0

του Γιώργου Δ. Χριστόπουλου
φοροτεχνικού, οικονομολόγου

Επιστροφή καταθέσεων 37,6 δισ. στις τράπεζες  μεταξύ 2019 – 2024 (παρά τα πολύ χαμηλά επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων) – Τι δείχνουν τα στοιχεία της ΤτΕ

Συγκεκριμένα καταθέσεις περίπου 37,6 δισ. ευρώ έχουν επιστρέψει στις τράπεζες από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις από το 2019 μέχρι σήμερα, καταγράφοντας μία αύξηση της τάξεως του 34,39%, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος.

Οι καθαρές εισροές καταθέσεων από τα νοικοκυριά και ιδιωτικά μη κερδοσκοπικά ιδρύματα (ΙΜΚΙ) το 2019 ήταν 7,26 δις, το 2020 ήταν 9,61 δις, το 2021 8,86 δις, το 2022 6,16 δις , το 2023 5,32 δις και το 2024 (10μηνο) ήταν 0,43 δις ευρώ με αποτέλεσμα σήμερα (Οκτώβριος 2024) το σύνολο τους να έχει φθάσει τα 147,06 δις ευρώ, από 109,42 δισ. ευρώ που ήταν στις αρχές του 2019.

Η αύξηση αυτή προέρχεται κυρίως από τις καταθέσεις των νοικοκυριών, που ανήλθαν σε 147,06 δισ. ευρώ, ενώ στα ίδια σχεδόν επίπεδα παρέμειναν οι καταθέσεις των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων (44,7 δισ. ευρώ).

Όπως αναφέρουν αρμόδιες πηγές, παρουσιάζει ενδιαφέρον το γεγονός ότι, , η εν λόγω αύξηση προήλθε κυρίως από μικροκαταθέτες, γεγονός που αποτυπώνει ενίσχυση της οικονομικής θέσης χαμηλότερων εισοδηματικά στρωμάτων και όχι όσων συγκεντρώνουν ήδη το μεγαλύτερο μέρος του πλούτου.

Η εξυγίανση επέστρεψε 74,7 δισ. στο σύστημα από το 2015:

Συνολικά οι ιδιωτικές καταθέσεις (επιχειρήσεις και νοικοκυριά) στις τράπεζες παρουσιάζουν σταθερή αύξηση, φτάνοντας στα 195,5 δισ. ευρώ στο τέλος Οκτωβρίου 2024, αυξημένες κατά 62,5 δις από τις αρχές του 2019 όπου ήταν 132,9 δις και 74,7 δισ. από τα χαμηλά του Ιουλίου 2015 (capital controls), όπου ήταν 120,8 δισ.

Συνολικά, το υπόλοιπο των καταθέσεων στην Ελλάδα στις 31 Οκτωβρίου 2024 ανήλθε σε 202,5 δισ. ευρώ (καταθέσεις φορέων της Γενικής Κυβέρνησης 7 δις, και καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών 195,5, καταγράφοντας αύξηση η οποία αν και με επιβραδυνόμενο ρυθμό, μπορεί να αποδοθεί στην ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας και στην αύξηση της απασχόλησης.

Γιατί πράγματι, είναι ενθαρρυντικό βήμα για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, η υποχώρηση της ανεργίας.

Σύμφωνα με την Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας της ΤτΕ – Οκτώβριος 2024, η αγορά εργασίας κατέγραψε περαιτέρω βελτίωση το πρώτο εξάμηνο του 2024, ενώ από τον Ιούνιο και μετά είδαμε μονοψήφια νούμερα (ΕΛΣΤΑΤ 9,3% τον Σεπτέμβριο), γεγονός που αποτελεί ιστορικό χαμηλό 15ετίας.

