Στο υπουργείο Υγείας βρέθηκε λίγο μετά τις 10 το πρωί ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στο πλαίσιο των επισκέψεών του σε υπουργεία μετά τον ανασχηματισμό.
Τον πρωθυπουργό υποδέχθηκε ο υπουργός Υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης, ενώ καλημέρα του είπε από τα γραφεία της ΠΟΕΔΗΝ που βρίσκονται απέναντι από το κτήριο της οδού Αριστοτέλους, ο πρόεδρός της, Μιχάλης Γιαννακός.
Στην είσοδο του υπουργείου Υγείας ήταν και εργαζόμενοι του υπουργείου οι οποίοι μίλησαν με καλά λόγια για τον Άδωνι Γεωργιάδη λέγοντας στον πρωθυπουργό «σας ευχαριστούμε για τον υπουργό».
Στο πλαίσιο της σύσκεψης συζητήθηκαν οι μεταρρυθμίσεις στον χώρο της υγείας, η αναδιοργάνωση των εφημεριών, η ανακαίνιση των κέντρων υγείας, οι λίστες αναμονής για τα χειρουργεία, η ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού και οι προσλήψεις, ο έλεγχος της φαρμακευτικής δαπάνης, η στήριξη των δομών υγείας σε απομακρυσμένες, ορεινές και νησιωτικές περιοχές, το σκέλος της πρόληψης μέσω των προγραμμάτων παροχής διαγνωστικών εξετάσεων και η βελτίωση του ΕΚΑΒ.
Όπως τόνισε ο κ. Μητσοτάκης, η κυβέρνηση «έχει θέσει τη δραστική μεταρρύθμιση και ανάταξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας ως μία από τις κεντρικές πολιτικές προτεραιότητες αυτής της τετραετίας». Υπογράμμισε ότι τις μεταρρυθμίσεις που έχουν δρομολογηθεί «σύντομα οι πολίτες θα αρχίσουν να βλέπουν και να τις διαπιστώνουν οι ίδιοι ως χρήστες του Εθνικού Συστήματος Υγείας» και επεσήμανε την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να υλοποιήσει αυτές τις τολμηρές μεταρρυθμίσεις. Ειδική μνεία έκανε ο πρωθυπουργός «στα ζητήματα τα οποία αφορούν στη δημόσια υγεία και στις προληπτικές εξετάσεις, διότι όσο σημαντική κι αν είναι η βελτίωση των υπηρεσιών υγείας στα νοσοκομεία μας η υγεία δεν αρχίζει και τελειώνει στην πόρτα του νοσοκομείου».
Στη σύσκεψη έλαβαν μέρος ο υπουργός Υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης, ο υπουργός Επικρατείας, Άκης Σκέρτσος, η αναπληρώτρια υπουργός Υγείας, Ειρήνη Αγαπηδάκη, οι υφυπουργοί Υγείας, Δημήτρης Βαρτζόπουλος και Μάριος Θεμιστοκλέους και ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ, Θανάσης Κοντογεώργης.
Μετά την ολοκλήρωση της σύσκεψης ο πρωθυπουργός έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Ευχαριστώ, υπουργέ. Η κυβέρνησή μας έχει θέσει τη δραστική μεταρρύθμιση και ανάταξη του Εθνικού Συστήματος Υγείας ως μία από τις κεντρικές πολιτικές προτεραιότητες αυτής της τετραετίας.
Ξέρουμε ότι είναι μία δύσκολη άσκηση. Ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας το οποίο στάθηκε όρθιο την εποχή της πανδημίας, το οποίο όμως μας κληροδότησε και πολλά διαχρονικά προβλήματα, τα οποία έχει έρθει πια η ώρα με θάρρος να τα αντιμετωπίσουμε. Αυτό ακριβώς κάνουμε, υλοποιώντας ένα πλαίσιο πολύ τολμηρών μεταρρυθμίσεων, σε όλες τις πτυχές της υγείας.
Μεταρρυθμίσεις που, θέλω να πιστεύω, σύντομα οι πολίτες θα αρχίσουν να βλέπουν και να τις διαπιστώνουν οι ίδιοι ως χρήστες του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Μεταρρυθμίσεις, οι οποίες προφανώς δεν έχουν να κάνουν μόνο με τις υποδομές, πολλές εκ των οποίων χρηματοδοτούνται από ευρωπαϊκούς πόρους και ειδικά από το Ταμείο Ανάκαμψης, έχουν να κάνουν με την προσθήκη του απαραίτητου προσωπικού, με την αναδιάταξη διαδικασιών, με τη χρήση της τεχνολογίας, με την αντιμετώπιση διαχρονικών προβλημάτων και ελλείψεων που έχουμε στις άγονες περιοχές, στα νησιά μας, στις ορεινές περιοχές.
