0

Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press

Η Κυριακή της Ορθοδοξίας για πρώτη φορά, τουλάχιστον από τη μεταπολίτευση και μετά, θα εορταστεί  στη Μονή Πετράκη χωρίς την  παρουσία της πολιτειακής και πολιτικής ηγεσίας του τόπου. 

Ίσως όμως το πιο άξιο προσοχής είναι ότι η απόφαση αυτή της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου (ΔΙΣ) ελήφθη μετά από επιμονή του ίδιου του Αρχιεπίσκοπου σε «αντίποινα» για την ψήφιση του νομοσχεδίου για το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών.

Αν και λίγες μέρες πριν είχε διατάξει έρευνα για όσα είπε κατά του βουλευτή του ΠΑΣΟΚ Παύλου Χρηστίδη ο αρχιμανδρίτης  κ.Σεραφείμ, του ναού της Αγίας Μαρίνας Ηλιουπόλεως, προκειμένου να στείλει μήνυμα ώστε να αποφεύγονται οι εντάσεις, ο Αρχιεπίσκοπος  επέλεξε να συγκρουστεί με την κυβέρνηση και όσους ψήφισαν το νομοσχέδιο με μια ασυνήθιστη κίνηση .

Τις προθέσεις του φρόντισε να τις κάνει γνωστές το πρωί της περασμένης Τρίτης προσερχόμενος στη συνεδρίαση της ΔΙΣ. Απευθυνόμενος στους δημοσιογράφους τους ευχήθηκε «φυσιολογικούς γάμους»: «Σας βλέπω όλους νέους, να κάνετε βαπτίσεις, γάμους τέτοιου είδους δεν σας εύχομαι».

Ο κ.Ιερώνυμος, όταν πια είχε πειστεί οτι ο νόμος θα ψηφιστεί, αναφέρθηκε -όπως και πολλοί μητροπολίτες- στο θέμα των παιδιών και κατά πόσο αυτά θα πρέπει να βαπτίζονται. «Δεν είμαστε κατά των παιδιών. Τα παιδιά τα αγαπάμε και νοιαζόμαστε περισσότερο απ’ όλους τους άλλους. Η Εκκλησία θα περιμένει αυτά τα παιδιά να μεγαλώσουν, να καταλάβουν λίγο τη ζωή και όταν θέλουν να  βαπτιστούν, θα βαπτιστούν», είχε δηλώσει.

Και αφού η θέση του αυτή  δεν βρήκε πρόσφορο έδαφος  επιχείρησε να παρέμβει λίγο πριν την ψήφιση του νομοσχεδίου προτείνοντας  τη διενέργεια δημοψηφίσματος.

Στο περιθώριο της τελετής εγκαινίων σχολείου στη Νέα Μάκρη, ανέφερε ότι η Εκκλησία δεν θα πάρει τα όπλα. Ενώ αναρωτήθηκε: «Γιατί να μη γίνει ένα δημοψήφισμα; Δεν θα ήταν μια πρόταση και αυτή;». Παράλληλα, επανέφερε το θέμα των παιδιών: «πρέπει ο κόσμος να καταλάβει και να δει πώς τα παιδιά εκείνα που θα έρθουν δεν ξέρω πώς θα είναι, πώς θα ζήσουν σε μια οικογένεια που θα έχει δύο μπαμπάδες, δύο μαμάδες, πώς θα ξυπνάει το πρωί μέσα στο σπίτι και τι θα βλέπει γύρω του και μια κοινωνία που δημιουργείται καινούργια, δεν την απορρίπτουμε, βλέπουμε τάσεις προς τα εκεί. Μια τέτοια κοινωνία έχει το δικαίωμα ο καθένας να τη διαστρέφει και να την κάνει όπως θέλει και οι άλλοι δεν έχουμε δικαίωμα να πούμε ότι δεν μας αρέσει αυτό το πράγμα; Είναι θέμα της κοινωνίας. Δεν θα επιτρέψουμε την αλλαγή στη σύνθεση της κοινωνίας».