Ωστόσο τα επιμέρους στοιχεία δείχνουν ότι απέχουμε αρκετά από τους μέσους όρους του ΟΟΣΑ και της Ε.Ε., καθώς επιμένει ο σκληρός πυρήνας της ανεργίας σε νέους, γυναίκες και μακροχρόνια ανέργους, παρά την ανωτέρω μείωση του γενικού δείκτη. Το ποσοστό ανεργίας των νέων στην Ελλάδα ανέρχεται στο 16,3%, σημαντικά υψηλότερο από τον ΟΟΣΑ (10,9%), την Ε.Ε. (14,4%) και την Ευρωζώνη (14,1%). Επίσης, η διαφορά του ποσοστού ανεργίας μεταξύ ανδρών και γυναικών είναι 8,4%, σημαντικά υψηλότερο από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ (4,7%), της Ε.Ε. (5,8%) και της Ευρωζώνης (6,2%).

Αυτό δείχνει ότι οι γυναίκες αντιμετωπίζουν δυσανάλογα μεγαλύτερες δυσκολίες στην αγορά εργασίας, ενισχύοντας την ανάγκη για στοχευμένες πολιτικές που προάγουν την ισότητα στην εργασία.

Όπως επισημαίνεται στο τελικό σχέδιο του νέου προϋπολογισμού που κατατέθηκε στη Βουλή, το ποσοστό ανεργίας θα μειωθεί από 11,1% το 2023 και 10,3% το 2024 σε 9,7% το 2025. Ενώ η απασχόληση θα αυξηθεί από 1,2% πέρυσι και 1,1% εφέτος, κατά 0,7% το 2025.

Η «κόπωση» που καταγράφεται στο 2024 και ιδίως το πρώτο τρίμηνο, αποδίδεται κατά κύριο λόγο σε στροφή προς εναλλακτικές επιλογές αποταμίευσης που προσφέρουν αποδόσεις υψηλότερες από τις καταθέσεις.

Ωστόσο, σε σχέση με τα υψηλά του Δεκεμβρίου 2009 (237,5 δισ. ευρώ), δηλ. πριν από την έναρξη της ελληνικής κρίσης, οι καταθέσεις των ιδιωτών στις τράπεζες υπολείπονται κατά 42 δισ. ευρώ (237,5 μείον 195,5).

Η εξέλιξη αυτή αντανακλά κατά κύριο λόγο την εμπέδωση της εμπιστοσύνης των καταθετών προς το τραπεζικό σύστημα αλλά και στη θετική προοπτική της ελληνικής οικονομίας συνολικά.

Εκτόξευση των δεικτών ρευστότητας για τις ελληνικές τράπεζες, ωστόσο συγκρατημένη αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων

Τα αποτελέσματα του δεκάμηνου για τις τέσσερις συστημικές τράπεζες, έδειξαν ότι η εμπέδωση της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία και στις ελληνικές τράπεζες μετά την εξυγίανσή τους από τα κόκκινα δάνεια, αποτυπώνεται και στην ενισχυμένη ρευστότητα τους, τόσο σε επίπεδο καταθέσεων, όσο και σε επίπεδο υπό διαχείριση κεφαλαίων, η οποία είναι πολύ εντονότερη στην Ελλάδα, σε σχέση με την τάση συγκέντρωσης της ρευστότητας στις ευρωπαϊκές τράπεζες.

Όπως υποστηρίζουν οι ίδιες, η πλεονάζουσα αυτή ρευστότητα είναι που ωθεί τις εγχώριες τράπεζες σε συγκρατημένη αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων.

Όπως σημειώνει η ΤτΕ στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας -Οκτώβριος 2024:

«Την περίοδο Ιανουαρίου-Αυγούστου 2024, παρατηρήθηκε μικρή αύξηση των επιτοκίων των καταθέσεων, με παράλληλη καθοδική πορεία των επιτοκίων των χορηγήσεων. Το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο καταθέσεων/συμφωνιών επαναγοράς διαμορφώθηκε σε 0,53% τον Αύγουστο του 2024 (Δεκέμβριος 2023: 0,51%).
Το προσφερόμενο μέσο επιτόκιο στα νοικοκυριά και τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις διαμορφώθηκε αντίστοιχα σε 0,47% και 0,72% τον Αύγουστο του 2024 (Δεκέμβριος 2023: 0,41% και 0,83%). Οι μεταβολές στο μέσο σταθμισμένο επιτόκιο καταθέσεων/συμφωνιών επαναγοράς εξακολουθούν να αφορούν σχεδόν αποκλειστικά τις προθεσμιακές καταθέσεις».

