Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press
(Μια χρήσιμη αποσαφήνιση της έννοιας του νέου – συμπληρωματικού στοιχείου).
Για την παραγραφή των φορολογικών υποθέσεων ή πιο σωστά την παραγραφή του δικαιώματος της φορολογικής διοίκησης για την έκδοση πράξεων διοικητικού προσδιορισμού φόρου και για τον καταλογισμό προστίμων, έχουν δημοσιευθεί αναρίθμητα άρθρα και μελέτες στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο.
Αποτελεί ένα διαχρονικό θέμα που απασχολούσε και εξακολουθεί να προβληματίζει ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας, της οικονομικής ζωής, αλλά και των εμπλεκομένων, όπως την φορολογική διοίκηση, την δικαιοσύνη, τις επιχειρήσεις, τους λογιστές, τους δικηγόρους κ.α.
Ίσως με μια πρώτη ματιά το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει το θέμα της παραγραφής να μοιάζει ξεκάθαρο, αλλά με μία δεύτερη το τοπίο θολώνει αφού στο πολυδαίδαλο, έτσι και αλλιώς, φορολογικό σύστημα προστίθενται η σχετική νομολογία του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου (ΣτΕ), αποφάσεις άλλων διοικητικών δικαστηρίων και αποφάσεις της ειδικής διοικητικής διαδικασίας της Διεύθυνσης Επίλυσης Διαφορών. Όλα αυτά καθιστούν το ζήτημα της παραγραφής ακανθώδες, περίπλοκο και με πολλές διαφορετικές αναγνώσεις.
Εν αρχή το ΣτΕ, που με την εμβληματική απόφαση 1738/2017 της ολομέλειας, έκρινε οριστικά και μάλιστα ομόφωνα, το πολύ σημαντικό ζήτημα της παραγραφής του δικαιώματος του δημοσίου προς έλεγχο, άλλα και το πότε είναι επιτρεπτή συνταγματικά η επιμήκυνση του δικαιώματος αυτού. Με την απόφαση αυτή δόθηκε τέλος στην πρακτική που ακολουθείτο μέχρι τότε, των αλλεπάλληλων παρατάσεων παραγραφής στην λήξη της προθεσμίας.
Η βασική προθεσμία τόσο με τον προηγούμενο Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, όσο και με τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας είναι πενταετής και μετά την πάροδο αυτού του διαστήματος παραγράφεται η αξίωση του Δημοσίου για επιβολή συγκεκριμένου φόρου ή προστίμου. Το σημείο αφετηρίας για τον υπολογισμό της 5ετίας ποικίλει ανάλογα με το φορολογικό αντικείμενο. Παραδείγματος χάριν, για το εισόδημα η πενταετής προθεσμία εκκινεί από τη λήξη του έτους εντός του οποίου λήγει η προθεσμία υποβολής δήλωσης. Συνεπώς 31.12.2023 παραγράφεται η διαχειριστική χρήση 2017.
Είναι κοινό μυστικό πως βασικός κανόνας προτεραιοποίησης από την διοίκηση, των προς έλεγχο υποθέσεων, είναι ο χρόνος παραγραφής αυτών.
Από εδώ αρχίζουν τα δύσκολα…
Το δικαίωμα του Δημοσίου για την ενέργεια αρχικής ή συμπληρωματικής φορολογικής εγγραφής και την επιβολή φόρων, πρόσθετων φόρων και προστίμων, για φορολογικές παραβάσεις παραγράφεται μετά την πάροδο 10ετίας και όχι 5ετίας, όταν από νέα συμπληρωματικά στοιχεία που περιήλθαν σε γνώση του προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. εξακριβώνεται ότι το εισόδημα του ελεγχόμενου υπερβαίνει αυτό που είχε προσδιοριστεί αρχικά.
