Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
Τι αλήθεια έδειξε το ΠΑΣΟΚ μετά την περιπέτεια της εκλογής νέου αρχηγού; Κοιτάζοντας λίγο πιο μακροσκοπικά τον πολιτικό βιότοπο της Χαριλάου Τρικούπη, μπορούμε εκ των υστέρων να πούμε με βεβαιότητα ότι το κόμμα που σφράγισε την μεταπολιτευτική ιστορία του τόπου και που πέρασε από σαράντα κύματα την τελευταία δεκαπενταετία, ξαναμπήκε στον πολιτικό χάρτη. Ήταν «εκτός» για πάρα πολλά χρόνια, φυτοζωώντας στα χαμηλά του εκλογικού πίνακα, τώρα όμως κάνει δυναμικό come back. Παραδόξως, η μάχη για την ηγεσία που συνήθως σωρεύει πικρίες και παγιώνει εσωκομματικές διαχωριστικές γραμμές, για το ΠΑΣΟΚ λειτούργησε ζωογόνα.
Είναι προφανές ότι το Κίνημα που κυβέρνησε την χώρα για παραπάνω από δυο δεκαετίες και κάποτε κινητοποίησε εκατομμύρια ανθρώπων, έπαθε και έμαθε. Κάτι που δεν μπόρεσε να κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, του οποίου τα χάλια απολαμβάνει καθημερινά ο ελληνικός λαός. Η ωριμότητα που επέδειξαν σ’ αυτή την μάχη τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ ήταν πρωτοφανής, αν αναλογιστεί κανείς ότι οι εκλογές ηγεσίας σ’ έναν πολιτικό οργανισμό είναι συνήθως η μητέρα των μαχών. Κι όμως, παραδόξως, το κόμμα που καθιέρωσε τον όρο «συντροφικά μαχαιρώματα» βγήκε αλώβητο και ενδυναμωμένο απ’ αυτή την κρίση ηγεσίας. Η γενική του εικόνα ενδυναμώθηκε, η ενότητα του αποδείχθηκε εξασφαλισμένη.
Στον «αφρό» οι αδυναμίες
Πλην η μάχη αυτή που άρχισε το καλοκαίρι μετά τις ευρωεκλογές και κράτησε ως τα μέσα φθινοπώρου, δίπλα στα θετικά και ελπιδοφόρα, ανέδειξε και όλες τις αδυναμίες που συνεχίζει να έχει το πάλαι ποτέ κραταιό Κίνημα και που σήμερα συνεχίζει να είναι ένα κόμμα στην περιοχή του 15%.
Η κινητοποίηση 300.000 οπαδών και μελών που ψήφισαν για αρχηγό, δεν είναι διόλου ευκαταφρόνητο γεγονός αλλά απέχει αρκετά από την παγίωση μιας κοινωνικής πεποίθησης ότι «το ΠΑΣΟΚ έρχεται».
Με δεδομένες τις απώλειες της ΝΔ και με οφθαλμοφανή την διάλυση του ΣΥΡΙΖΑ, θα περίμενε κανείς ότι οι πολίτες που σηκώθηκαν από τον καναπέ θα ήταν αρκετά ή πολύ περισσότεροι. Σωρεία στελεχών του Κινήματος, πριν την πρώτη Κυριακή προέβλεπαν πρωτοφανή κοσμοσυρροή. Αποδείχθηκε ότι δεν ήταν έτσι. Ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ κινητοποιήθηκε «τόσο όσο».
Τόσο όσο…
Με το «τόσο όσο» όμως, το κόμμα τους δεν πάει για εξουσία, δεν χρίζεται πρωταγωνιστής. Στρώνει ένα αξιοπρόσεκτο μονοπάτι, αλλά δεν έχει ακόμα μπροστά του την λεωφόρο της μελλοντικής διακυβέρνησης. Απέχει πολύ απ’ αυτό. Γι αυτό και στην ΝΔ χάρηκαν με την συμμετοχή αλλά και με το αποτέλεσμα όσον αφορά τα πρόσωπα. Θεώρησαν ότι το τελικό αποτέλεσμα ήταν στα μέτρα του Μητσοτάκη. Η πρώτη τους ανάλυση είναι ότι με δεδομένη την αναρρίχηση του ΠΑΣΟΚ στην δεύτερη θέση, δεν διαγράφονται προοπτικές αμφισβήτησης της πολιτικής ηγεμονίας του Κυριάκου. Επί του παρόντος βέβαια, αλλά η πολιτική είναι η τέχνη του εφικτού στο παρόν και στο εγγύς μέλλον, όχι στον απώτατο χρόνο.
