Δυόμιση μήνες έχουν περάσει από την ορκωμοσία της κυβέρνησης Μητσοτάκη και έχουν οδηγηθεί σε παραίτηση δύο υπουργοί, ο περιφερειάρχης Αττικής, μερικά υψηλόβαθμα στελέχη της αστυνομίας, ενώ η χώρα δοκιμάστηκε από τον μεγαλύτερο σε διάρκεια καύσωνα των τελευταίων δεκαετιών, με πρωτόγνωρης διάρκειας και έκτασης πυρκαγιές και με μια βιβλική καταστροφή από πλημμύρες στη Θεσσαλία, με όγκο νερού που πέφτει κάθε 300-400 χρόνια, σύμφωνα με τον κ. Ζερεφό.
Ίσως να χρειάζεται ένα ευχέλαιο, θα έλεγαν πολλοί, αλλά δεν έχει αποδειχθεί η πρακτική αξία του, οπότε πρέπει να δει η κυβέρνηση και εμείς, τα πράγματα ορθολογικά και όπως έχουν.
Κάτω από τη σκιά αυτών των τεράστιων γεγονότων, η νέα κυβέρνηση Μητσοτάκη, μοιάζει να παλεύει με τον εαυτό της. Σε κάθε μικρή ή μεγάλη κρίση που προκαλεί την κοινή γνώμη προχωρά σε αντικαταστάσεις υπουργών. Η εναλλαγή υπουργών δεν λειτούργησε, το σχήμα δείχνει εύθραυστο στις κρίσεις και μη λειτουργικό.
Χωρίς «πάγκο»;
Η νέα κυβέρνηση Μητσοτάκη, φαίνεται ήδη παλιά και κουρασμένη και οι αντικαταστάσεις υπουργών αντί να την φρεσκάρουν, τις φέρνουν και νέες πολιτικές ρυτίδες, χωρίς ουσιαστικά να απειλείται από κανέναν. Ο κίνδυνος είναι μόνο ο εαυτός της και η παρατηρούμενη έλλειψη στελεχών.
Μοιάζει να έχει αγγίξει τα όρια της, γυρίζει γύρω από τον εαυτό της σαν μια ομάδα που… δεν έχει πάγκο. Κι αυτή είναι η κρυφή αλήθεια. Η κυβέρνηση δεν διαθέτει(;) στελέχη έτοιμα να μπουν στο παιχνίδι και να παίξουν μπάλα και ανακυκλώνει τα παλιά. Ο κ. Στυλιανίδης απομακρύνθηκε από το υπουργείο Πολιτικής Προστασίας, κρίθηκε όμως κατάλληλος για τη θέση του υπουργού Ναυτιλίας.
Ο Γιάννης Βρούτσης βρέθηκε εκτός κυβέρνησης σε προηγούμενο ανασχηματισμό για να επανέλθει και να καλύψει, τώρα, τη θέση του αναπληρωτή υπουργού αθλητισμού, ύστερα από τη μετακίνηση του Γ. Οικονόμου, που με τη σειρά του κάλυψε τη θέση του κ. Μηταράκη στο Υπ. Προστασίας του Πολίτη.
Οι όποιες αλλαγές προσώπων, όποτε κι αν γίνουν, δεν θα επιλύσουν το πρόβλημα προοπτικής της κυβέρνησης και της βελτίωσης εικόνας της, αν δεν επιχειρηθούν πρώτα βαθιές τομές στον κρατικό μηχανισμό που η ίδια διαχειρίζεται κι αν δεν «αναστήσουν» τη Θεσσαλία.
Ο κ. Μητσοτάκης αναζητά πολιτικό χρόνο για ένα restart στην κυβέρνηση του αλλά τα γεγονότα δεν είναι γενναιόδωρα μαζί του. Τον κυνηγούν τραγωδίες, πανδημίες, ακραία καιρικά φαινόμενα, εξωγενής οικονομική κρίση, ακρίβεια και βέβαια η κλιματική αλλαγή. Πολλές από τις «πληγές του Φαραώ» έπεσαν στο πρώτο καλοκαίρι της δεύτερης θητείας του. Κάποιοι τον αποκαλούν «γκαντέμη», κάποιοι άλλοι αισθάνονται πιο ασφαλείς που με τέτοιου μεγέθους καταστροφές, στην ηγεσία της χώρας βρίσκεται ο Κυριάκος Μητσοτάκης και όχι κάποιος άλλος. Είναι θέμα οπτικής γωνίας, πως βλέπει κάποιος τα γεγονότα και πως τα διαβάζει.