Έχουμε, όμως, το σχέδιο, έχουμε τη βούληση να μπορέσουμε να υλοποιήσουμε αυτές τις τολμηρές μεταρρυθμίσεις και αυτό ακριβώς θα κάνουμε. Έχουμε μία πολύ καλή ομάδα στο υπουργείο Υγείας και τώρα η ευθύνη περνάει σε εσάς για να υλοποιήσουμε πια αυτά τα οποία έχουμε συμφωνήσει.
Θέλω να κάνω ειδική μνεία στα ζητήματα τα οποία αφορούν στη δημόσια υγεία και στις προληπτικές εξετάσεις, διότι όσο σημαντική κι αν είναι η βελτίωση των υπηρεσιών υγείας στα νοσοκομεία μας, η υγεία δεν αρχίζει και τελειώνει στην πόρτα του νοσοκομείου.
Γι’ αυτό και αποδίδουμε πολύ μεγάλη σημασία στην Πρωτοβάθμια Υγεία, στις προληπτικές εξετάσεις αλλά και στη δημόσια υγεία, με προγράμματα τα οποία θα μας επιτρέψουν να έχουμε συνολικά έναν πιο υγιή πληθυσμό, έτσι ώστε να μπορούμε να προλαμβάνουμε και όχι κατ’ ανάγκη πάντα να παρεμβαίνουμε εκ των υστέρων.
Οπότε, υπουργέ, συνεχίζουμε τη δουλειά την οποία έχουμε κάνει. Να τελειώσω από εκεί που ξεκίνησες: Πράγματι η εμπειρία της πανδημίας μάς υποχρέωσε όλους να αποκτήσουμε πιο εξειδικευμένες γνώσεις για τα ζητήματα του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Γνωρίζετε πολύ καλά ότι το χαρτοφυλάκιο αυτό το παρακολουθώ προσωπικά -θα έλεγα με ακόμη μεγαλύτερη ένταση από ό,τι το κάνω σε άλλα υπουργεία- γιατί αναγνωρίζω απόλυτα τη μεγάλη σημασία και τη μεγάλη προτεραιότητα που έχει η υγεία για όλους τους πολίτες.
Οπότε, αν με ξαναδείτε αιφνιδιαστικά να επισκέπτομαι δομές υγείας, μην αιφνιδιαστείτε, για καλό είναι. Για να μπορούμε και εμείς να διαπιστώνουμε αν όλα αυτά τα οποία λέμε τα υλοποιούμε με την απαραίτητη συνέπεια.
Και βέβαια να τονίσω και κάτι τελευταίο, νομίζω ότι αυτή είναι μια κατεύθυνση που έδωσα στο υπουργείο: Να ακούμε τους ασθενείς. Είναι οι ίδιοι αυτοί οι οποίοι τελικά θα μας βοηθήσουν στην αξιολόγηση του Εθνικού Συστήματος Υγείας. Να μας λένε τι δεν κάνουμε καλά, να μας λένε και τι κάνουμε καλά, διότι το Εθνικό Σύστημα Υγείας, παρά τις μεγάλες δυσκολίες, στέκεται όρθιο σήμερα.
Θέλω να ευχαριστήσω από καρδιάς όσες και όσους το υπηρετούν με αυταπάρνηση και με αυτοθυσία. Να θυμίσω, επίσης, ότι η δική μας κυβέρνηση ήταν αυτή που μετά από πολύ καιρό έκανε τις πρώτες σημαντικές μισθολογικές αναπροσαρμογές όσον αφορά στις απολαβές των εργαζόμενων στο Εθνικό Σύστημα Υγείας».
Ο υπουργός Υγείας, Άδωνις Γεωργιάδης, ανέφερε: «Είχαμε την ευκαιρία να έχουμε μία πολύ εποικοδομητική συζήτηση για να διαπιστώσουμε την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων που υλοποιεί η κυβέρνησή μας και είμαστε υπερήφανοι γιατί προχωρούμε τις μεγαλύτερες μεταρρυθμίσεις στο Εθνικό Σύστημα Υγείας εδώ και πάρα πολλά χρόνια.
Αυτό αρχίζει να φαίνεται, όπως δείξαμε στον κ. πρωθυπουργό, από την απόδοση των νοσοκομείων το πρώτο εξάμηνο του 2024, όπου πετύχαμε το μεγαλύτερο ρεκόρ διενεργηθέντων χειρουργείων εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Συζητήσαμε διεξοδικά και τα ζητήματα του προσωπικού, των εφημεριών, των άγονων περιοχών και νομίζω ότι βρήκαμε αρκετές λύσεις που δεν τις είχαμε σκεφτεί για να τις προχωρήσουμε ακόμα γρηγορότερα».
Φώτο Ρεπορτάζ: Δήμητρα Κούτρα