Και εδώ χρειάζονται δυο ουσιώδεις αποσαφηνίσεις:
- Ως προς το τι αποτελεί νέο στοιχείο
Ως νέο στοιχείο για υποθέσεις μέχρι 31/12/2013 θεωρείται οποιοδήποτε στοιχείο δεν τελούσε σε γνώση της αρμόδιας για τον τακτικό έλεγχο φορολογικής αρχής, κατά τον χρόνο διενέργειας του (άρθρο 72 παρ. 6 ΚΦΔ).
Για υποθέσεις από 01/01/2014 ως νέο στοιχείο θεωρείται κάθε στοιχείο που δεν θα μπορούσε να είναι γνωστό στην φορολογική διοίκηση (άρθρο 25 παρ. 5 ΚΦΔ).
Μια προσεκτική ματιά των δύο ορισμών ξεκαθαρίζει ότι από 01/01/2014 νέο στοιχείο θεωρείται ένα στοιχείο που δεν είναι γνωστό στο σύνολο της φορολογικής διοίκησης, ενώ για τα έτη μέχρι 31/12/2013 νέο στοιχείο είναι κάθε στοιχείο που δεν ήταν γνωστό στο στενό επίπεδο της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. ή του αρμόδιου ελεγκτικού κέντρου και όχι στο σύνολο της φορολογικής διοίκησης.
- Ως προς το τι αποτελεί συμπληρωματικό στοιχείο
Στην απόφαση του ΣτΕ 172/2018 αναφέρεται ότι οι πληροφοριακές εκθέσεις ελέγχου φορολογίας εισοδήματος από το Σ.Δ.Ο.Ε., δεν αποτελούν συμπληρωματικό στοιχείο. Συγκεκριμένα, δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία εκείνα τα οποία έχουν περιέλθει σε γνώση της φορολογικής αρχής εντός της προβλεπόμενης πενταετούς προθεσμίας και αγνοήθηκαν ή δεν ελήφθησαν προσηκόντως υπόψη. Επίσης, δεν αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία εκείνα τα οποία θα μπορούσαν να είχαν περιέλθει στη γνώση της ελεγκτικής αρχής εάν είχε επιδείξει την δέουσα επιμέλεια, ήτοι εάν είχε λάβει τα προσήκοντα μέτρα ελέγχου και έρευνας που προβλέπονται στο νόμο.
Με την απόφαση 2934/2017 το ΣτΕ δέχτηκε ότι τα στοιχεία των τραπεζικών καταθέσεων του φορολογουμένου στις ημεδαπές τράπεζες ευρίσκονταν ανά πάσα στιγμή στη διάθεση του φορολογικού ελέγχου ή, τουλάχιστον, ο φορολογικός έλεγχος μπορούσε ανά πάσα στιγμή να λάβει γνώση αυτών. Για τον λόγο αυτό, τα εν λόγω στοιχεία δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως στοιχεία τα οποία δεν είχε, ούτε μπορούσε να έχει δικαιολογημένα υπόψη του ο έφορος κατά τον αρχικό έλεγχο ή την αρχική φορολογική εγγραφή. Ως εκ τούτου, τα στοιχεία των τραπεζικών καταθέσεων, ανεξαρτήτως του αν στοιχειοθετούν την απόκτηση εισοδήματος, δεν μπορούν να θεωρηθούν «συμπληρωματικά» φορολογικά στοιχεία υπό την έννοια της διάταξης του άρθρου 68 παρ. 2 του Κ.Φ.Ε., προκειμένου να δικαιολογήσουν την έκδοση συμπληρωματικού φύλλου ελέγχου ή την παράταση της παραγραφής.
ΓΡΑΦΕΙΟ ΝΤΑΙΚΟΥ
ΛΟΓΙΣΤΙΚΑ – ΦΟΡΟΤΕΧΝΙΚΑ – ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΙ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ
- Βαλαωρίτου 9 Κολωνάκι, Αθήνα Τ.Κ:10671
- Ελ.Βενιζέλου 13 Ν.Πέραμος, Μέγαρα Τ.Κ:19006
- ΤΗΛ: 6945491493 – 2296034102 – 2103644386
ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΛΟΓΙΣΤΙΚΗ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΗