Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
Στα μέσα της βδομάδας που πέρασε, ο πρωθυπουργός με προσωπική του παρέμβαση ξεκαθάρισε το πολυσυζητημένο ζήτημα του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, καθώς και της συνεπαγόμενης τεκνοθεσίας. Έκοψε έτσι τον γόρδιο δεσμό ενός θέματος που –παραλόγως κατά την άποψη του γράφοντος- πήρε τεράστιες διαστάσεις στον δημόσιο διάλογο και απείλησε (ή μήπως απειλεί ακόμα;) να δημιουργήσει εσωτερικό πρόβλημα σε μια ΝΔ που τα τελευταία χρόνια έμεινε αλώβητη και πανίσχυρη, ενώ ταλαιπωρήθηκε από πολύ σοβαρότερα ζητήματα. Ο Μητσοτάκης είχε προσπαθήσει να μεταθέσει την απόφαση στο απώτερο μέλλον μ’εκείνη την παροιμία που λέει ότι «δεν βάζουμε το κάρο μπροστά από το άλογο», όμως ωριμότερη σκέψη τον οδήγησε να πει «εδώ και τώρα, αναλαμβάνω εγώ».
Το γιατί ανέλαβε ο ίδιος να βγάλει τώρα το φίδι από την τρύπα, ήταν σαφές. Έτσι όπως είχε καταλήξει το ζήτημα να κυριαρχεί στην επικαιρότητα και μάλιστα να κυριαρχεί όχι για την ουσία του, αλλά ως θέμα διχασμού της ΝΔ και της κυβέρνησης, κάθε παράταση του χρόνου θα ήταν εις βάρος της κυβερνητικής πλευράς. Δεύτερον, ο Μητσοτάκης είναι ο μόνος που έχει την δυνατότητα να βάλει την συζήτηση σε σωστές και ξεκαθαρισμένες βάσεις, φέρνοντας μια πρόταση που αποτελεί συμβιβασμό ανάμεσα σε δυο ακραίες τοποθετήσεις. Την απόφαση, δηλαδή, να νομοθετήσει μεν τον γάμο των ομόφυλων, αλλά να επιτρέψει μόνο την υιοθεσία παιδιών από ιδρύματα και όχι μέσω παρένθετης μητέρας. Ο συμβιβασμός αυτός, επενδυμένος με το πρωθυπουργικό κύρος, ενδεχομένως να λειάνει τις κοινωνικές γωνίες του φλέγοντος αυτού ζητήματος και να οδηγήσει σε μια ψήφιση δίχως μεγάλες διαφοροποιήσεις και απώλειες, αλλά και δίχως ευρύτερο κοινωνικό διχασμό.
Για την ουσία του ζητήματος, από την μια είναι η μεταρρυθμιστική ατζέντα, το ευρωπαϊκό κεκτημένο και τα νομικώς κατοχυρωμένα ανθρώπινα δικαιώματα. Με βάση αυτά, η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη αργά ή γρήγορα να κάνει το βήμα, να επιτρέψει τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και συνεπώς την τεκνοθεσία. Η τυπική αναγνώριση των ζευγαριών αυτών να συζούν, έχει από καιρό νομιμοποιηθεί με το σύμφωνο συμβίωσης, αυτό που απομένει είναι το θέμα των παιδιών. Και ναι, η ελληνική κοινωνία αποδέχτηκε το δικαίωμά τους να ρυθμίζουν όπως θέλουν την προσωπική τους ζωή, με την τεκνοθεσία όμως η πλειοψηφία διαφωνεί.
Πλην αποτελεί κανόνα της αστικής δημοκρατίας ότι στα ανθρώπινα δικαιώματα δεν υφίστανται πλειοψηφίες και μειοψηφίες, ούτε τα δικαιώματα αυτά μπαίνουν σε δημοψηφίσματα. Όπως δεν μπορεί η πλειοψηφία να αποφασίσει ότι στους κλέφτες θα κόβεται το χέρι, ή ότι κάποια αδικήματα θα τιμωρούνται με θάνατο, έτσι και τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας δεν μπαίνουν σε δημόσια έγκριση. Άρα, η άποψη της κοινωνικής πλειοψηφίας δεν έχει καμία νομική σημασία. Η θεσμοθέτηση του γάμου και της τεκνοθεσίας μπορούν να γίνουν ερήμην της.