Ανεξάρτητα από τις δηλώσεις ο κ.Ιερώνυμος, όπως και πολλοί μητροπολίτες πλέον καλούνται να διαχειριστούν την επόμενη μέρα. Ο εορτασμός της Κυριακής της Ορθοδοξίας  στη Μονή Πετράκη δείχνει ότι η Εκκλησία δεν έχει ξεκαθαρίσει πως θα χειριστεί την όλη υπόθεση. Ενώ κανείς δεν μπορεί πλέον να ελέγξει τους σκληρούς της Ιεραρχίας οι οποίοι επιμένουν να οδηγηθεί η κατάσταση στα άκρα, ειδικά κατά τον εορτασμό της 25η Μαρτίου. Οι σκληροί θέλουν ευθεία σύγκρουση έως να «μετανοήσουν οι πολιτικοί», αλλά είναι δύσκολο για την επίσημη Εκκλησία να δεχτεί ότι κατά την δοξολογία για την εθνική γιορτή θα υπάρχουν εντάσεις.

Είναι οι ίδιοι που προτείνουν στον κ.Ιερώνυμο να μην χοροστατήσει στη δοξολογία, κάτι που είχε κάνει ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Σεραφείμ το 1983  όταν είχε ξεσπάσει πόλεμος Εκκλησίας -Πολιτείας για τον νόμο Τρίτση.

Επίσης, είναι αυτοί που του προτείνουν να μην παραστεί στην εξέδρα των επισήμων κατά την παρέλαση. Κάτι, όμως, που έχει γίνει για τυπικούς λόγους  και στο παρελθόν.

Οι εντάσεις οδηγούν σε ρήξεις 

Η τελευταία απόφαση Ιερώνυμου ξάφνιασε πολλούς στην Ιεραρχία με την πλειονότητα των μελών της να εκφράζουν φόβους ότι οι εντάσεις οδηγούν σε εθνικό διχασμό. Κάποιοι βλέπουν ότι «οι μη ήρεμες αντιδράσεις» ίσως μελλοντικά αποτελέσουν την αφορμή για να ανοίξει το θέμα του χωρισμού Κράτους-Εκκλησίας. Μέχρι σήμερα, παρά τις κατά καιρούς κρίσεις, μόνο το 1977 έγινε αναφορά στο θέμα με τον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Καραμανλή να «απειλεί» τον μακαριστό Σεραφείμ με την ιστορική, πια, φράση: «Να χωρίσουμε τα τσανάκια μας».

Τα τσανάκια δεν χώρισαν ποτέ, ενώ όλες οι κυβερνήσεις απέφευγαν να αναφερθούν στο θέμα. Μόνο το 2018 Τσίπρας και Ιερώνυμος είχαν αποφασίσει η ίδια η Εκκλησία αναλάβει τη μισθοδοσία του κλήρου με παράλληλη αξιοποίηση της περιουσίας της. Η κίνηση αυτή ίσως ήταν το πρώτο βήμα του διαχωρισμού, αλλά μετά την έντονη αντίδραση της Ιεραρχίας η συμφωνία ακυρώθηκε.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη όχι μόνο δεν επανέφερε το θέμα, αλλά φρόντισε να αυξήσει κατά 3.500 τις οργανικές θέσεις των ιερέων που ήταν ένα από τα πάγια αιτήματα της Εκκλησίας.

Επί της ουσίας, η μισθοδοσία του κλήρου είναι το μεγάλο αγκάθι στο θέμα του χωρισμού. Η Εκκλησία από συστάσεως του ελληνικού κράτους είχε παραχωρήσει χιλιάδες στρέμματα γης με μόνη προϋπόθεση τη μισθοδοσία.

Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι ακόμη και στην περίπτωση που μια κυβέρνηση αποφασίσει μονομερώς ο  χωρισμός Κράτους-Εκκλησίας μοιάζει ανέφικτος.  Η Εκκλησία θα προσφύγει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και όλα θα εξαρτηθούν από την αποφασή του. Κανείς ωστόσο δεν ξεχνά ότι το 1983, όταν πολλά μοναστήρια προσέφυγαν στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για να υπερασπιστούν την περιουσία τους, δικαιώθηκαν.

You may also like

ΑΛΛΑ ΑΡΘΡΑ ΑΠΟ: Απόψεις