνο αποτέλεσμα διαφορετικών προσωπικών στρατηγικών, αλλά και αντανάκλαση μιας βαθύτερης ιδεολογικής αναζήτησης. Είναι το ΠΑΣΟΚ ένα κεντροαριστερό κόμμα που θα επιχειρήσει να ανακτήσει τους χαμένους ψηφοφόρους του από τον ΣΥΡΙΖΑ; Ή μήπως θα κινηθεί προς το κέντρο, διεκδικώντας ρόλο ρυθμιστή ανάμεσα στη Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ; Αυτά τα ερωτήματα παραμένουν αναπάντητα, και κάθε στέλεχος φαίνεται να δίνει τη δική του εκδοχή.

Ο Νίκος Ανδρουλάκης, ως πρόεδρος του κόμματος, έχει επανειλημμένα τονίσει την ανάγκη για πολιτική αυτονομία. Το μήνυμα αυτό φαίνεται να έχει στόχο να αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων, οι οποίοι απογοητεύτηκαν από την περίοδο των μνημονίων και τη συνεργασία με τη Νέα Δημοκρατία. Ωστόσο, η αυτονομία αυτή δεν είναι εύκολο να επιτευχθεί σε ένα πολιτικό σύστημα που βασίζεται σε πολώσεις και συγκρούσεις.

Οι δηλώσεις του Παύλου Γερουλάνου και του Μιχάλη Κατρίνη, που άφησαν ανοιχτό το ενδεχόμενο συνεργασιών, υπονόμευσαν αυτή την προσπάθεια. Παρόλο που οι συνεργασίες είναι αναπόφευκτες σε ένα σύστημα απλής αναλογικής, η ασάφεια γύρω από τις προθέσεις του ΠΑΣΟΚ δημιουργεί την εντύπωση ενός κόμματος που δεν έχει σαφές σχέδιο. Οι ψηφοφόροι αναζητούν ξεκάθαρες απαντήσεις, και η ασυνεννοησία των στελεχών του κόμματος μόνο κακό κάνει στην προσπάθεια ανάκαμψής του.

Η επικοινωνιακή στρατηγική, ένα βασικό πρόβλημα

Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα του ΠΑΣΟΚ είναι η αδυναμία του να διαχειριστεί την επικοινωνία του. Σε μια εποχή που η πολιτική επικοινωνία παίζει κρίσιμο ρόλο, το ΠΑΣΟΚ υστερεί ολοφάνερα. Οι αντιφατικές δηλώσεις στελεχών του, αντί να παρουσιάζονται ως πλουραλισμός, ερμηνεύονται ως ένδειξη σύγχυσης και έλλειψης ηγεσίας.

Ο Ανδρουλάκης, αν και προσπαθεί να φέρει νέα πνοή στο κόμμα, φαίνεται να δυσκολεύεται να επιβάλει μια ενιαία γραμμή. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να φιμωθούν οι διαφορετικές φωνές, αλλά ότι χρειάζεται ένας μηχανισμός συντονισμού και διαχείρισης που θα επιτρέπει την έκφραση διαφορετικών απόψεων χωρίς να δημιουργείται η αίσθηση διάλυσης.

Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Η ανάγκη για επαναπροσδιορισμό της ταυτότητάς του είναι πιο επιτακτική από ποτέ. Για να το πετύχει, πρέπει να ξεπεράσει τις εσωτερικές του αντιφάσεις και να παρουσιάσει ένα συνεκτικό αφήγημα που να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες των ψηφοφόρων.

Πρώτον, το κόμμα πρέπει να αποφασίσει ποια είναι η κεντρική του στρατηγική. Θα κινηθεί προς το κέντρο ή θα επιδιώξει να ανακτήσει τον παραδοσιακό κεντροαριστερό του χαρακτήρα; Η απόφαση αυτή δεν μπορεί να αφεθεί στις περιστασιακές δηλώσεις των στελεχών, αλλά πρέπει να αποτελέσει προϊόν συλλογικής σκέψης και συνεννόησης.

Δεύτερον, η επικοινωνιακή στρατηγική πρέπει να αναθεωρηθεί. Το ΠΑΣΟΚ χρειάζεται μια σαφή και συνεκτική εικόνα που να μπορεί να μεταδοθεί στους ψηφοφόρους. Αυτό σημαίνει ότι οι δηλώσεις των στελεχών πρέπει να είναι συντονισμένες και να υπηρετούν τον ίδιο σκοπό.

Τρίτον, το κόμμα πρέπει να επενδύσει σε μια νέα γενιά στελεχών που θα μπορούν να εκφράσουν το όραμά του με τρόπο πειστικό και ελκυστικό. Η ανανέωση δεν είναι μόνο θέμα ηλικίας, αλλά και ιδεών.

Σε μια εποχή που οι πολίτες αναζητούν εναλλακτικές λύσεις, το ΠΑΣΟΚ έχει την ευκαιρία να επανέλθει δυναμικά στο πολιτικό προσκήνιο. Αυτό, όμως, απαιτεί θάρρος, ξεκάθαρες αποφάσεις και, πάνω απ’ όλα, ενότητα. Αν το ΠΑΣΟΚ καταφέρει να ξεπεράσει τις σημερινές του αδυναμίες, τότε μπορεί να αποτελέσει ξανά έναν σημαντικό παίκτη στο πολιτικό σκηνικό της χώρας.

You may also like

ΑΛΛΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ: Απόψεις