Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
Όταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μετά τη σαρωτική νίκη της ΝΔ στις διπλές εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου και την αποδυνάμωση των κομμάτων της αντιπολίτευσης, ζητούσε από τα στελέχη της ΝΔ και τα μέλη της κυβέρνησής του «να είμαστε η αντιπολίτευση του εαυτού μας», πιθανόν, δεν περίμενε ότι αυτό τον ρόλο θα αναλάμβαναν κυρίως οι δύο πρώην πρωθυπουργοί της παράταξης. Με τις τελευταίες τους παρεμβάσεις, πρωτίστως ο Αντώνης Σαμαράς, με μία ευρεία ατζέντα και δευτερευόντως ο Κώστας Καραμανλής, 45 που έχει επιλέξει να μιλά μόνο για τα εθνικά θέματα, είναι αυτοί που ασκούν την πιο ηχηρή κριτική.
Ο κ. Σαμαράς το τελευταίο διάστημα έχει παρέμβει σε μία σειρά ζητημάτων που εκτιμά ότι η κυβέρνηση κινείται σε αντίθετη διαδρομή από την δική του αντίληψη και κυρίως των δεξιών ψηφοφόρων του κόμματος. Φροντίζει, δε, αυτές οι παρεμβάσεις να είναι ηχηρές και να αποτελούν ένα συνεκτικό συντηρητικό αφήγημα, που εκπροσωπεί την Δεξιά πτέρυγα της ΝΔ. Οι θέσεις αυτές δεν είναι καινούργιες, τις έχει εκφράσει ο πρώην πρωθυπουργός με διάφορες αφορμές και στο παρελθόν, ωστόσο το η χρονική στιγμή και κυρίως ο τρόπος που επέλεξε να τις διατυπώσει, έχουν προκαλέσει συζητήσεις.
Η πιο πρόσφατη παρέμβαση του κ. Σαμαρά ήταν για την τροπολογία που δίνει άδεια διαμονής με σκοπό την εργασία σε παράνομους μετανάστες. Δεν έμεινε μόνο στην αυστηρή κριτική για το θέμα, χαρακτηρίζοντας την τροπολογία «φάρο προσέλκυσης μεταναστών», αλλά πήγε στην Βουλή και καταψήφισε. Παρά τις εξαντλητικές εξηγήσεις που δόθηκαν από τους αρμόδιους υπουργούς και άλλα κυβερνητικά στελέχη, δεν πείστηκε και θέλησε να εκφράσει τη διαφωνία με τον πιο εμφατικό τρόπο.
Λίγες εβδομάδες νωρίτερα με συνέντευξη στην «Καθημερινή», ο κ. Σαμαράς είχε διαμηνύσει ορθά κοφτά ότι δεν θα ψηφίσει μία ακόμα πρωτοβουλία της κυβέρνησης. Το γάμο των ομόφυλων ζευγαριών και βέβαια την τεκνοθεσία. Βγήκε μπροστά και εξέφρασε με αυτό τον τρόπο έναν σημαντικό αριθμό βουλευτών της ΝΔ που έχουν εκφράσει τον προβληματισμό ή πολύ περισσότερο την αντίθεσή τους με μία μεταρρύθμιση που ο πρωθυπουργός έχει ψηλά στην ατζέντα του, ασχέτως αν η ψήφισή της έχει μετατεθεί χρονικά λόγω των συζητήσεων που προκαλεί στο εσωτερικό της παράταξης. Το Μέγαρο Μαξίμου, πάντως, διαμηνύει ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα κάνει πράξη τη δέσμευσή του και σύμφωνα με πληροφορίες το σχετικό νομοσχέδιο θα έρθει προς ψήφιση εντός του 2024.