Κίνδυνος επιτοκίου δανείων για τα νοικοκυριά

Όπως επίσης σημειώνει η ΤτΕ στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας -Οκτώβριος 2024, η προσδοκία αλλαγής της κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής και οι πρόσφατες μειώσεις των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ (25 μονάδες βάσης τον Ιούνιο, 25 μονάδες βάσης το Σεπτέμβριο και 25 μονάδες βάσης τον Οκτώβριο του 2024) έχουν ήδη αρχίσει να αντανακλώνται στα επιτόκια των δανείων.

Συγκεκριμένα, το μέσο επιτόκιο στα υφιστάμενα υπόλοιπα στεγαστικών δανείων με διάρκεια άνω των πέντε ετών μειώθηκε κατά 8 μονάδες βάσης στο χρονικό διάστημα Απριλίου-Αυγούστου 2024, μετά από τη συνολική αύξηση 241 μονάδων βάσης σε σύγκριση με τον Ιούνιο του 2022 (Αύγουστος 2024: 4,32%, Απρίλιος 2024: 4,40%, Ιούνιος 2022: 1,99%), ενώ στα στεγαστικά δάνεια με διάρκεια από ένα έως πέντε έτη, που αποτελούν το μεγαλύτερο τμήμα, παρέμεινε σταθερό το διάστημα Απριλίου-Αυγούστου 2024, αυξημένο κατά 160 μονάδες βάσης σε σχέση με τον Ιούνιο του 2022 (Απρίλιος-Αύγουστος 2024: 5,46%, Ιούνιος 2022: 3,86%)

Ο λόγος δανείων προς καταθέσεις στη χώρα μας (για 100 ευρώ καταθέσεις που συγκεντρώνουν οι τράπεζες δανείζουν μόλις τα 60 ευρώ)

Το υπόλοιπο του δανειακού χαρτοφυλακίου (μετά από προβλέψεις) των ελληνικών τραπεζικών ομίλων τον Ιούνιο του 2024 διαμορφώθηκε σε 160,3 δισεκ. ευρώ. Παρατηρήθηκε αύξηση στο λόγο Δάνεια προς Καταθέσεις νοικοκυριών και μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων (Ιούνιος 2024: 60,3%), ο οποίος είναι χαμηλότερος κατά 42 ποσοστιαίες μονάδες από το μέσο όρο στις ευρωπαϊκές τράπεζες του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού που διαμορφώνεται (Ιούνιος 2024 στο 102,2%).

Αυτό σημαίνει ότι στην Ελλάδα, για 100 ευρώ καταθέσεις που συγκεντρώνουν οι τράπεζες δανείζουν μόλις τα 60 ευρώ, ενώ αντίστοιχα στην ευρωζώνη μοχλεύουν περισσότερα από αυτά που διαθέτουν ως ρευστότητα (102 ευρώ).

Πηγή: Τράπεζα της Ελλάδος – Στατιστικά στοιχεία Νομισματική και τραπεζική στατιστική Τραπεζικές καταθέσεις https://www.bankofgreece.gr/statistika/nomismatikh-kai-trapezikh-statistiki/katatheseis-twn-pistwtikwn-idrymatwn

*Ο Γιώργος Δ. Χριστόπουλος είναι φοροτεχνικός – οικονομολόγος, με συγγραφική και διδακτική εμπειρία, επιστημονικός συνεργάτης του Taxheaven, μέλος της «mental Group Γ. Χριστόπουλος και Συνεργάτες», τ. καθηγητής φορολογίας και λογιστικής ΤΕΙ.
e-mail: g.christopoulos@mental.gr.

You may also like

ΑΛΛΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ: Ειδήσεις