Πλην ακόμα κι αν δεν πέφτει λόγος στην κοινωνική πλειοψηφία για την νομική πλευρά του ζητήματος, η πλειοψηφούσα αντίληψη έχει τεράστια πολιτική σημασία. Σε παλιότερες εποχές θα θεωρούνταν δεδομένο ότι τέτοια ζητήματα θεσμοθετούνται από «προοδευτικές» και «αριστερίζουσες» κυβερνήσεις, όχι από «δεξιές» και «συντηρητικές». Η Ιστορία, όμως, το έφερε έτσι ώστε στην Ελλάδα του 2024 ο Κυριάκος Μητσοτάκης να παίζει όλους τους ρόλους μαζί. Και του «προοδευτικού» και του «συντηρητικού». Και του «μεταρρυθμιστή» και του ηγέτη των «αντιμεταρρυθμιστών». Ελλείψει κάθε σοβαρής αντιπολίτευσης, η ΝΔ του Κυριάκου σήμερα, είναι παράλληλα και δεξιά και αριστερά, και συμπολίτευση και αντιπολίτευση.
Άρα, ο πρωθυπουργός είναι υποχρεωμένος να ισορροπήσει ανάμεσα στις δύο αυτές αντίρροπες δυνάμεις, που και οι δυο βρίσκονται ενσωματωμένες στο κόμμα και στην κυβέρνησή του. Ο ίδιος, πιστός στο μεταρρυθμιστικό προφίλ του και στον ευρωπαϊκό του προσανατολισμό, είναι υπέρ του γάμου και της τεκνοθεσίας (μόνο με υιοθεσία), καθώς ξέρει ότι οι ανεπτυγμένες κοινωνίες πηγαίνουν ταχύτατα προς τα εκεί και ότι κανένα φρένο δεν γίνεται να μπλοκάρει αιωνίως αυτές τις εξελίξεις. Αν και έχει πλήρη συνείδηση ότι ηγείται και ενός εξαιρετικά συντηρητικού ακροατηρίου, ο Κυριάκος δεν θέλει να συνδέσει το όνομά του με μια μάταιη αντίσταση. Το ίδιο είχε κάνει η ΝΔ πολύ παλιότερα, όταν αντιστάθηκε στην καθιέρωση του πολιτικού γάμου και στην κατάργηση της μοιχείας ως ποινικό αδίκημα, θέσεις που τότε δεν ωφέλησαν διόλου τα κόμμα, που ξεπεράστηκαν ταχύτατα από τις εξελίξεις. Σήμερα, η ΝΔ προτιμά να ξεχνά τι στάση είχε κρατήσει τότε.
Ο Μητσοτάκης ξέρει, επίσης, ότι παρά τις διαφωνίες κάμποσων βουλευτών του που εκλέγονται από συντηρητικό ακροατήριο, η νομιμοποίηση του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών δεν θα έχει πρόβλημα να περάσει από την Βουλή. Θα το ψηφίσουν και ο ΣΥΡΙΖΑ και η Νέα Αριστερά και το ΠΑΣΟΚ. Και επειδή σε τέτοια θέματα δεν μπορεί να τεθεί θέμα κομματικής πειθαρχίας (εκτός ίσως για τους υπουργούς), ο Μητσοτάκης ξέρει, επίσης, ότι ένας διόλου ευκαταφρόνητος αριθμός βουλευτών του θα φλερτάρει με την ιδέα να καταψηφίσει. Αυτό δεν θα’ναι καλό για την εικόνα του κυβερνώντος κόμματος, αλλά ούτε και προς θάνατον. Με δεδομένο ότι ο Βελόπουλος, η ΝΙΚΗ και οι Σπαρτιάτες θα προσπαθήσουν να φανατίσουν το δεξιό ακροατήριο με ομοφοβικές κορώνες, το γεγονός ότι κάποιοι βουλευτές της ΝΔ θα κρατήσουν τα δεξιά μπόσικα, δεν είναι υποχρεωτικά κακό.