Κορωνίδα στις αντιθέσεις του κ. Σαμαρά με κυβερνητικές επιλογές, είναι τα ελληνοτουρκικά. Στην ίδια συνέντευξη, λίγα 24ωρα πριν την άφιξη του Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα, ο κ. Σαμαράς είπε ότι η επίσκεψη αυτή «δεν είναι καλή ιδέα». «Όσο συνεχίζει να συμπεριφέρεται ως πειρατής, δεν υπάρχει καμία θετική ατζέντα» είχε δηλώσει για τον Τούρκο πρόεδρο και υποστήριξε ότι «ο κατευνασμός, όπως πολύ σωστά υπογράμμισε και ο Κώστας Καραμανλής, υπήρξε πάντα πολύ επικίνδυνος. Λέτε δύο πρώην πρωθυπουργοί της χώρας και δύο πρώην πρόεδροι της Νέας Δημοκρατίας να κάνουμε τόσο λάθος;».
Όπως φαίνεται και από την τελευταία φράση του κ. Σαμαρά, τα ελληνοτουρκικά είναι το νήμα που συνδέει αυτή τη στιγμή τις παρεμβάσεις των δύο πρώην πρωθυπουργών. Ο κ. Καραμανλής επέλεξε να μιλήσει για την επίσκεψη του Τούρκου προέδρου μετά την ολοκλήρωσή της, βάλλοντας, όμως, εμμέσως κατά της πιο σημαντικής στιγμής της. Την υπογραφή από τον κ. Μητσοτάκη και τον κ. Ερντογάν της Διακήρυξη Φιλίας και Συνεργασίας των δύο χωρών. «Γκρίζες ρυθμίσεις, οι οποίες έχουν ως στόχο, με αυθαίρετη ερμηνεία των συνομιλητών μας, να παγώσουν ή να αναστείλουν την άσκηση της εθνικής μας κυριαρχίας στο Αιγαίο, τη Θράκη και την Κύπρο, εκεί που κρίνεται το στρατηγικό βάθος του Ελληνισμού, δεν μπορούν να γίνουν ανεκτές», δήλωσε ο κ. Καραμανλής, στέλνοντας και αυτός το δικό του μήνυμα.
Η αρχή του νήματος που έχει φέρει αρκετά κοντά τους κ. Σαμαρά και Καραμανλή, βρίσκεται στο καλοκαίρι του 2022, όταν οι δύο τους είχαν συναντηθεί για φαγητό και λίγο αργότερα υπήρξαν παρεμβάσεις τους για το θέμα των παρακολουθήσεων, με πιο αιχμηρή αυτή του κ. Καραμανλή που προκάλεσε πολλές αντιδράσεις, ενώ ο κ. Σαμαράς εμφανίστηκε πιο προσεκτικός στο συγκεκριμένο θέμα.
Στο Μέγαρο Μαξίμου αποφεύγουν να σχολιάσουν τις παρεμβάσεις των πρώην πρωθυπουργών και κρατούν χαμηλούς τόνους. Άλλωστε, το πολιτικό αξίωμα ότι «οι πρώην πρωθυπουργοί έχουν το δικαίωμα να εκφράζουν όποτε και όπως θέλουν τις απόψεις τους», έχει διατυπωθεί για αυτές ακριβώς τις άβολες στιγμές. Η πάγια θέση συνεργατών του κ. Μητσοτάκη έναντι εσωκομματικών φωνών που εκφράζουν δυσαρέσκεια είναι ότι «η κυβέρνηση κινείται με βάση το πρόγραμμα και τις διακηρυγμένες θέσεις της και στη βάση αυτών εφαρμόζει την πολιτική της». Ούτως ή άλλως, ουδείς στη ΝΔ αμφισβητεί τον κ. Μητσοτάκη και την πολιτική του κυριαρχία εντός και εκτός της κεντροδεξιάς παράταξης. Όπως και ουδείς μπορεί να υποστηρίξει ότι υφίσταται οποιοδήποτε εσωκομματικό ζήτημα. Ο πρωθυπουργός έχει χειριστεί με ψυχραιμία παρόμοιες αναταράξεις και διατηρεί ανοιχτή γραμμή με τους κ. Σαμαρά και Καραμανλή με τους οποίους μπορεί να συζητήσει, εφόσον χρειαστεί, ανά πάσα στιγμή.