Όσο αφορά την σύγκρουση στην Πασοκική κάλπη δυο «στρατοπέδων» ή δυο «πολιτικών αντιλήψεων» ή δυο «νοοτροπιών», χύθηκε πολύ μελάνι μετά την πρώτη Κυριακή. Κατά τους περισσότερους αναλυτές, οι δυο νικητές του πρώτου γύρου εξέφραζαν τις δυο όψεις του ίδιου Πασοκικού νομίσματος.
Ο Νίκος Ανδρουλάκης εμφανίστηκε ως ο εκφραστής ενός παραδοσιακού ΠΑΣΟΚ που τραυματισμένο από την περίοδο 2010-2020, δεν επιθυμεί τα μεγάλα και ριψοκίνδυνα άλματα.
Ο ίδιος ο Ανδρουλάκης, μη έχοντας χαρακτηριστικά ενός χαρισματικού ηγέτη, τέθηκε επικεφαλής ενός οργανωτικού μηχανισμού που προτιμά τα μικρά σίγουρα βήματα, παρά τα παρακινδυνευμένα σάλτα. Αν και η αμφισβήτηση του ξεκίνησε με το δόγμα «ο άνθρωπος δεν το χει να πάρει εξουσία», τελικά αποδείχθηκε ότι η σχετική πλειοψηφία του Πασοκικού κόσμου προτιμούσε αυτήν την στρατηγική.
Ο Χάρης Δούκας ήταν ο διάτων αστέρας που μέσα σε λίγους μήνες, πήγε από το πουθενά στην κορυφή κι ύστερα αποτόλμησε ακαριαία και την κατάληψη νέας κορυφής δίχως να παραμείνει διόλου στην πρώτη που λέγεται «δήμαρχος Αθηναίων».
Δεν είναι εύκολα αυτά τα πράγματα, αποδείχθηκε στις εκλογές. Ξεκίνησε ως φαβορί, κατέληξε καταϊδρωμένος και με στραπατσαρισμένο το προφίλ του. Κάποιοι είπαν ότι είναι ο άνθρωπος που έχει το ρεκόρ απώλειας της λάμψης του. Το στραπάτσο που έπαθε από τους ψηφοφόρους της Αθήνας που έβγαλαν τέταρτο τον νυν δήμαρχο τους, ενδέχεται να του στοιχήσει πολύ περισσότερο μακροπρόθεσμα. Η πολιτική γραμμή του κ. Δούκα εξέφραζε επίσης μια παραδοσιακή Πασοκική αντίληψη. Μια βαριά αντιδεξιά τοποθέτηση κι έναν λαϊκισμό, που μόνο στους ψηφοφόρους του παλιού ΠΑΣΟΚ οι οποίοι μεταπήδησαν στον ΣΥΡΙΖΑ συναντά κανείς.
Απέναντι σ’ αυτούς τους δυο που εξέφραζαν τις δυο όψεις του παλιού ΠΑΣΟΚ, βρέθηκε ο Γερουλάνος και η Διαμαντοπούλου. Κάποιοι είπαν ότι αυτοί οι δυο αλληλοεξοντώθηκαν, ενώ αν είχαν συμμαχήσει θα είχαν κυριαρχήσει. Πρόκειται για μηχανιστικές αντιλήψεις που δεν «δουλεύουν» στον πολύπλοκο βιότοπο της πολιτικής. Παρά ταύτα, πράγματι το δίδυμο αυτό βρισκόταν σε άλλη πολιτική σφαίρα από το δίδυμο των νικητών του πρώτου γύρου.