Το πιο σοβαρό είναι αν πράγματι ο γάμος των ομόφυλων ζευγαριών και η τεκνοθεσία είναι ζήτημα τόσο καίριας σημασίας για την ελληνική κοινωνία ώστε να την διχάσει πραγματικά. Οι υποστηρικτές της πρότασης επικεντρώνουν την επιχειρηματολογία τους στα δικαιώματα των παιδιών τέτοιων ζευγαριών (που σήμερα πράγματι έχουν πολλά προβλήματα), ενώ οι αντίπαλοί της μιλούν για έναν ηθικό Αρμαγεδώνα που θα εκθεμελιώσει τις βάσεις της ελληνικής κοινωνίας και οικογένειας. Το άλλο θέμα που αφορά τον σεξουαλικό προσανατολισμό των παιδιών που μεγαλώνουν σε ομόφυλα ζευγάρια έχει λυθεί επιστημονικά, πουθενά δεν τεκμηριώνεται ότι οι ομοφυλόφιλοι βγάζουν ομοφυλόφιλα παιδιά και οι ετεροφυλόφιλοι το αντίθετο. Βεβαίως, υπάρχει τεράστια προκατάληψη επί του θέματος και αντίστοιχη συζήτηση στις παρέες και στα καφενεία, όμως η επιστήμη τα’χει λύσει αυτά εδώ και δεκαετίες. Πάντως, όλα συνυπολογίστηκαν στον πρωθυπουργικό σχεδιασμό για να ανοίξει η συζήτηση και να γίνει σύντομα η ψήφιση.
Στο μεταξύ, η νομοθετική πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ που προβλέπει και τεκνοθεσία από παρένθετη μητέρα, αλλά και ονομασία του πατέρα και της μητέρας σε γονέα-1 και γονέα-2, έκανε σαφείς τις διαχωριστικές γραμμές ανάμεσα στις δυο προτάσεις και αντικειμενικά λειτουργεί υπέρ της κυβέρνησης, δεδομένων των προτιμήσεων της κοινωνικής πλειοψηφίας. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα φέρει το νομοσχέδιο ξέροντας ότι θα έχει απώλειες σε βουλευτές, αλλά το ίδιο έγινε και στην Γερμανία και στην Μεγάλη Βρετανία. Συντηρητικές κυβερνήσεις νομοθέτησαν τον γάμο και τον πέρασαν με ψήφους αριστερότερων κομμάτων, με παράλληλες απώλειες από δικούς τους βουλευτές. Τελικά, όμως, δεν υπήρξε κάποια σοβαρή απώλεια σε εκλογικό επίπεδο. Παραμένει σε εκκρεμότητα η περίπτωση του Μάκη Βορίδη που έχει δηλώσει ότι δεν θα ψηφίσει τον γάμο, αλλά που είναι υπουργός και δεσμεύεται από τις αποφάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου. Προφανώς, αν καταψηφίσει δεν μπορεί να μείνει υπουργός, το’χει δηλώσει άλλωστε και ο ίδιος, αλλά το έχει αποδεχτεί και ο πρωθυπουργός.
Όσο για τα υπόλοιπα που διακινούνται κυρίως από την αντιπολίτευση, ότι ο Αντώνης Σαμαράς μαζί με τους ακραίους δεξιούς της ΝΔ έχουν όμηρο τον Μητσοτάκη, κινούνται στην σφαίρα της υπερβολής, αν όχι της επιστημονικής φαντασίας. Στα πολυσυλλεκτικά κόμματα, πάντοτε υπάρχουν τέτοια θέματα. Η τέχνη είναι να ξεπερνιούνται τα προβλήματα με παράλληλη διατήρηση της ενότητας στο εσωτερικό τους και της πολιτικής ηγεμονίας τους στο σκηνικό. Τέχνη που μόνο ο Κυριάκος κατέχει τόσο καλά σήμερα.