«Ο σεισμός είναι σωσμός» για τον κατάλληλο ηγέτη
Έτσι, αν κοιτάξει κάποιος με μια ματιά την κατάσταση που βρίσκεται σήμερα η κυβέρνηση θα την καταγράψει ως πολύ κακή. Άλλωστε το λένε και οι υπουργοί της στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις τους. Όμως, όπως έλεγαν οι παλαιότεροι, «ο σεισμός είναι και σωσμός» για μια κυβέρνηση, αν μπορέσει να αντιμετωπίσει τις φυσικές καταστροφές με σχέδιο και πολλά χρήματα για την αποκατάστασή τους.
Κι αν κάποιος μπορεί να το καταφέρει δεν είναι άλλος από τον κ. Μητσοτάκη. Οι πολίτες είναι θυμωμένοι και οργισμένοι, αλλά δεν αναζητούν νέο ηγέτη αυτές τις δύσκολες στιγμές.
Φυσικά, ακόμα δεν υπάρχει σχέδιο και τα χρήματα είναι λίγα, αλλά η κυβέρνηση κρατιέται στην επιφάνεια γιατί έχει ακόμα νωπή τη λαϊκή εντολή που έλαβε θριαμβευτικά, γιατί η πορεία της οικονομίας είναι πολύ καλή και ο τουρισμός γέμισε τις τσέπες επιχειρήσεων και εργαζόμενων κάθε είδους, άσχετα αν η ακρίβεια απομειώνει το εισόδημα των τελευταίων .
Είναι ακόμα στα «συν» της η αναβάθμιση της οικονομίας μας, που ξεφεύγει, μετά από 15 χρόνια από την κατηγορία των σκουπιδιών και από το χορό των αναξιόπιστων οικονομιών και κρατών. Είναι, τέλος και η διαλυμένη αντιπολίτευση που σε κάθε έκφρασή της, αδυνατεί να αρθρώσει ουσιαστικό λόγο, ανίκανη για ουσιαστική παρέμβαση στα όσα ζήσαμε αυτό το καλοκαίρι.
Σχέδιο «Μάρσαλ» για τη Θεσσαλία
Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση αυτή τη στιγμή στέκεται στον «ορίζοντα των γεγονότων» και κινδυνεύει να πέσει στη «μαύρη τρύπα» που άνοιξε η βιβλική καταστροφή στη Θεσσαλία. Το πρόβλημα είναι γιγάντιο, πρωτόγνωρο, πολύπλευρο, αφορά μια τεράστια περιοχή της χώρας και η αντιμετώπιση του, απαιτεί πόρους που δεν διαθέτουμε, δημιουργικές ιδέες, μεγάλη ενέργεια και στοχοπροσήλωση και από τους νυν αλλά και από τους επόμενους κυβερνήτες.
Αυτό ενέχει τον κίνδυνο να μείνουν πίσω εξαγγελίες για ενίσχυση του εισοδήματος κοινωνικών ομάδων, επιδόματα για την αντιμετώπιση της συνεχιζόμενης ακρίβειας ακόμα και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις.
Το κόστος, ανυπολόγιστο ακόμα. Απώλεια ανθρώπινων ζωών, περιουσιών, παραγωγής. Όλα αυτά προκαλούν ένα ισχυρό σοκ την οικονομία μας και τις τσέπες των καταναλωτώνμε την κερδοσκοπία να κάνει πάρτι.
Τα 2,4 δισεκατομμύρια που διευθέτησε στις Βρυξέλλες ο κ. Μητσοτάκης δεν αρκούν, αφού η αποκατάσταση δεν γίνεται με αποζημιώσεις. Απαιτείται τεράστιο πρόγραμμα οικονομικής, παραγωγικής και οικοδομικής ανάταξης για την παραμονή του πληθυσμού στην περιοχή .
Θα χρειαστεί ένα νέο σχέδιο «Μάρσαλ» και θα πάρει χρόνια η γιγάντια προσπάθεια αποκατάστασης.
Η Θεσσαλία, μόλις υποχωρήσουν τα νερά, δεν θα είναι εκείνη που γνωρίζαμε και ίσως να μην γίνει ποτέ ξανά ίδια, καθώς θα χρειαστεί να μετακινηθούν ολόκληρα χωριά σε πιο στέρεα εδάφη, σε πιο σύγχρονες και στέρεες οικοδομές.
Η τετραετία Μητσοτάκη που μόλις ξεκίνησε, θα φέρει τη σφραγίδα της Θεσσαλίας και των δομικών αλλαγών στο κράτος. Το στοίχημα είναι μεγάλο και για τη χώρα και για την κυβέρνηση. Η σωστή και έξυπνη διαχείριση της ογκώδους διπλής προσπάθειας θα δείξει στο τέλος, αν η κυβέρνηση θα πνιγεί στις λάσπες του θεσσαλικού κάμπου ή θα βρει ξέφωτο να ακουμπήσει.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Today Press του Σαββάτου