Ευαγγελιστές ενός πιο διευρυμένου και ανοικτόμυαλου κόμματος, εκφραστές αμφότεροι του μεταρρυθμιστικού κέντρου, έδειξαν ότι έχουν διεισδυτικότητα σε στρώματα που δεν μπορεί να ακουμπήσει ο μονοκόμματος Ανδρουλάκης ή ο λαϊκιστής Δούκας. Η κυριαρχία του Γερουλάνου και της Διαμαντοπούλου στο λεκανοπέδιο και στις μεγάλες πόλεις, είναι χαρακτηριστική. Τα δυναμικά στρώματα εκφράστηκαν από τις δικές τους υποψηφιότητες κι όχι από την «στενότητα» Ανδρουλάκη ή την «αριστερή επιθετικότητα» Δούκα.
Ρυθμιστής οι… διαφορές
Οι διαφορές αυτών των δύο άτυπων στρατοπέδων, ενδεχομένως να αποδειχθούν καθοριστικές για το μέλλον του ΠΑΣΟΚ. Η αξιοπρεπής παρουσία του κόμματος στον πολιτικό χάρτη είναι εξασφαλισμένη, ίσως και η σταδιακή μικρή άνοδος του, το «ξεπέταγμα» όμως που θα το στείλει σε τροχιά εξουσίας δεν γίνεται δίχως τα στρώματα που ψήφισαν Γερουλάνο και Διαμαντοπούλου.
Η διαβεβαίωση όλων ότι «θα πάνε όλοι μαζί» είναι βέβαια δείγμα ωριμότητας και πολιτικού πολιτισμού, δεν αντικατοπτρίζει όμως την ζώσα πραγματικότητα μέσα στο ΠΑΣΟΚ. Όλα τα ελληνικά κόμματα είναι αρχηγοκεντρικά, οπότε η βιτρίνα τους καταλήγει πιστό αντίγραφο της φάτσας του αρχηγού. Οι δεύτεροι, τρίτοι και τέταρτοι είναι χρήσιμοι, αλλά το κόμμα είναι πάντα ο αρχηγός κι αν δεν εμπνεύσει ο πρώτος, οι υπόλοιποι δεν μπορούν να κάνουν πολλά πράγματα.
Σήμερα το ΠΑΣΟΚ είναι ένα κόμμα της επαρχίας, δίχως διεισδυτικότητα και επιρροή στα μεγάλα αστικά κέντρα. Πλην οι κινητήριες οικονομικές και κοινωνικές δυνάμεις της χώρας βρίσκονται στις πόλεις και πρωτίστως στο λεκανοπέδιο και στην Θεσσαλονίκη. Η επαρχία είναι από την φύση της συντηρητική και συχνά οπισθοδρομική. Πάντως ατμομηχανή των μεταρρυθμίσεων και των μεγάλων αλλαγών, η ύπαιθρος δεν είναι. Το ΠΑΣΟΚ πάσχει τραγικά σ’ αυτό τον τομέα, όπως φάνηκε και τις εκλογές του. Έδειξε ασφαλώς αξιοζήλευτη σταθερότητα, ωριμότητα και ενσυναίσθηση απέναντι στον κόσμο του, απέχει όμως πολύ από το να αποδειχθεί ένα κόμμα μεγάλων οραμάτων, εθνικών στόχων και αξιόπιστων κοινωνικών προτεραιοτήτων.
Έτσι όπως πάνε οι υπόλοιποι της κεντροαριστεράς που αυτοκαταστρέφονται κάθε μέρα, η ηγεσία του εξ αριστερών πόλου της ΝΔ ανήκει στο ΠΑΣΟΚ δικαιωματικά. Του λείπει όμως επί του παρόντος η ζωτική ενέργεια και το βάθος των θέσεων που θα το βγάλουν από την ζώνη του μικρομεσαίου κόμματος, για να διεκδικήσει κάποιο είδος ηγεμονίας μέσα στο σύνολο της ελληνικής κοινωνίας.
Ούτε το θέμα των συνεργασιών έχει επεξεργαστεί, ούτε μοιάζει ικανό να αμφισβητήσει την πολιτική κυριαρχία της ΝΔ, ούτε μπορεί επί του παρόντος να αντιστρέψει μια ολοένα και πιο δεξιόστροφη ροπή του ελληνικού εκλογικού σώματος. Τα πήγαν καλά, έχουν όμως πολύ δρόμο ακόμα μπροστά τους για να αποδείξουν ότι ξανάγιναν μεγάλοι.